«Μέσα στην πόνο και την οδύνη μας είμαστε υπερήφανοι σαν οικογένεια που δώσαμε τα όργανα και σήμερα ζουν πέντε άνθρωποι» είπε στην κατάθεση του ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου ο Κώστας Κανάκης, πατέρας του 17χρονου Άγγελου, ο οποίος έχασε τη ζωή του μετά από τροχαίο τον Νοέμβριο του 2018, σε δρόμο του Γαζίου όπου διέμενε. Μετά από 25 ημέρες στη ΜΕΘ του Βενιζελείου, οι γονείς πήραν τη μεγάλη απόφαση να δώσουν τα όργανα του μικρότερου παιδιού τους αφού πλέον τα εγκεφαλικά τεστ πιστοποιούσαν ότι όλα είχαν τελειώσει.
Χθες εκδικάστηκε το ποινικό σκέλος της υπόθεσης οπότε και στο εδώλιο κάθισε η οδηγός του εμπλεκόμενου αυτοκινήτου στο θανατηφόρο τροχαίο. Ο Άγγελος ήταν με το μηχανάκι του αδερφού του. Μία μικρή βόλτα θα έκανε και θα επέστρεφε στο σπίτι καθώς η μητέρα του είχε βάλει ήδη το φαγητό στο τραπέζι. Το κακό σημειώθηκε στην συμβολή των οδών Γιάννη Ψυχάρη και Γεωργίου Γεννηματά. Η κατηγορούμενη εμφανίστηκε συντετριμμένη από το δυστύχημα, αναλαμβάνοντας την υπαιτιότητα κατά 50%, όπως είπε. Ανέφερε ότι όσο ο Άγγελος νοσηλευόταν στη ΜΕΘ πήγε αρκετές φορές στο νοσοκομείο για να συμπαρασταθεί στην οικογένεια του 17χρονου.
Το δικαστήριο τής αναγνώρισε το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας και της επέβαλε ποινή φυλάκισης ενός έτους με τριετή αναστολή. Από μέρους της κατηγορουμένης ασκήθηκε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης.
Οι γονείς του αδικοχαμένου Άγγελου, Κώστας και Μαρία, είχαν μιλήσει πριν μερικούς μήνες στην «Π» για την απόφαση τους να δώσουν τα όργανα του. «Πάρτε ό,τι είναι γερό, να μη το φάνε τα σκουλήκια» ήταν η χαρακτηριστική φράση του πατέρα προς τους γιατρούς, μετά από 25 ημέρες στη ΜΕΘ. «Η δωρεά οργάνων είναι το πολυτιμότερο δώρο ζωής στον συνάνθρωπο και το καλύτερο μνημόσυνο στον άνθρωπο που έχεις χάσει. Δεν θέλει άλλο μνημόσυνο. Να φεύγει μία ζωή και να κερδίζουν ζωή πέντε, έξι, επτά συνάνθρωποι μας… Να μη διστάζετε. Και ο Θεός το θέλει. Το παιδί μας ζει… Γυρίζει κάπου εδώ τριγύρω..» ήταν τα λόγια τους.
Δεν μετανιώνουν δευτερόλεπτο για την απόφαση τους. Νιώθουν ηθική ικανοποίηση. Θα ήταν μεγάλη τους χαρά, όπως είχαν εξομολογηθεί, να συναντούσαν κάποια στιγμή τους λήπτες, εφόσον θα το επιθυμούσαν και οι ίδιοι.