Ως παράνομη και αντικαταστατική έκρινε το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου την απόφαση προηγούμενων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων νομού Ηρακλείου να αλλάξουν τη σύνθεση του Δ.Σ. και να αναδιανείμουν τις θέσεις του προεδρείου.
Πρόκειται για την υπόθεση που είχε αποκαλύψει η «Π» τον περασμένο Οκτώβριο, η οποία είχε φτάσει μέχρι τα Δικαστήρια.
Υπενθυμίζεται ότι στη διάρκεια μιας επεισοδιακής συνεδρίαση του Δ.Σ της συνδικαλιστικής Ένωσης των Αστυνομικών στις 6 Οκτωβρίου, πέντε μέλη της 9μελούς τότε διοίκησης αποφάσισαν να «καθαιρεθεί» το τότε προεδρείο και να προκύψει νέο. Με απλά λόγια, μέσα σε μία νύχτα ανέλαβε νέος πρόεδρος, νέος αντιπρόεδρος κοκ.
Η πλειοψηφούσα ομάδα, που είχε αναλάβει και τα νέα αξιώματα, είχε αναφέρει στη διάρκεια του Δ.Σ. τότε ότι η Ένωση δεν αποδίδει το αναμενόμενο έργο και είχε ζητήσει… ανασχηματισμό! Σε αυτή τη μομφή, το μέχρι τότε προεδρείο, οι τέσσερις δηλαδή που κατείχαν τα αξιώματα του προέδρου, αντιπροέδρου, ταμία και οργανωτικού γραμματέα είχαν πει ότι αυτό δεν προβλέπεται από το καταστατικό, είχαν ζητήσει να γίνει ανάγνωσή του, ενώ είχαν αναφέρει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει και για το λόγο ότι το θέμα δεν είχε εισαχθεί στην ημερήσια διάταξη.
Οι τέσσερις προαναφερθέντες είχαν διακόψει το Δ.Σ .και είχαν αποχωρήσει. Χθες με απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου, όπου συζητήθηκαν τα ασφαλιστικά μέτρα που είχε καταθέσει μερίδα αστυνομικών μετά και από αυτές τις εξελίξεις, αποφάσισε την αναστολή της ισχύος και εκτέλεσης της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου περί ανασυγκρότησης και ανακατανομής αξιωμάτων στα μέλη του.
Στην απόφαση αναφέρεται, σύμφωνα με πληροφορίες ότι η απόφαση για την αλλαγή της σύνθεσης του Δ.Σ. είναι παράνομη, καθώς δεν ανεγράφη το θέμα στην ημερήσια διάταξη, ούτε έγινε έκτακτο Διοικητικό Συμβούλιο, ενώ δεν υπήρχε η προβλεπόμενη αυξημένη απαρτία, συνεπώς η απόφαση είναι αντίθετη με το καταστατικό της Ένωσης αστυνομικών Υπαλλήλων Νομού Ηρακλείου.
Οι ίδιες πληροφορίες από δικαστικές πηγές αναφέρουν ότι σε άλλο σημείο της απόφασης αναφέρεται ότι θα πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι γίνεται έλεγχος στα οικονομικά στοιχεία προηγούμενης διοίκησης και δε θα ήταν σωστό η διαδικασία του ελέγχου να δυσχεραίνεται από την ύπαρξη ενός Δ.Σ, το οποίο συστάθηκε παράνομα.