Στην εξαετία 2021 – 2026 οι πληρωμές τόκων θα φτάνουν στο ποσό των 84,3 δισ. ευρω και αν δεν υπάρξει σοβαρή ελάφρυνση του χρέους, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει!
Σε αυτήν την ανησυχητική διαπίστωση προχωρά το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής με την τριμηνιαία έκθεσή του, που κρούει το κώδωνα του κίνδυνου για την διαχείριση του δημόσιου χρέους. Τονίζει ότι η ελάφρυνσή του είναι αναγκαία διότι πρόκειται να εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη μετά το 2021!
Επικαλείται τα στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους που δείχνουν ότι οι πληρωμές τόκων διαμορφώνονται ως εξής:
6,5 δισ. το 2020
11 δισ. το 2021
24,5 δισ. το 2022
17,5 δισ. το 2023
13,6 δισ. το 2024
9 δισ. το 2025
8,6 δισ. το 2026
Σχετικά με την προοπτική ολοκλήρωσης του μνημονίου τονίζεται ότι “η έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει είσοδο σε μια κατάσταση χωρίς δημοσιονομικούς (και άλλους) περιορισμούς. Η Ελλάδα, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και ειδικά της Ευρωζώνης.
Ακόμα και η πλήρης έξοδος στις αγορές, αν επιτευχθεί, θα έχει κόστος, το ύψος του οποίου θα εξαρτηθεί από τη στάση του ΔΝΤ (αν δηλαδή θα συμμετάσχει ως τότε στο ελληνικό πρόγραμμα ή αν θα αποχωρήσει χωρίς θόρυβο) και των ευρωπαϊκών θεσμών (μέσω κυρίως της ελάφρυνσης στην εξυπηρέτηση του χρέους)”.
Αίσθηση προκαλεί και η εκτίμηση του Γραφείου ότι για την ίδια περίπου περίοδο (την πενταετία 2017-2022) η ελληνική οικονομία θα χρειαστεί επενδυτικά κεφάλαια ύψους 100 δισ. ευρώ (ή και περισσότερα).
Φόροι
Ειδικά στα φορολογικά τονίζεται στην έκθεση ότι “η φορολογική πολιτική που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια στη χώρα – και η οποία στηρίζεται στην αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης – λειτουργεί ως τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Η συνέχιση της φοροκεντρικής πολιτικής επιτείνει την κατάσταση ασφυξίας της οικονομίας ενώ σε πρακτικό επίπεδο μεγάλο μέρος των φόρων δεν εισπράττονται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές – που στο σύνολό τους ανέρχονται σε 98,2 δισ. ευρώ, τα οποία οφείλουν 3,8 εκατ. φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις – αυξάνονται με ρυθμό περίπου 1 δισ. ευρώ τον μήνα. Επίσης, η κατανομή των φορολογικών βαρών στους πολίτες (φόρος εισοδήματος) είναι ανισοβαρής, δηλαδή αφενός μεν μεγάλο ποσοστό φορολογουμένων πληρώνει ελάχιστο φόρο – κάτι που καταδεικνύει τα υψηλά ποσοστά φοροδιαφυγής, αλλά και τα υψηλά ποσοστά φτώχειας – αφετέρου δε σχετικά υψηλά εισοδήματα φορολογούνται υπέρμετρα, δημιουργώντας αντικίνητρα για εργασία”.