Ο καταναλωτής του 2025 δεν περιορίζεται σε μία μόνο αλυσίδα ή ένα σταθερό φυσικό σημείο πώλησης· αντιθέτως, επιλέγει να επισκέπτεται πολλαπλά καταστήματα, διευρύνοντας το φάσμα των αγορών του ανάλογα με τις ανάγκες, τις προσφορές και τις προσωπικές του προτιμήσεις. Το φαινόμενο αυτό εντείνεται, καθώς η πλειονότητα των καταναλωτών προχωρά πλέον σε αγορές από περισσότερες από μία αλυσίδες, διατηρώντας υψηλή τη συχνότητα επισκέψεων σε διαφορετικά σημεία πώλησης. Η εξέλιξη αυτή ενισχύει τη σημασία της πολυκαναλικής παρουσίας των επιχειρήσεων και της ενιαίας, θετικής εμπειρίας πελάτη ανεξαρτήτως καναλιού.
Στο πλαίσιο αυτό, εντοπίζονται τέσσερα κυρίαρχα μοτίβα αγοραστικής συμπεριφοράς: καταναλωτές που δεν έχουν μία κύρια αλυσίδα και διαμοιράζουν τις αγορές τους ισόρροπα, εκείνοι που διαθέτουν μία βασική αλυσίδα και τουλάχιστον δύο συμπληρωματικές, όσοι περιορίζονται σε μία κύρια και μία δευτερεύουσα επιλογή, καθώς και ένα μικρότερο ποσοστό που επιλέγει να κάνει όλες τις αγορές του αποκλειστικά από μία αλυσίδα. Παρότι παρατηρείται διασπορά στις αγοραστικές συνήθειες, η ύπαρξη μίας κύριας αλυσίδας παραμένει σημαντική, καθώς προσφέρει στον καταναλωτή βασικά πλεονεκτήματα όπως ευρεία ποικιλία προϊόντων, άνεση και λειτουργικότητα κατά τη διάρκεια των αγορών, υψηλό επίπεδο εξυπηρέτησης, αίσθημα ασφάλειας, εγγυημένη φρεσκάδα και ανταγωνιστικές τιμές.
Η επιλογή και διατήρηση μίας κύριας αλυσίδας λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, χωρίς όμως να αποκλείει τη συμπληρωματική χρήση άλλων αλυσίδων, γεγονός που αναδεικνύει την αυξανόμενη σημασία των προσφορών, της διαθεσιμότητας ειδικών κατηγοριών προϊόντων και της γεωγραφικής προσβασιμότητας. Ο σύγχρονος καταναλωτής αξιολογεί συνεχώς τις επιλογές του, με κριτήριο όχι μόνο την τιμή αλλά και την εμπειρία αγορών, γεγονός που καθιστά απαραίτητη για τις επιχειρήσεις τη στρατηγική προσαρμογή σε ένα περιβάλλον όπου η εμπιστοσύνη και η ευελιξία συνυπάρχουν.