Χειροτερεύει αντί να βελτιώνεται το σοβαρό πρόβλημα με τα ραντεβού στα νοσοκομεία του Ηρακλείου καθώς δεν υπάρχει διαθεσιμότητα για τους επόμενους μήνες σε πάρα πολλά ιατρεία «πρώτης γραμμής».
Έτσι ο πολίτης μπορεί να βρει στο τέλος του καλοκαιριού, το φθινόπωρο ή το νέο έτος.
Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο υπάρχει πολύμηνη αναμονή, μεταξύ άλλων, για το ιατρείο κακοηθειών, θυρεοειδούς, το καρδιολογικό, το νευρολογικό για επιληψίες, το ορθοπεδικό, το οφθαλμολογικό, το πνευμονολογικό, το ρευματολογικό.
Πλέον στην πλατφόρμα του νοσοκομείου όπου τα ραντεβού κλείνονται ηλεκτρονικά, δεν υπάρχουν καν τα ιατρεία που δεν έχουν διαθεσιμότητα, ώστε να έχει ο πολίτης μια εικόνα για τον χρόνο αναμονής, άρα η μόνη λύση είναι να πάρει τηλέφωνο και να καταφέρει να «πιάσει» γραμμή.
Στο Βενιζέλειο να αναφέρουμε ενδεικτικά ότι διαθέσιμο ραντεβού στην Α’ Παθολογική υπάρχει στις 11 Αυγούστου στην Β’ Παθολογική δεν υπάρχει διαθεσιμότητα, στην Δερματολογική το ίδιο.
Στο ιατρείο πρόληψης στεφανιαίας νόσου το πρώτο διαθέσιμο ραντεβού είναι στις 25 Σεπτεμβρίου, στο ενδοκρινολογικό στις 28 Νοεμβρίου, στο ηπατολογικό την 1η Δεκεμβρίου.
Ακόμη στο ιατρείο καρδιακής ανεπάρκειας στις 18 Οκτωβρίου, στο πνευμονολογικό στις 14 Νοεμβρίου. Με τα παιδιά τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα, καθώς στο παιδοαλλεργικό ιατρείο διαθέσιμο ραντεβού υπάρχει στα τέλη Νοεμβρίου και στο παιδοκαρδιολογικό στις 16 Φεβρουαρίου του 2024.
Με τις εξετάσεις επίσης υπάρχει πρόβλημα ειδικά για υπέρηχους όπου το ραντεβού κλείνεται απο Σεπτέμβριο, ενώ για οφθαλμολογική εξέταση βυθού ραντεβού υπάρχει απο τις 25 Ιανουαρίου του 2024.
Να υπενθυμίσουμε ότι η εικόνα δεν είναι καλύτερη με τα χειρουργεία αφού σήμερα βρίσκονται σε λίστες αναμονής περίπου 13.000 ασθενείς στα νοσοκομεία όλου του νησιού.
Στην ΕΕ οι δαπάνες υγείας αυξάνονται, στην Ελλάδα μειώνονται
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Πολιτικών Οικονομικών Κοινωνικών Μελετών η Ελλάδα είναι σήμερα η ευρωπαϊκή χώρα με τη μεγαλύτερη υποχρηματοδότηση στον τομέα της υγείας.
Η χώρα μας κατατάσσεται στην ομάδα των ανατολικών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία) με τις χαμηλότερες δαπάνες υγείας και τις υψηλότερες ανικανοποίητες ανάγκες.
Μόλις το 45% των Ελλήνων δηλώνουν ικανοποίηση από το σύστημα υγείας έναντι του 96,5% των Ελβετών, το 94% των Δανών και το 91% των Ισπανών.
Επτά στους 10 δεν πάνε στο γιατρό γιατί δεν έχουν να πληρώσουν
Απογοητευτικά είναι τα ευρήματα που προκύπτουν από την ετήσια έρευνα της Εθνικής Στατιστικής Αρχής για την υγεία των πολιτών στην Ελλάδα , σύμφωνα με τα στοιχεία που επισημαίνει σε ρεπορτάζ ο Γιάννης Δεβετζόγλου στο www.247.gr.
Με βάση τα όσα έχει καταγράψει η Εθνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) στην έρευνα «Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών», το 66,8% των πολιτών άνω των 16 ετών που χρειάστηκαν ιατρική εξέταση ή θεραπεία, δεν την έλαβε, καθώς δεν είχε την οικονομική δυνατότητα.
