ΤΟ ΧΑΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ

Στο απόλυτο κενό ολόκληρη η παλιά πόλη του Ηρακλείου, που βουλιάζει μέσα στην παρακμή και τις επικινδυνότητες των γηρασμένων κτηρίων, που απειλούν ευθέως τη δημόσια ασφάλεια, μετά την εγκατάλειψη της μελέτης ανάπλασης του ιστορικού ιστού.

Δεκάδες κτίσματα δεν μπορούν να αποκατασταθούν και να ενισχυθούν στατικά αφού σύμφωνα με το υφιστάμενο σχέδιο ρυμοτομούνται και οι ιδιοκτήτες τους βρίσκονται σε ομηρεία όσο δεν προχωρά η μελέτη ανάπλασης της παλιάς πόλης.

Έτσι, ενώ η Λότζια επενδύει σε αποσπασματικές παρεμβάσεις με επόμενο στόχο τη διαμόρφωση της περιοχής του open mall, όλο το υπόλοιπο κομμάτι της παλιάς πόλης, μέρα με τη μέρα καταρρέει και την ίδια στιγμή ναρκοθετεί τη δημόσια ασφάλεια.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι έχουν ήδη περάσει 26 ολόκληρα χρόνια από τη συμβασιοποίηση της περίφημης μελέτης ανάπλασης της παλιάς πόλης, μέσω της οποίας είχε σχεδιαστεί ένα οραματικό σχέδιο αναγέννησης του ιστορικού ιστού που αν και πολυδάπανο δυστυχώς δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει το προκαταρκτικό στάδιο επεξεργασίας.

Οι όποιες προσπάθειες έγιναν μέχρι και πριν από τρία χρόνια για την αναψηλάφηση της μελέτης με την προοπτική να δοθούν συντεταγμένες για το πώς θα προχωρήσει η ανάπλαση της παλιάς πόλης αποδείχτηκαν αδιέξοδες με αποτέλεσμα σήμερα να βρισκόμαστε στο απόλυτο αδιέξοδο.

Η διαχρονική εγκατάλειψη της μελέτης ανάπλασης της παλιάς πόλης, που παραμένει αίολη και σήμερα πλέον αναχρονιστική άφησε πίσω της ένα τεράστιο κενό αφού δεν υπάρχει κανένα σχέδιο διαχείρισης και αξιοποίησης του κτηριακού αποθέματος του ιστορικού ιστού.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο για το τι θα γίνει με το ιστορικό κέντρο το οποίο στη σημερινή του κατάσταση εγείρει μείζονα ζητήματα δημόσιας ασφάλειας λόγω των γηρασμένων κτηρίων του, που μπορούν να καταρρεύσουν και με μια δυνατή βροχή.

Το μέλος της διοικούσας επιτροπής του ΤΕΕ/ΤΑΚ και πρόεδρος της ΑΜΑΚ Ειρήνη Βρέντζου
Ο κ. Ταμιωλάκης

Με δηλώσεις της στην «Π» η κ. Ειρήνη Βρέντζου,  μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Τεχνικού Επιμελητηρίου  και πρόεδρος της ΑΜΑΚ, εξηγεί ότι σήμερα η παλιά πόλη βυθίζεται μέσα στα αδιέξοδα της καθώς απαγορεύεται να ενισχυθούν κτήρια που ρυμοτομούνται, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα οι επικινδυνότητες και κυρίως η αγωνία για μελλοντικά ατυχήματα που μπορούν να συμβούν, τα οποία ο πρόσφατος σεισμός στην Τουρκία και τη Συρία έδειξε που μπορούν να φτάσουν.

Για το λόγο αυτό όπως εξηγεί είναι κομβικό να προχωρήσουν νέα σχέδια αναπλάσεων  έτσι ώστε να αναβαθμιστούν οι περιοχές και να υπάρχει κίνητρο για τους κατοίκους να συντηρήσουν και να αποκαταστήσουν τις ιδιοκτησίες τους.

Επίσης να  εντατικοποιηθούν οι διαδικασίες επισκευής κτισμάτων με επικίνδυνες κατασκευές – ετοιμορροπίες, ως προς τον κοινόχρηστο χώρο και κυρίως να καλλιεργηθεί με διαρκή μέριμνα η έννοια της  συντήρησης του κτηριακού αποθέματος και των έργων υποδομής. Ειδικότερα όπως η ίδια επισημαίνει, «η μελέτη της παλιάς πόλης πρέπει επιτέλους να εγκριθεί.

Δεν γίνεται να υπάρχει το παλιό σχέδιο που ισχύει, με τη ρυμοτόμηση και με το αναχρονιστικό πλαίσιο που περιέχει σε σχέση με τη διατήρηση του οικιστικού ιστού και του κτηριακού αποθέματος, που πλέον το αντιμετωπίζουμε διαφορετικά και την ίδια στιγμή να μην προχωρά η θεσμοθέτηση της μελέτης της παλιάς πόλης.

Μόνο μέσα από τη θεσμοθέτηση της μελέτης του ιστορικού ιστού θα έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για την πόλη του Ηρακλείου, ώστε να ενσωματωθεί επιστημονικά και το κυκλοφοριακό για το οποίο γίνεται πάρα πολλή κουβέντα σε σχέση με τις πεζοδρομήσεις. Δεν μπορεί κάθε φορά να συζητάμε ποιός δρόμος θα πεζοδρομηθεί ή θα μονοδρομηθεί μεμονωμένα.

Άρα θα πρέπει να γίνει μια οριστική μελέτη και να θεσμοθετηθεί για να μπορούμε πλέον να έχουμε όλοι μια εικόνα για ποια πόλη μιλάμε.  Μια τέτοια εξέλιξη θα δώσει στους ιδιώτες να κάνουν παρεμβάσεις αποκατάστασης και στα κτήριά τους που αυτή τη στιγμή δεν μπορούν στα τμήματα που ρυμοτουμούνται».