Του Θάνου Περβολαράκη
Η ζωή, λένε πολλοί, κάνει κύκλους. Είναι άδικη, γλυκιά και απρόβλεπτη. Η ζωή του Ηλία Ζαχαριουδάκη σίγουρα έχει κάνει πολλούς κύκλους, δεν ξέρουμε εάν είναι άδικη, υπήρξε όμως γλυκιά, πικρή και κυρίως απρόβλεπτη. Ο 57χρονος Ηλίας αποτελεί μια περίπτωση ανθρώπου, η πορεία του οποίου δείχνει ότι από τα ψηλά μπορεί κανείς να βρεθεί στα χαμηλά και το αντίστροφο. Από την άνετη ζωή που του προσέφερε η προσοδοφόρα εργασία του, από την πολυτέλεια που δικαίως κατείχε, από ένα άνετο και νέο διαμέρισμα που έμενε με την οικογένειά του, βρίσκεται πλέον στο δρόμο και κοιμάται τα βράδια στην αυλή ενός φίλου του. «Ήθελα πάντα τα καλύτερα για την οικογένειά μου και τους τα παρείχα. Τώρα δεν μπορώ, δυστυχώς» μας λέει και το μόνο που τον κάνει να χαίρεται είναι το κουράγιο που του δίνουν οι τρεις γιοι του, φοιτητές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Τον κ. Ζαχαριουδάκη ο περισσότερος κόσμος τον γνώρισε και τον καλημέριζε καθημερινά από το 1983 μέχρι και το 2007. Ήταν τα χρόνια της ευμάρειας για εκείνον, τη σύζυγό του και τα παιδιά του. Το συγκεκριμένο διάστημα κατείχε το πάρκινγκ κάτω από το άγαλμα του Βενιζέλου. «Ενοικίαζα τα κτίρια, διαμόρφωσα όμως το χώρο με όλες τις νόμιμες διαδικασίες, το 2005 κατεγράφη ως δημόσιος χώρος και το 2007 πέρασε στον Δήμο Ηρακλείου». Όπως λέει, μέχρι και την «έξωσή» του από το χώρο, είχε καταφέρει να τακτοποιεί και με το παραπάνω όλες του τις υποχρεώσεις, δεν χρωστούσε στην πολιτεία ή σε υπαλλήλους του, ενώ προσέφερε ό,τι καλύτερο μπορούσε στους δικούς του ανθρώπους. «Ξέρετε είμαι άνθρωπος της οικογένειας και ήθελα πάντα τα καλύτερα. Μέχρι το 2011, είχα ήδη χάσει το πάρκινγκ, τα όποια χρήματα είχα βγάλει, τα έδινα για να μην χρωστάω πουθενά. Δε μου αρέσει να χρωστάω» σχολιάζει.
Τα γεγονότα
Ένα δυσάρεστο οικογενειακό γεγονός, πέρα από το ότι σημάδεψε εκείνον και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, ήταν η αφορμή για να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τον ίδιο. «Η γυναίκα μου απέβαλε την ημέρα που γεννούσε το τέταρτό μας παιδί. Αυτό στοίχισε και στους δυο μας. Εκείνη την περίοδο, έπρεπε να σταθώ στο πλευρό της και να τη στηρίξω. Τότε, για να μπορέσει να ξεπεράσει κι εκείνη τα προβλήματα που προέκυψαν, γράψαμε τα παιδιά σε ιδιωτικά σχολεία. Δεν ήταν επίδειξη πλουτισμού, αλλά μια ανάγκη που έπρεπε να ικανοποιηθεί. Έπρεπε να βρίσκομαι κοντά στη σύζυγό μου» τονίζει.
Από τη μία τα οικογενειακά θέματα που έπρεπε να τακτοποιηθούν, από την άλλη το γεγονός ότι βρέθηκε «ξεκρέμαστος» επαγγελματικά, άλλαξαν άρδην την καθημερινότητα, τις συνήθειες και γενικότερα τη ζωή του.
Το τελευταίο διάστημα το ένα πρόβλημα διαδέχεται το άλλο και το μόνο που τον κάνει να αισιοδοξεί και να χαίρεται είναι όταν μιλάει για τους γιους του. «Και οι τρεις είναι φοιτητές» αναφέρει με περηφάνια, αλλά τη χαρά του διαδέχεται και πάλι η θλίψη, όταν λέει ότι τόσο εκείνος όσο και η σύζυγός του είναι άνεργοι και τα παιδιά του μένουν αναγκαστικά στην εστία του πανεπιστημίου. «Τα παιδιά αυτά μου δίνουν κουράγιο, ενώ είμαι τυχερός που έχω και τα πεθερικά μου, που παρά τη μικρή σύνταξή τους, οι άνθρωποι μας βοηθούν όσο μπορούν».
Ένα όμως ακόμα «χαστούκι» ήρθε για να προσθέσει μια ακόμη δυσκολία στις ήδη υπάρχουσες. Δύσκολο να βρει δουλειά εδώ και αρκετό καιρό, λόγω της οικονομικής κρίσης, αν και κατά κοινή ομολογία είναι καλός κατασκευαστής επίπλων, όμως πλέον βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα ακόμη πρόβλημα: «Μου έκαναν έξωση από το σπίτι μου. Ένα σπίτι που δημιουργήθηκε από την ένωση δύο διαφορετικών χώρων. Το 2004 ενοικίαζα μια τρώγλη, όμως δεν μας χωρούσε, καθώς ήταν 54 τετραγωνικά. Ενοικίασα και το διπλανό χώρο που δεν είχε ούτε πατώματα. «Έριξα» περισσότερα από 100 χιλιάδες ευρώ για να το φτιάξω, κατάφερα όμως να μένω σε ένα σπίτι 160 τετραγωνικών. Δε θέλω να κατηγορήσω τους ιδιοκτήτες, αυτοί έκαναν αυτό που πίστευαν, άσκησαν το νόμιμο δικαίωμά τους, εγώ όμως πρέπει να πω ότι δεν τήρησαν τη συμφωνία που είχαμε κάνει κι έτσι αδυνατώντας να πληρώσω τα χρήματα που ζήτησαν, αθετώντας τη συμφωνία μας, βρεθήκαμε στο δρόμο» ισχυρίζεται. Προχθές το απόγευμα, όπως τονίζει, άλλαξαν τις κλειδαριές και πλέον δεν μπορεί να μένει στο σπίτι αυτό, ενώ τα περισσότερα πράγματά του αλλά και τα ρούχα βρίσκονται μέσα στο σπίτι αυτό.
Τη χθεσινή νύχτα την πέρασε στην αυλή ενός φίλου του. Ψάχνει πλέον εκτός από μια δουλειά για να ζει με αξιοπρέπεια, κι ένα σπίτι, κάπου κοντά στη Φορτέτσα. «Δυστυχώς, δεν έχω τη δυνατότητα να δίνω περισσότερα από 150 ευρώ για ενοίκιο» μας λέει και μας αποχαιρετά.