Υπενθυμίζεται ότι ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) για φέτος είχε ανακοινώσει ότι ο σχεδιασμός για τον δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου θα κυμανθεί μεταξύ 7 και 10 δισ. ευρώ. Επίσης, σχεδίαζε την μείωση των ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου κατά 3,65 δισ. ευρώ, μειώνοντας έτσι ισόποσα το Δημόσιο Χρέος (περίπου κατά 1,5% του ΑΕΠ). Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το Δημόσιο Χρέος θα υποχωρήσει στο 138% του ΑΕΠ το 2029.
Όσον αφορά στα κεφάλαια που έχει αντλήσει από την αρχή του έτους το ελληνικό Δημόσιο από την αγορά, αξιοποιώντας το ευνοϊκό κλίμα, ανέρχονται σε περίπου 9,1 δισ. ευρώ.
Πιο αναλυτικά, τον Ιανουάριο του 2024, η Ελλάδα προσέλκυσε 250 εκατ. ευρώ από τις κεφαλαιαγορές από την επανέκδοση 5ετούς ομολόγου με απόδοση 2,72%.
- Τον Φεβρουάριο, η Ελλάδα προσέλκυσε περαιτέρω άλλα 4,0 δισ. ευρώ από την έκδοση 10ετούς ομολόγου με απόδοση 3,478% και 400 εκατ. ευρώ από την επανέκδοση 5ετούς και 10ετούς ομολόγου του 2023, με απόδοση 2,85% και 3,32%, αντίστοιχα.
- Τον Μάρτιο, η Ελλάδα προσέλκυσε περαιτέρω 0,25 δισ. ευρώ από την επανέκδοση του 5ετούς ομολόγου του 2023 με απόδοση 2,85%.
- Τον Απρίλιο το ελληνικό Δημόσιο άνοιξε εκ νέου μια έκδοση που λήγει τον Φεβρουάριο του 2035, με στόχο να προσελκύσει 0,2 δισ. ευρώ, και εξέδωσε ένα 30ετές ομόλογο με απόδοση 4,241%, αντλώντας 3 δισ. ευρώ.
- Τον Μάιο, η Ελλάδα άντλησε περαιτέρω 0,25 δισ. ευρώ από την επανέκδοση 10ετούς ομολόγου με απόδοση 3,51%.
- Τον Ιούνιο, η Ελλάδα άνοιξε εκ νέου έκδοση με λήξη τον Ιούνιο του 2034, συγκεντρώνοντας 0,2 δισ. ευρώ.
- Τον Ιούλιο, η Ελλάδα προσέλκυσε 0,25 δισ. ευρώ από την επανέκδοση του 5ετούς ομολόγου με απόδοση 2,81%.
- Τέλος, τον Σεπτέμβριο ο ΟΔΔΗΧ δανείστηκε περίπου 0,25 δισ. ευρώ από την επανέκδοση του 10ετούς ομολόγου με απόδοση 3,11%.
Σήμερα, στη δευτερογενή αγορά και πιο συγκεκριμένα στο ηλεκτρονικό σύστημα συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΗΔΑΤ) καταγράφηκαν συναλλαγές 78 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 53 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου διαμορφώθηκε στο 3,19% έναντι 2,14% του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου, με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,05%.