Κάτι που σημαίνει ότι ο ρόλος της δημόσιας και δωρεάν υγείας πρακτικά έχει καταργηθεί, καθώς οι περισσότεροι πολίτες όταν έχουν ανάγκη, δυσκολεύονται είτε να επισκεπτούν γιατρό, είτε να κάνουν εξετάσεις.
Διευκρινίζεται ότι κατά την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας, το 54% των πολιτών χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία.
Από αυτούς, το 24,3% δεν την έλαβε κάθε φορά που τη χρειάστηκε. Εκτός από το 68% αυτών που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα, το 2,5% έκανε υπομονή μήπως και υποχωρήσει το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε και το 1,6% δεν πήγε στον γιατρό λόγω της μεγάλης λίστας αναμονής.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι σύμφωνα με την πρόσφατη δημοσκόπηση της Κάπα Research, το πρώτο που ζητούν όλες οι κοινωνικές ομάδες να κάνει η νέα κυβέρνηση που θα σχηματιστεί, είναι να βελτιώσει τη δημόσια υγεία.
Η έρευνα καταρρίπτει για ακόμα μία φορά το αφήγημα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) για ύπαρξη δημόσιας και δωρεάν υγείας, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι πληρώνουν υποχρεωτικά μέρος του μισθού τους για τη δημόσια ασφάλιση.
Οι 4 στους 5 δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν τον οδοντίατρο
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, περίπου οι 4 από τους 5 πολίτες (77,2%) από αυτούς που έχουν ανάγκη για οδοντιατρική φροντίδα, δεν πηγαίνουν στον οδοντίατρο επίσης για οικονομικούς λόγους.
Μάλιστα, το ποσοστό των ακάλυπτων αναγκών για οδοντιατρική φροντίδα ήταν πέρυσι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί την τελευταία πενταετία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, ποσοστό 21% του φτωχού πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δεν έλαβε οδοντιατρική, στοματολογική ή ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία κάθε φορά που χρειάστηκε.
Ένας στους τέσσερις πολίτες (24,9%) στην Ελλάδα δηλώνει ότι έχει κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή πάθηση.
Χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση δηλώνουν περίπου 3 στις 10 γυναίκες (27%) και 1 στους 5 άνδρες (22,6%).
Χρόνιο θεωρείται το πρόβλημα υγείας ή η πάθηση που διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει περισσότερους από 6 μήνες, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή.
Μάλιστα, το 9% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, για διάστημα έξι μηνών ή περισσότερο είχε περιορίσει, λόγω του προβλήματος υγείας κάποιες συνήθεις δραστηριότητες του γενικού πληθυσμού.
Το 56,8% των πολιτών στη χώρα μας δηλώνουν πλήρως ευχαριστημένοι από τη ζωή τους και το 88,2% πως έχουν κάποιον άνθρωπο να ζητήσει ηθική, υλική και οικονομική βοήθεια.
Εντελώς διαφορετική είναι η κατάσταση για το 13,2%, που δηλώνουν κοινωνικά αποκλεισμένοι και απομονωμένοι, ενώ το 37,6% αναφέρουν πως βίωσαν μοναξιά για κάποιο διάστημα.
Από τα στοιχεία της έρευνας προέκυψε επίσης ότι:
- Το 1,1% των πολιτών στη χώρα μας είναι ελλιποβαρείς, το 44,1% έχει φυσιολογικό βάρος, το 42,7% είναι υπέρβαροι και το 12,2% παχύσαρκοι.
- Το 13,5% αντιμετωπίζουν δυσκολία στην όραση. Το 78,8% από αυτούς είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 11% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω αντιμετωπίζει δυσκολία στην ακοή. Το 86,6% από αυτούς είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 15,8% αντιμετωπίζει δυσκολία κατά τη μετακίνησή του (να περπατήσουν ή να ανέβουν/κατέβουν σκάλα χωρίς τη χρήση οποιουδήποτε βοηθήματος ή βοήθειας από άλλον). Το 74,4% από αυτούς είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 11,6% αντιμετωπίζει δυσκολία με τη μνήμη-συγκέντρωση (δεν θυμούνται τίποτα ή δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε ό,τι κάνουν). Το 82,5% από αυτούς είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 8% αντιμετωπίζει δυσκολία με τη φροντίδα (δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτόν τους, όπως να πλένονται, να ντύνονται κ.λπ.). Το 78,1% από αυτούς είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 4,7% αντιμετωπίζουν δυσκολία στην επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους (δεν τους καταλαβαίνουν ή δεν τον/την καταλαβαίνουν, παρόλο που μιλούν την ίδια γλώσσα). Το 70,1% από αυτούς είναι ηλικίας 65 ετών και άνω.