Αντιμέτωπα με τη φτώχεια βρίσκονται πολλά νοικοκυριά στην Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών 2019 της ΕΛΣΤΑΤ.
Ειδικότερα ο πληθυσμός που το 2019 βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανερχόταν στο 30% (3.161.900 άτομα) του πληθυσμού της χώρας, παρουσιάζοντας μείωση σε σχέση με το 2018 κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες (3.348.500 άτομα που αντιστοιχούσαν στο 31,8% του πληθυσμού).
Το μέσο ισοδύναμο ατομικό διαθέσιμο εισόδημα ανήλθε το 2019 σε 9.382 ευρώ, υψηλότερο κατά 3,9% από το προηγούμενο έτος.
Το κατώφλι της φτώχειας ανήλθε το 2019 στο ποσό των 4.917 ευρώ ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 10.326 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών. Το 2019 το 17,9% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας.
Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 698.454 σε σύνολο 4.123.242 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 1.881.600 στο σύνολο των 10.534.857 ατόμων του πληθυσμού της χώρας.
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 48,4% ενώ μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 17,9%.
Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 31,6% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 83,2%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 16,8%.
Τι αποκαλύπτει η έρευνα
Μεταξύ άλλων σύμφωνα με την έρευνα:
Σε πέντε Περιφέρειες (Αττική, Ιόνια Νησιά, Κρήτη, Νότιο Αιγαίο και Ήπειρος) καταγράφονται
ποσοστά κινδύνου φτώχειας χαμηλότερα από αυτό της Χώρας, ενώ σε οκτώ Περιφέρειες
(Θεσσαλία, Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Κεντρική Μακεδονία, Βόρειο Αιγαίο, Δυτική Μακεδονία,
Δυτική Ελλάδα και Ανατολική Μακεδονία και Θράκη) τα αντίστοιχα ποσοστά είναι υψηλότερα.
-Το 6,6% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσε ότι έχει πολύ κακή ή κακή υγεία, το 14,1% μέτρια, ενώ το 79,3% πολύ καλή ή καλή υγεία. Το δε 23,7% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω έχει χρόνιο πρόβλημα υγείας
-Το 9,5% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω για διάστημα έξι μηνών ή περισσότερο είχε περιορίσει, λόγω δικού του προβλήματος υγείας, κάποιες, συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό δραστηριότητες ή είχε δυσκολευτεί σε αυτές πάρα πολύ, ενώ το 13,6% είχε, αλλά όχι πάρα πολύ.
-Το 9,3% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσε ότι υπήρξε περίπτωση, κατά την διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, που πραγματικά χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία για πρόβλημα υγείας και δεν υποβλήθηκε σε αυτήν.
Τα ποσοστά για το φτωχό και μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 19,5% και 7,1%, αντίστοιχα.
-Το 9,5% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσε ότι υπήρξε περίπτωση, κατά την διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, που πραγματικά χρειάστηκε οδοντιατρική εξέταση ή θεραπεία για πρόβλημα υγείας και δεν υποβλήθηκε σε αυτήν. Τα αντίστοιχα ποσοστά για το φτωχό και μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 16,2% και 8,1%.
-Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβoίει σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 28,7% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 25,0% για τον μη φτωχό πληθυσμό
και σε 45,7% για τον φτωχό πληθυσμό.
-Το 37,7% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μη φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται σε 6,1%.
-Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση το χειμώνα ανέρχεται σε 17,9%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα φτωχά νοικοκυριά είναι 34,1% και για τα μη φτωχά νοικοκυριά 14,3%.