Η υπόθεση που αναμένεται να εκδικαστεί τη Δευτέρα στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης διαφέρει από όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις διακίνησης μεταναστών. Σοκάρουν οι μαρτυρίες για την κτηνώδη συμπεριφορά των διακινητών απέναντι στους μετανάστες, τους οποίους είχαν «θάψει» ζωντανούς-νεκρούς σε απόκρημνες σπηλιές και σε στάνες που παρέπεμπαν σε «ποντικότρυπες».
Κανένα ίχνος σεβασμού στην ανθρώπινη ύπαρξη. Μέσα σε συνθήκες απίστευτης βρωμιάς και δυσωδίας, πεινασμένοι, διψασμένοι, με το κρύο και την υγρασία να «τσακίζει» τα κόκκαλά τους. Ζητούσαν να κάνουν την ανάγκη τους και τους κλωτσούσαν. Τους σημάδευαν με το όπλο στον κρόταφο και τους απειλούσαν ότι θα τους θάψουν και κανείς δεν θα πάρει χαμπάρι.
Παιδιά αρρώστησαν βαριά και ένα λίγο έλειψε να πεθάνει. Η απελευθέρωσή τους από τους άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων ήταν λυτρωτική. Εξίσου όμως ανατριχιαστικές είναι και οι περιγραφές των ίδιων των αστυνομικών, οι οποίοι «λύγισαν» μπροστά στις εικόνες της εξαθλίωσης που αντίκρισαν. Όπως χαρακτηριστικά είχαν εκμυστηρευτεί στην «Π», είδαν κατάματα πώς είναι να εξευτελίζεις την ανθρώπινη ύπαρξη.
Συνολικά οι εμπλεκόμενοι που παραπέμπονται στο εδώλιο είναι 21 άτομα, ανάμεσά τους και Κρητικοί αλλά και ένας αστυνομικός. Οι 18 παραμένουν προφυλακισμένοι. Οι Αρχές μιλούν για την… αποκαθήλωση ενός από τα μεγαλύτερα διεθνή εγκληματικά δίκτυα διακίνησης μεταναστών στην ανατολική Μεσόγειο. Μία είδηση που είχε κάνει τον γύρο του κόσμου.
Οι άνθρωποι, πολλοί οικογενειάρχες, θέλησαν απλώς να ζήσουν μία καλύτερη ζωή. Ξεριζώθηκαν, ξεπουλήθηκαν με ένα και μόνο όνειρο: να φθάσουν στην Ευρώπη. Και τελικά κατέληξαν να ποδοπατούνται σε τρύπες που τις είχαν «βαπτίσει» στάνες και σε απόκρημνες σπηλιές.
Ημέρες και νύχτες σαν τους ποντικούς, ο ένας πάνω στον άλλον. Ξεσκίστηκαν τα πόδια τους να διασχίσουν την Τουρκία, κινδύνευσαν να θαλασσοπνιγούν για να περάσουν στην Ελλάδα και έφθασαν στην Κρήτη, πιστεύοντας ότι ήταν ένα βήμα πιο κοντά στον στόχο τους. Μόνο που το βήμα αυτό έμελλε να μείνει μετέωρο σαν τις ελπίδες τους. Οι διακινητές τούς εξουσίαζαν ψυχή και σώμα, προτάσσοντας τα όπλα σε όποιον σήκωνε κεφάλι. Τους αντιμετώπιζαν σαν ένα προπληρωμένο κομμάτι «κρέας».
Ένας από τους διασωθέντες μετανάστες λέει σε κατάθεσή του: «Και πάλι δεν μας άφηναν να βγούμε έξω, πεινούσαμε, κρυώναμε, δεν είχαμε να σκεπαστούμε. Όλα ήταν μαύρα. Μας απειλούσαν, κρατούσαν μαχαίρια και όπλα και πυροβολούσαν.
Ο Z… (Αφγανός εκ των βασικών στελεχών) κρατούσε όπλο, το όπλιζε και μας απειλούσε ότι θα μας πυροβολήσει και ότι θα μας θάψει, χωρίς να το μάθει κανείς. Ο κουκουλοφόρος και ο Eshan πυροβόλησαν και μάλιστα τα σκάγια τραυμάτισαν στο αυτί έναν Τούρκο που ήταν μαζί μας».
Όπως περιγράφεται, όσοι τολμούσαν να διαμαρτυρηθούν ή να αγγίξουν καμία αραβική πίτα για να ξεγελάσουν την πείνα τους, έτρωγαν το ξύλο της… αρκούδας. Κάποιοι ξέσπασαν σε κλάματα από τον τρόμο τους όταν βρέθηκαν με το πιστόλι στον κρόταφο. Όπως στην περίπτωση ενός Παλαιστίνιου.