Είναι δυνατόν μια κυβέρνηση ενός σύγχρονου Κράτους να ζητά από έναν κλάδο να μην πληρώνει επιταγές και την ίδια στιγμή να ζητά από αυτούς που έχουν παραλάβει τις απλήρωτες επιταγές να είναι 100 % τυπικοί στις υποχρεώσεις τους;
Όπως φαίνεται στην Ελλάδα του κοροναϊού, κάτι τέτοιο όχι μόνο γίνεται, αλλά πλέον αποτελεί μια παγιωμένη τακτική, που ελάχιστοι, με στοιχειώδεις γνώσεις Πολιτικής Οικονομίας, μπορούν ενδεχομένως να εξηγήσουν.
Το πρόβλημα ασφαλώς αφορά σε μεγάλο βαθμό και την Κρήτη, αφού υπάρχουν εκατοντάδες επιχειρήσεις που έχουν το δικαίωμα από το νόμο να μην πληρώσουν επιταγές που έχουν κόψει. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν αντίστοιχα εκατοντάδες επιχειρήσεις που δουλεύουν κανονικά έχοντας λάβει ως «αμοιβή» επιταγές, τις οποίες όμως δεν μπορούν να εισπράξουν.
Το συγκεκριμένο παράδοξο έχει δημιουργήσει ένα ουσιαστικό παράδοξο στην αγορά, καθώς υπάρχει μία ταχύτητα επιχειρηματιών που δικαιούται να «μην πληρώνει» λόγω μείωσης των τζίρων και μια δεύτερη ταχύτητα, η οποία δεν πληρώνεται, αφού η κύρια πηγή εσόδων της είναι οι επιταγές. Στην όλη κατάσταση δεν φαίνεται να υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι, αφού στο συγκεκριμένο παιχνίδι όλοι χάνουν.
Πώς άρχισε όμως όλη αυτή η κατάσταση; Υπάρχει η Υπουργική Απόφαση Α1259/25-11-2020, που αφορά την ενεργοποίηση της προστασίας των επιταγών για 75 ημέρες.
Σύμφωνα με την απόφαση, μέχρι και τις 31-12-2020, αναστέλλονται οι προθεσμίες λήξης των επιταγών κατά εβδομήντα πέντε ημέρες από την αναγραφόμενη ημερομηνία, με προϋπόθεση για να ισχύσει η ρύθμιση, οι επιχειρήσεις να έχουν μειωμένο κατά το 2020 κύκλο εργασιών μεγαλύτερο του 50 %.
Φαίνεται όμως, πως η πρόθεση της κυβέρνησης να βοηθήσει μια σειρά από πληττόμενες επιχειρήσεις, που είναι κατ’ αρχάς θετική, πλήττει μια σειρά από άλλους επιχειρηματίες που αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα ρευστότητας. Εντός της αγοράς, οι ψίθυροι επιχειρηματιών αρχίζουν να γίνονται φωνές και πολύ σύντομα κραυγές, για το γεγονός πως ακολουθούνται δύο μέτρα και δύο σταθμά προς τους επιχειρηματίες.
Αυτό που τονίζεται χαρακτηριστικά, είναι πως ήδη οι πληττόμενες επιχειρήσεις που έχουν μειωμένους τζίρους σε ποσοστό άνω του 50 % λαμβάνουν επιχορηγήσεις και ευεργετήματα από την κυβέρνηση προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν. Κι αυτό ασφαλώς εκλαμβάνεται ως μια θετική ενέργεια.
Την ίδια στιγμή ωστόσο, είναι πολύ πιθανό επιχειρήσεις που παρέχουν με προϊόντα ή αγαθά τις πληττόμενες και δεν παρουσιάζουν μείωση τζίρων της τάξης του 50 %, να αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα. Γιατί; Μα διότι αν μία επιχείρηση για παράδειγμα με μείωση τζίρου της τάξεως του 40 % έχει πουλήσει προϊόντα σε μία άλλη με μείωση τζίρου της τάξεως του 51 %, μπορεί να μην έχει λάβει χρήματα για μήνες, εφόσον οι πληρωμές γίνονται με επιταγές.
«Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο, επιχειρήσεις να έχουν πουλήσει προϊόντα λαμβάνοντας επιταγές, κι αυτή τη στιγμή να μην έχουν λάβει ούτε το 10 % των προσδοκώμενων εσόδων, αφού οι επιταγές συνεχώς μεταχρονολογούνται από την κυβέρνηση» αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Κρήτης Μανώλης Κουμαντάκης.
Όπως εξηγεί ο κ. Κουμαντάκης, τα ευεργετήματα της κυβέρνησης, προς το παρόν βοηθούν κυρίως τους επαγγελματίες του τουρισμού, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των επαγγελματιών που εργάζονται μέσα στην καραντίνα, αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα ρευστότητας, αφού οι περισσότερες πληρωμές γίνονται με επιταγές.
«Δεν συζητάμε σε καμία περίπτωση το ενδεχόμενο να πληγεί ένας κλάδος έναντι κάποιου άλλου» διευκρινίζει ο κ. Κουμαντάκης για να προσθέσει:
«Αυτή τη στιγμή όμως, ο εν ενεργεία παραγωγικός ιστός αντιμετωπίζει στην πλειοψηφία του σοβαρό πρόβλημα, το οποίο η κυβέρνηση οφείλει να δει με σοβαρότητα. Εκατοντάδες επιχειρήσεις στην Κρήτη, δεν έχουν κλείσει, προσφέρουν προϊόντα και υπηρεσίες, αλλά αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα ρευστότητας εξαιτίας των ρυθμίσεων που εισηγείται η κυβέρνηση
Κι ενώ το Κράτος λέει σε μια μερίδα επιχειρηματιών «μην πληρώσετε τώρα τις επιταγές σας», λέει στην μερίδα των άλλων επιχειρηματιών που δεν εισπράττουν εξαιτίας αυτής της πρακτικής «πληρώστε μας για όλα τώρα».
Αυτό είναι μια λογική με δύο μέτρα και δύο σταθμά που πρέπει να σταματήσει ή τουλάχιστον να διορθωθεί. Δεν γίνεται κάποιοι κλάδοι να λαμβάνουν όλα τα ευεργετήματα του Κράτους και κάποιοι άλλοι κανένα. Οφείλει να υπάρξει μια ισορροπία».