Αύριο Τετάρτη έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει σε δεύτερο βαθμό από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων του Πειραιά η εκδίκαση της υπόθεσης του φορτωμένου με όπλα και σφαίρες φορτηγού πλοίου «Haddad 1», στο οποίο έγινε ρεσάλτο των λιμενικών ενώ αυτό έπλεε 20 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά της Ιεράπετρας, αρχές Σεπτεμβρίου του 2015.
Κρυμμένα ανάμεσα σε εμπορευματοκιβώτια με οικιακά είδη είχαν βρεθεί δύο κοντέινερ με μισό εκατομμύριο σφαίρες διαμετρήματος 9 χιλιοστών και πάνω από 4.800 τουρκικής κατασκευής καραμπίνες. Τα επτά μέλη του πληρώματος, Σύροι, Λιβανέζοι και Ινδοί, συνελήφθησαν και ενάμιση χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 2017, καταδικάστηκαν πρωτοδίκως σε κάθειρξη 15 ετών
. Το δικαστήριο του Πειραιά, όπως αναφέρει η «Καθημερινή», τους έκρινε ένοχους για παράνομο εφοδιασμό με όπλα και πυρομαχικά της οργάνωσης Libya Dawn, η οποία ήλεγχε την περιοχή της Μιζουράτα της Λιβύης και δεν ανήκε μεταξύ των αναγνωρισμένων από τη διεθνή κοινότητα και τις αρχές της Τρίπολης ένοπλων ομάδων.
Το «Haddad 1» ανήκε στην εταιρεία Haddad Shipping CO με έδρα την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ενώ ως διαχειρίστρια εταιρεία του πλοίου εμφανιζόταν η Phoenicia Maritime LLC, με έδρα την πόλη Ταρτούς της Συρίας. Το διάστημα πριν από το επίμαχο ταξίδι το φορτηγό πλοίο πραγματοποιούσε ύποπτους πλόες ανάμεσα στα αγκυροβόλια της Αλεξανδρέττας και της Αμμοχώστου και τελικά ξεκίνησε το ταξίδι του για τη Μιζουράτα της Λιβύης την 28η Αυγούστου. Από τα δηλωτικά έγγραφα του φορτίου προκύπτει ότι τα δύο κοντέινερ με τις σφαίρες και τις τουρκικής κατασκευής καραμπίνες μάρκας Τorun φορτώθηκαν στο λιμάνι της Αλεξανδρέττας την παραμονή του απόπλου του «Haddad» για τη Λιβύη.
«Τα όπλα και τα πυρομαχικά βρέθηκαν στα δύο εμπορευματοκιβώτια που φορτώθηκαν στην Αλεξανδρέττα (Iskenderun). Ως μεταφερόμενο εμπόρευμα αναγραφόταν στα συνοδευτικά έγγραφα «πλαστικά και διάφορα οικιακά είδη» όπως είχε καταθέσει αξιωματούχος του Λιμεναρχείου Ηρακλείου ο οποίος μετείχε στην έρευνα.
Η κατάσχεση του φορτίου από το Λιμενικό είχε προκαλέσει την αντίδραση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών.
Ο τότε εκπρόσωπός του Τanju Bilgic είχε υποστηρίξει ότι οι σφαίρες επρόκειτο να παραδοθούν με νόμιμη άδεια στην αστυνομία του Σουδάν και τα 4.900 τουρκικής κατασκευής κυνηγετικά όπλα στον Λίβανο. Είχε ακόμα επισημάνει ότι «η Τουρκία στις εξαγωγές όπλων υπόκειται σε ελεγκτικούς μηχανισμούς, σύμφωνα με τα διεθνή στάνταρ».
Τους ισχυρισμούς του Τούρκου κυβερνητικού αξιωματούχου έμοιαζε να ανατρέπει έγγραφο-απάντηση της πρεσβείας της Αιγύπτου στην Αθήνα. Αποκάλυπτε ότι και τον Ιούνιο του 2015, δηλαδή τρεις μήνες πριν από την κατάσχεση των όπλων και πυρομαχικών ανοικτά της Κρήτης, το «Haddad» είχε φορτώσει από την Τουρκία και μεταφέρει στη Λιβύη πέντε κοντέινερ με τουρκικής κατασκευής όπλα και πυρομαχικά, κρυμμένα μάλιστα ανάμεσα σε κιβώτια με παιχνίδια. Το παράνομο φορτίο είχε και σ’ εκείνη την περίπτωση προορισμό το ελεγχόμενο από ακραίους ισλαμιστές αντάρτες λιμάνι της Μιζουράτα.
Δηλώνουν άγνοια
Στις καταθέσεις τους στους αξιωματικούς του Λιμενικού τα μέλη του πληρώματος είχαν δηλώσει άγνοια για το περιεχόμενο των κοντέινερ. «Φορτώσαμε 12 κοντέινερ χωρίς να γνωρίζω τι είχαν μέσα. Μου είχαν πει μόνο ότι έχουν ρούχα. Δεν ρώτησα τίποτα» είχε πει στην απολογία του ο ένας από τους ναύτες, υπήκοος Ινδίας.
Ο συνήγορός τους Γιάννης Γλύκας δήλωσε στην «Κ»: «Οι κατηγορούμενοι προσέρχονται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ύστερα από 2,5 χρόνια κράτησης έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη και πιστεύοντας ότι θα δικαιωθούν πείθοντας το δικαστήριο για την πραγματική άγνοιά τους κατά την τέλεση της πράξης, καθώς πλανήθηκαν όσον αφορά το είδος του φορτίου που μετέφεραν».
Στο πλαίσιο της έρευνας είχε προκύψει διασύνδεση του «Haddad» με ελληνικών συμφερόντων εταιρεία με έδρα τον Πειραιά, ενώ από τις άρσεις απορρήτου είχε προκύψει ότι ο κυβερνήτης του πλοίου επικοινωνούσε στη διάρκεια του «επίμαχου» δρομολογίου με «ελληνικό» κινητό τηλέφωνο.