Μια ιστορία που ξαφνιάζει και συγκινεί αποκαλύφθηκε πριν λίγο καιρό στο αεροδρόμιο Ηρακλείου, όταν ένας Έλληνας επιβάτης, εκδρομέας και επισκέπτης στο Ηράκλειο, έμελλε να πιάσει κουβέντα με την υπάλληλο ελέγχου χειραποσκευών, στο πλαίσιο των καθηκόντων της δεύτερης.
Ο Έλληνας επιβάτης περίμενε στην ουρά μέχρι να έρθει η σειρά για να περάσει τις χειραποσκευές του από τα μηχανήματα ελέγχου, πριν κι εκείνος διαβεί τη μαγνητική πύλη…
Η υπάλληλος με ευγενικό τρόπο, έκανε την καθιερωμένη ερώτηση για το περιεχόμενο της χειραποσκευής του: «Κουβαλάτε κάποιο ηλεκτρονικό αντικείμενο, όπως φορητό υπολογιστή ή λάπτοπ;» ρώτησε με τον τυπικό, επαγγελματικό τόνο.
«Όχι», απάντησε ο άνδρας, αλλά η ματιά του είχε κάτι το διαφορετικό, σχεδόν αόριστο. Δευτερόλεπτα μετά ο ίδιος άνθρωπος που σκόπευε να ταξιδέψει για χώρα της Ευρώπης, όπου μένει μόνιμα, συνέχισε την πρότασή του.
«Έχω στη βαλίτσα κάτι άλλο» είπε. Και τότε έκπληκτη η υπάλληλος του ελέγχου ρώτησε τι είναι αυτό που υπάρχει. Για να πάρει μια απάντηση την οποία θα θυμάται για χρόνια. «Στη χειραποσκευή μεταφέρω τη μητέρα μου» είπε κοιτάζοντας στα μάτια τη γυναίκα που είχε απέναντί του. Αμέσως, ο επιβάτης άνοιξε την χειραποσκευή και μέσα από αυτή έβγαλε μια γυάλα, μέσα στην οποία υπήρχε η τέφρα τη μητέρας του. Ναι, καλά διαβάσατε.
Τέφρα. Το πρόσωπο του υπαλλήλου ασφαλείας, όπως είναι λογικό, έχασε κάθε ψήγμα επαγγελματικής αυστηρότητας, καθώς αντίκριζε ένα προσωπικό αντικείμενο που ξεπερνούσε κατά πολύ τις συνηθισμένες αποσκευές.
«Έχω τα χαρτιά του αποτεφρωτηρίου» είπε στην υπάλληλο, η οποία προσπαθούσε να κρύψει την έκπληξή της. «Δεν χρειάζεται, είναι σκόνη και μπορεί να ταξιδέψει» του απάντησε.
Η ιστορία αποδείχθηκε ακόμα πιο συγκινητική, και αναμφίβολα λίγο μακάβρια, όταν ο επιβάτης εξήγησε στους εμβρόντητους υπαλλήλους πως είχε έρθει στην Κρήτη με τη μητέρα του για διακοπές, εκπληρώνοντας ένα δικό της όνειρο.
Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια των διακοπών, εκείνη έφυγε από τη ζωή. Ο γιος της αποφάσισε να την τιμήσει με τον δικό του τρόπο, αποστέλλοντας τη σορό της στη Ριτσώνα για αποτέφρωση, ώστε να πάρει την τέφρα και να επιστρέψει μαζί της στην Κρήτη για να συνεχίσει, έστω και με αυτό τον τρόπο, τις υπόλοιπες μέρες των διακοπών τους.
Οι υπάλληλοι στο «Νίκος Καζαντζάκης», επέτρεψαν ως όφειλαν την συνέχιση του ταξιδιού του, έχοντας αντιληφθεί ότι αυτό δεν ήταν απλώς ένα παράξενο αντικείμενο, αλλά ένα φορτίο βαρύ συναισθηματικά, ένα αποχαιρετιστήριο ταξίδι που είχε για εκείνον βαθύ νόημα.
Όσο για το προσωπικό ασφαλείας, είναι μάλλον σίγουρο πως αυτό το περιστατικό θα το θυμούνται ως το πιο απρόβλεπτο –και εντελώς ανθρώπινο– αντικείμενο που πέρασε ποτέ από τον έλεγχό τους.
Για τον επιβάτη, όμως, αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο από την τελευταία του υπόσχεση σε έναν άνθρωπο που αγάπησε.