καλάθι-νοικοκυρας

Κατακόρυφη πτώση της δαπάνης των ελληνικών νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου της τάξης του 21,7% έχει σημειωθεί την περίοδο 2009-2016, ενώ η δαπάνη μόνο σε είδη διατροφής έχει υποχωρήσει κατά 18,6%, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).

Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, οι καταναλωτές στην Ελλάδα έχουν περιορίσει σημαντικά τις δαπάνες τους για αρνί-κατσίκι (-44,9%), ζάχαρη (-38,1%), ψάρια              (-33,8%), αλλαντικά (-31,4%), τομάτες (27,7%), μοσχαρίσιο κρέας (24,7%), αλλά ακόμη  και για το ρύζι (-14,7%) και το ψωμί (-3,4%).

Ενδεικτικό είναι ότι το 2009 το μέσο νοικοκυριό δαπανούσε μηνιαία σε είδη παντοπωλείου 5.578 ευρώ ενώ το 2016 το ποσό αυτό μειώθηκε στα 4.367 ευρώ, δηλαδή 1.211 ευρώ λιγότερα ανά έτος.

Ένας ακόμα παράγοντας που εξηγεί ένα μέρος της μείωσης της δαπάνης είναι η φορολογία και συγκεκριμένα η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ (ο συντελεστής ΦΠΑ για τα τρόφιμα το 2009 ήταν 9% έναντι 13% και 24% για κάποια είδη το 2016 και για τα λοιπά είδη 19% το 2009 έναντι 24% το 2016).

Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ η ετήσια δαπάνη ανά νοικοκυριό για είδη παντοπωλείου μειώθηκε κατά 21,7% από 5.578 ευρώ σε 4.367 ευρώ, ο αναλογούν ΦΠΑ αυξήθηκε κατά 13,9% από 561 ευρώ σε 638 ευρώ. Ως εκ τούτου η πραγματική μείωση στη δαπάνη των νοικοκυριών (προ ΦΠΑ) είναι της τάξης του 25,7%. Επίσης συγκεκριμένα είδη έχουν επηρεαστεί από τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα αλκοολούχα ποτά για τα οποία καταγράφεται αύξηση της δαπάνης σε αξία κατά 5,1%, αλλά μείωση στα λίτρα που αγοράστηκαν κατά 3%.

Αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες

ΨΩΜΙ: δαπάνης των ελληνικών νοικοκυριών
Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΕΛΚΑ, η μείωση στη δαπάνη που καταγράφεται στα είδη παντοπωλείου οφείλεται πέρα από τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος του καταναλωτικού κοινού και την αύξηση της φορολογίας, στις αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες. Συγκεκριμένα:

Ένα μεγάλο ποσοστό της μείωσης της δαπάνης που παρατηρείται αντιστοιχεί στην αξιοποίηση από τον καταναλωτή προσφορών και εκπτώσεων.

Οι 9 στους 10 καταναλωτές εξοικονομούν χρήματα μέσω προσφορών και 7 στους 10 τουλάχιστον 5% της αξίας των αγορών τους. Η μεσοσταθμική εξοικονόμηση που καταγράφεται στις ετήσιες έρευνες του ΙΕΛΚΑ κυμαίνεται από 9,5% έως 11.7%, η οποία δεν αποκλίνει από τις μετρήσεις που έχει πραγματοποιήσει το ΙΕΛΚΑ για την πραγματική εξοικονόμηση του καταναλω-τή από την α-ξιοποίηση προσφορών και εκπτώσεων.

Ένα άλλο σημαντικό ποσοστό της μείωσης αντιστοιχεί σε μεταβολή καταναλωτικών συνηθειών με την υιοθέτηση έξυπνων αγορών από τους καταναλωτές, όπως αναζήτηση προσφορών που προαναφέρθηκε, φθηνότερες εναλλακτικές προϊόντων, διαφορετικές συσκευασίες, μείωση της σπατάλης, σύγκριση τιμών, αξιοποίηση προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας κλπ. Κύριος στόχος αυτών των έξυπνων συνηθειών είναι η ικανοποίηση των ίδιων αναγκών με λιγότερα χρήματα.