Στη φυλακή
Τα κατασχεθέντα

Η κάμερα πρατηρίου υγρών καυσίμων σε δρόμο του Ηρακλείου κατέγραψε καρέ-καρέ την σοκαριστική σκηνή του βάναυσου ξυλοδαρμού 45χρονης μητέρας από τον 23χρονο γιο της, πέντε ημέρες μετά την αποφυλάκισή του από τις φυλακές Νεάπολης όπου εξέτιε μέρος της ποινής που του είχε επιβληθεί επειδή την είχε «σπάσει» στο ξύλο για πολλοστή φορά.

Το βιντεοληπτικό υλικό δείχνει  έναν κοντοκουρεμένο νεαρό να γρονθοκοπεί τη γυναίκα στο πρόσωπο και στο σώμα, να την ρίχνει στο έδαφος και να συνεχίζει με μανία να την χτυπάει επαναλαμβανόμενα με κλωτσιές. Το πρόσωπο της 45χρονης είναι παραμορφωμένο από το πρήξιμο, κόκκινο από τα χτυπήματα, γεμάτο εκχυμώσεις και εκδορές.

Η 45χρονη μητέρα κατονομάζει ως δράστη του άγριου ξυλοδαρμού της τον γιο της, όμως δεν θέλει να καταθέσει. Την τελευταία φορά που το έκανε, λίγο πριν το Πάσχα, το δικαστήριο τον έστειλε στη φυλακή. Εκείνος ούρλιαζε, εκείνη έκλαιγε.

Η περίπτωση του 23χρονου Δημήτρη είναι πραγματικά περίπλοκη και είναι από εκείνες τις υποθέσεις που δεν θα ήθελε κανείς στα… πόδια του διότι «καίει» και οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες και… προαναγγελθείσες.  Ο νεαρός έχει ξυλοκοπήσει κατ’ επανάληψη τη μητέρα του, έχει δηλώσει ευθέως στο δικαστήριο ότι «δεν την αντέχει διότι του έχει καταστρέψει τη ζωή από μικρό παιδί», με απαξιωτικές και προσβλητικές συμπεριφορές, δεν έχει καν προσπαθήσει να …προσποιηθεί ότι θα αλλάξει. Κάθε φορά που στέκεται ενώπιον της έδρας «φλέγεται» ολόκληρος αναφερόμενος στη μητέρα του.

Ο Δημήτρης, με βάση τις δικογραφίες που έχουν σχηματιστεί μέχρι στιγμής σε βάρος του, είχε ξυλοκοπήσει τη μητέρα του στις 18 Δεκεμβρίου του 2021, την 1η Μαρτίου του 2022, στις 16 του περασμένου Απριλίου και στις 27 Μαΐου και κανείς δεν πιστεύει ότι θα σταματήσει…

Όπως έγραψε η «Π», για τον ξυλοδαρμό του Απριλίου μπήκε στη φυλακή για λίγο. Αποφυλακίστηκε τη Δευτέρα, 23 Απριλίου.  Από τις 17 Μαΐου, πριν ακόμα αποφυλακιστεί ο νεαρός, ο ψυχίατρος των φυλακών Νεάπολης φέρεται να είχε ενημερώσει εγγράφως με τη γνωμάτευσή του  τις αρμόδιες εισαγγελικές Αρχές για την αναγκαιότητα ακούσιας νοσηλείας του νεαρού, κρίνοντας ότι το παιδί αφενός είναι εξαρτημένος από ψυχότροπες ουσίες, αφετέρου κινείται στο φάσμα του αυτισμού και η αντιμετώπισή του απαιτεί έναν διαφορετικό μηχανισμό στήριξης και αγωγής.

Τελικά, ο Δημήτρης καταδικάστηκε εκ νέου  από το Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου για τη βιαιοπραγία σε βάρος της μητέρας του.  Αυτή τη φορά του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών και θα οδηγηθεί και πάλι  πίσω στη φυλακή. Η εξέλιξη αυτή πάντως δεν έμεινε ασχολίαστη από τον συνήγορό του, κ. Ελευθέριο Κάρτσωνα, ο οποίος δήλωσε χαρακτηριστικά: «Πολλές φορές στα πλαίσια της δικαιοκρατούμενης ποινικής διαδικασίας εγείρονται εύλογα ερωτήματα αναφορικά με την ηθική της ιατρικής επιστήμης.

Πώς για παράδειγμα μπορεί να ερμηνευθεί και στην συνέχεια να δικαιολογηθεί δικαιοπολιτικά  η συμπεριφορά ενός ιατρού ο οποίος στερεί από ένα 23χρονο μετέφηβο με διαπιστωμένο  κατόπιν ενδελεχούς κλινικής εξέτασης αυτισμό το δικαίωμα στην θεραπεία γνωματεύοντας κατόπιν πεντάλεπτης εξέτασής του ότι δεν παρουσιάζει ενεργό ψυχοπαθολογία;

Πώς μπορεί να ερμηνευθεί και στην συνέχεια να δικαιολογηθεί δικαιοπολιτικά η συμπεριφορά ενός ιατρού που ενώ διαγιγνώσκει την ύπαρξη ψυχοπαθολογίας και την ανάγκη λήψης φαρμακευτικής αγωγής για απροσδιόριστους λόγους αρνείται την νοσηλεία ενός 23χρονου μετέφηβου που παρακαλάει να θεραπευτεί  και προεξοφλώντας ανεπίτρεπτα  την αναποτελεσματικότητα  του ακούσιου εγκλεισμού του υποδεικνύει ως προσήκουσα θεραπευτική αντιμετώπιση την παραπομπή σε στεγνό πρόγραμμα απεξάρτησης;

Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί τελικώς ότι ένεκα των παραπάνω πραγματικών περιστατικών και της εσφαλμένης αντιμετώπισης στερείται ένας νέος άνθρωπος το αυτονόητο δικαίωμα στην θεραπεία και καταδικάζεται  νομοτελειακά σε ποινή δυσανάλογη με τον βαθμό της ενοχής του και ταυτόχρονα ποιος θα είναι εκείνος που θα φέρει το βάρος της ευθύνης στην περίπτωση της βέβαιης υποτροπής του;

Η ανάγκη εξορθολογισμού και αντικειμενικοποίησης  της διαδικασίας υπαγωγής σε καθεστώς ακούσιας νοσηλείας  και η κατοχύρωση του δικαιώματος  στην θεραπεία προβάλλει πλέον  πιο επιτακτική πιο από ποτέ…».