Σε απαράδεκτη «ομηρία» η αποκατάσταση του παραθαλάσσιου ενετικού τείχους που βρίσκεται κυριολεκτικά στον «αέρα», μετά και την απεμπλοκή του Οργανισμού Λιμένος Ηρακλείου από τη χερσαία ζώνη, η οποία εξακολουθεί να ακροβατεί σε ένα μετέωρο καθεστώς που ναρκοθετεί δεκάδες προβλήματα.
Όπως είναι γνωστό, ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε ότι θα προχωρούσε η δημοπράτηση του έργου της αποκατάστασης του παραθαλάσσιου ενετικού τείχους που βρίσκεται σε μια εξαιρετικά κακή κατάσταση η οποία χειροτερεύει εδώ και χρόνια, καθώς βαθαίνουν οι σπηλαιώσεις στο εσωτερικό του.
Το Υπουργείο Πολιτισμού, ο Δήμος Ηρακλείου, και η Περιφέρεια έχουν υπογράψει προγραμματική σύμβαση εδώ και χρόνια και είχε αποφασιστεί να προχωρήσουν στη δημοπράτηση του έργου της αποκατάστασης μαζί με τον ΟΛΗ, που μέχρι πρόσφατα είχε την ευθύνη της διαχείρισης της χερσαίας ζώνης.
Ωστόσο, μετά την ιστορική απόφαση που έγινε ΦΕΚ ( 547 Δ 30-8-2022) ο Οργανισμός Λιμένος βγαίνει από την εξίσωση, με αποτέλεσμα να μην έχει καμία εμπλοκή στη χερσαία ζώνη, η οποία, ενώ θεωρητικά περνά στα χέρια του Δήμου Ηρακλείου, στην πράξη αυτό παραμένει μετέωρο.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο Δήμος Ηρακλείου ενώ θεωρητικά έχει στα χέρια του τη χερσαία ζώνη, τυπικά είναι σαν να μην την έχει, αφού η υπόθεση της παραχώρησης σκοντάφτει σε μια τελευταία υπογραφή, για να ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία.
Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι να δημιουργούνται τεράστια ζητήματα, όπως για παράδειγμα η αποκατάσταση του παραθαλάσσιου τείχους που βρίσκεται στον αέρα και να υπάρχει ένα τρομακτικό διοικητικό κενό σε σχέση με το ποιος έχει την ευθύνη στις υποδομές και το λειτουργικό υπόβαθρο της παραλιακής ζώνης.
Όλα αυτά συμβαίνουν την ίδια ώρα που η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το παραθαλάσσιο ενετικό τείχος προκαλεί έντονο προβληματισμό και αγωνία σε συμπολίτες μας που βλέπουν το μνημείο σε όλη την έκταση του από την πλατεία 18 Άγγλων μέχρι το Λιμενικό Περίπτερο να χειροτερεύει.
Οι σπηλαιώσεις μεγαλώνουν όπως και η διάβρωση του τείχους που είναι απόλυτα εκτεθειμένο στον κυματισμό, και στην αλύγιστη γραφειοκρατία που δεν έχει κανένα σεβασμό στα 1.950 μέτρα του μνημείου, το οποίο η πόλη οφείλει με κάθε τρόπο να περιφρουρήσει, να προστατεύσει και να αναδείξει.
Παλαιότερη έκθεση της Τεχνικής Υπηρεσίας είχε καταγράψει ότι σε όλο το παραλιακό τείχος υπάρχουν υποσκαφές, χρωματικές αλλοιώσεις στην επιφάνεια της επένδυσης του τείχους, τοπικές καταρρεύσεις λιθεπενδύσεως σε περιοχές όπου το τείχος είναι απροστάτευτο από τη δράση του κυματισμού σε μεγάλη έκταση.
Επίσης υπάρχει επιφανειακή φθορά πέτρας από τα κύματα, αποδιοργάνωση κονιάματος τοιχοποιίας, υπάρχουν ανεξέλεγκτες αποχετεύσεις οι οποίες δημιουργούν μαύρους λεκέδες στο τείχος, τριγωνικής μορφής.
Επίσης διαπιστώθηκε κατάρρευση στέψης τείχους στο τμήμα από την Πύλη Δερματά, έως τον Προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, ενώ υπάρχουν ρωγμές μεγάλου εύρους (περίπου 5.00 cm). Ν) και ρωγμές αποκολλήσεως.
Από την τομή που έχει γίνει στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, για διάνοιξη της παραλιακής οδού, διακρίνεται σε απόσταση περίπου 10μ. από το κύριο τείχος και δεύτερο τείχος πάχους περίπου 2.00μ.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πόσο χρόνο θα επιτρέψουμε στη γραφειοκρατία για να παίξει με τις αντοχές του μνημείου που δεν είναι ανίκητες και ποιος θα χρεωθεί την ευθύνη μιας όχι απίθανης πτώσης ή κατάρρευσης τμήματος του μνημείου.