Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης
Του Γεωργίου

Να ξεκαθαρίσω κάτι απ’ την αρχή. Ήμουνα φίλος του τραίνου.  Όχι τώρα, αλλά εκείνη την παλιά  φοιτητική εποχή, κάπου μισό αιώνα πριν, στο δρομολόγιο Αθήνα-Τρίκαλα μέσω του σταθμού των Παλαιοφαρσάλων, όπου κατέβαινα και έπαιρνα την άλλη γραμμή Βόλος-Καλαμπάκα, ένα οτομοτρίς, συνήθως, ή ένα συρμό ξύλινων βαγονιών για να φτάσω στην γενέθλια πόλη. Μου άρεσε, ενθυμούμαι, να τριγυρνώ μέσα στα βαγόνια, πίνοντας καφέ και καπνίζοντας εκείνα τα βαριά Astor με το κοκκινωπό κουτί, κάνοντας γνωριμίες, και αποφεύγοντας έτσι να βρίσκομαι καθηλωμένος σε μια θέση στο εξάωρο ταξίδι με τα πρωτόγονα λεωφορεία του ΚΤΕΛ.

Και τότε υπήρχαν προβλήματα στις σιδηροδρομικές γραμμές, με προεξάρχον γεγονός  στη μνήμη μου την ολονύκτια παραμονή μας στο σταθμό του Μπράλου, όπου λόγω βλάβης μείναμε όλη νύχτα σε ένα χειμωνιάτικο και χιονισμένο  τοπίο χωρίς θέρμανση, δυό τρεις  μέρες πριν τα Χριστούγεννα. Σε άλλη περίπτωση,  ενθυμούμαι δύο Αμερικανίδες τουρίστριες να με ρωτούν εάν γυρίζουν κινηματογραφική ταινία γουέστερν επειδή το βαγόνι ήταν ξύλινο απ’ έξω, που ομοίαζε εκπληκτικά με όσα γνωρίσαμε στα σπαγγέτι και στα κλασικά γουέστερν της άγριας δύσης.

Η νοσταλγία, φυσικά, είναι σύμφυτη ιδιότητα των μεγαλύτερων ανθρώπων σε ηλικία. Κάποιοι λένε πως όταν αρχίζεις να αναφέρεσαι σε παλιά γεγονότα έχεις μεγαλώσει αρκετά, και δεν έχουν άδικο. Τα θυμήθηκα όλα αυτά, με την πρόσφατη εθνική τραγωδία στα Τέμπη. Ένα διαχρονικό έγκλημα με πολλούς αποδέκτες, μάλλον ενόχους.

Με κανέναν πολιτικό να μην τολμά, διαχρονικά, να τα βάλει με το παντοδύναμο κατεστημένο, τους συνδικαλιστές, τους σιδηροδρομικούς υπαλλήλους, τα σωματεία, τους επιχειρηματίες, όλους τους βολεμένους απ’ αυτή την κατάσταση, την όποια κάθε φορά αντιπολίτευση,  τους αναρχικούς, τους επικίνδυνους λαϊκιστές και δήθεν υπερασπιστές της καθεστηκυίας τάξης και των κεκτημένων, και όλο αυτό το αποκρουστικό και πανάθλιο συνοθύλευμα.

Χρόνια και δεκαετίες όλοι κάλυπταν το πρόβλημα κάτω απ’ το τραπέζι, αποφεύγοντας να συγκρουστούν και να έρθουν αντιμέτωποι με το ύπουλο σαράκι. Όμως η καταιγίδα ήρθε με δυναμικό τρόπο και αναπάντεχη ένταση. Ένα ανθρώπινο λάθος και η συλλογική μας μνήμη στολίστηκε εις το διηνεκές με πολλά θύματα νέων, κατά κανόνα, παιδιών. Γιατί κάποιοι θα πληρώσουν για όλα αυτά, αλλά τα παιδιά δεν θα γυρίσουν πίσω στις οικογένειες, στους δικούς τους.  Γιατί είναι ντροπή στον αιώνα που ζούμε να μην μπορούμε να εντοπίσουμε την πορεία ενός τραίνου, όταν ακόμα και τα πιο απλά κινητά τηλέφωνα καταγράφουν λεπτομερώς την πορεία του κατόχου τους.

Δεν αναφέρομαι στα εκατομμύρια ευρώ που ξοδεύτηκαν, κάπου ένα δισεκατομμύριο, σε λοβιτούρες, σε στημένους  διαγωνισμούς που μακρηγορούν και αναβάλλονται ποικιλοτρόπως με  δικαιολογίες του τύπου να δούμε πως θα φτιάξουμε τις ανάλογες προδιαγραφές, δηλαδή αυτές που συμφέρουν κάποιους, τί θα πει ή τί είπε η επιτροπή αξιολόγησης, πως θα προχωρήσουμε σε επιτροπές ενστάσεων, ώστε να ακυρωθούν ότι δεν συμφέρει σε  συγκεκριμένα  συμφέροντα, και τόσο άλλα ευτράπελα  που ροκανίζουν τις δημόσιες υπηρεσίες και την αποτελεσματική τους λειτουργία, κινδυνεύοντας βέβαια οι εμπλεκόμενοι να  πέσουν στο απονενοημένο διάβημα των απ’ ευθείας αναθέσεων με τα γνωστά απώτερα αποτελέσματα.

Η τραγωδία των Τεμπών αναμφίβολα, πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες και το δράμα των συγγενών των θυμάτων,  θα αφήσει το στίγμα της σε όλους τους πολιτικούς χώρους, στην ημερομηνία των εκλογών και βεβαίως  στο επόμενο κυβερνητικό σχήμα που θα προκύψει απ’ αυτές.

Είναι όμως καιρός να ξεκαθαρίσουμε πώς ξοδεύτηκαν όλα εκείνα τα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, πράγμα απίθανο, διαχρονικά, τί είδους τραίνα θέλουμε τελικά, με τί ιδιοκτησιακό καθεστώς, ποιο σιδηροδρομικό δίκτυο, και το σπουδαιότερο πώς θα εξολοθρεύσουμε το σαράκι των ανεύθυνων λαϊκιστών οι οποίοι ήδη έπιασαν δουλειά λίγες μόλις μέρες μετά το εθνικό δράμα.

Η συμφορά ετούτη των Τεμπών, προσφέρει μια καλή ευκαιρία σε όλους, πολιτικούς και πολίτες, για  αναστοχασμό, για περισσότερη σοβαρότητα των πρωταγωνιστών στο θέμα αυτό, όπως φυσικά και σε ανάλογα πόστα στις  άλλες δημόσιες υπηρεσίες, γιατί ενός κακού μύρια έπονται και τα οποία  αποκαθηλώνουν από το χάρτη επίπονη εργασία γενεών και γενεών.

Όσον αφορά εμένα, για να επιστρέψω εκεί όπου άρχισα, ευχαρίστως θα ταξίδευα πάλι με τραίνο, αν μπορούσα να αλλάξω κάποιες προσωπικές παραμέτρους! Ο καθένας άνθρωπος όμως, έχει κάθε φορά τους ιδιαίτερους  προορισμούς του, το τραίνο της ζωής του σταματά σε συγκεκριμένους σταθμούς, ενώ πολλάκις υπάρχουν αλλαγές στα δρομολόγια, και δυστυχώς κάποιες φορές αναπάντεχα γεγονότα και ατυχήματα!

*Ο Γιώργος Σχορετσανίτης είναι διευθυντής χειρουργικής – συγγραφέας