Υποχώρησαν οι κρητικές εξαγωγές το πρώτο εξάμηνο του 2018 σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Κρήτης.
Συγκεκριμένα, η μείωση ανέρχεται σε 3,6%, με τη συνολική αξία των εξαγωγών της Κρήτης να αγγίζει τα 243 εκ. ευρώ, έναντι των 252 εκ. ευρώ το περυσινό αντίστοιχο διάστημα.
Αντίθετα, ο όγκος των εξαγωγών έχει αυξηθεί κατά 17,8%, φτάνοντας τους 240.454 χιλ. τόνους, έναντι των 204.212 χιλ. τόνων το 2017.
Υπενθυμίζεται ότι κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Μαΐου 2018 παρουσιάστηκε μείωση σε αξία ίση με -1,8% και σε ποσότητα -3,7%.
Ο κλάδος των Τροφίμων και Ποτών, ο οποίος αποτελεί το 57,2% του συνόλου των κρητικών εξαγωγών με 139 εκ. ευρώ, παρουσιάζει μείωση ίση με 8,6%. Ο κλάδος των χημικών και πλαστικών έρχεται δεύτερος, με μερίδιο περίπου 25% επί του συνόλου των εξαγωγών της Κρήτης και μείωση της τάξεως του 28,2%. Ακολουθεί ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας με μερίδιο 12% και εντυπωσιακή αύξηση ίση με 143%. Το υπόλοιπο ποσοστό του συνόλου των κρητικών εξαγωγών καταλαμβάνουν οι λοιποί κλάδοι, όπως οι μηχανές & συσκευές, τα δομικά υλικά, η λαϊκή τέχνη κ.α.
Στον αγροδιατροφικό τομέα, το ελαιόλαδο, το οποίο αποτελεί το 60,3% των εξαγωγών του συγκεκριμένου κλάδου, παρουσίασε μείωση ίση με 15,9%, φτάνοντας τα 83,8 εκ. ευρώ έναντι των 99,6 εκ. ευρώ κατά το α’ 6μηνο του 2017.
Ακολουθούν τα κηπευτικά, με αύξηση της τάξεως του 54%, τα οποία μαζί με το ελαιόλαδο αποτελούν περίπου το 88% των εξαγωγών του κλάδου των τροφίμων και ποτών, τα φρούτα, με τεράστια αύξηση σχεδόν 219%, και τα ψάρια & θαλασσινά με αύξηση 42,2%.
Όσον αφορά στις αγορές, πρώτη έρχεται η Ιταλία, με μερίδιο 18,2%, ακολουθεί η Γερμανία με μερίδιο 17,9%, τρίτη η Ισπανία, με μερίδιο 6,1%, τέταρτη η Γαλλία, με μερίδιο 5,2% και πέμπτη η Αυστρία, με μερίδιο 4,3%. Τη δεκάδα των σημαντικότερων αγοραστών των Κρητικών προϊόντων συμπληρώνουν η Ολλανδία, η Πολωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Η.Π.Α. και η Βουλγαρία.
Για το τρίμηνο Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2018, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., παρουσιάζεται σημαντική αύξηση σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2017, η οποία, μετά από την αρχική επεξεργασία των στοιχείων, αγγίζει το 85%.