τα έργα στο κέντρο της πόλης

Με  παρέμβαση προς τoυς υπουργούς Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Δ. Παπαδημητρίου, Εσωτερικών κ. Π. Σκουρλέτη και Υποδομών και Μεταφορών κ. Χρ. Σπίρτζη,  ο βουλευτής Ηρακλείου της Ν.Δ. κ. Λ. Αυγενάκης, αναδεικνύει τα σημαντικά προβλήματα που εξακολουθεί να δημιουργεί η εφαρμογή του νέου νόμου περί δημοσίων έργων ν. 4412/2016 με αποτέλεσμα να καθυστερούν έργα και να χάνονται χρήματα.

Στη σχετική ερώτηση επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι  «η εφαρμογή του νέου νόμου 4412/2016 αποτελεί άλλο ένα δείγμα γραφής της προχειρότητας και της απουσίας προγραμματισμού με την οποία νομοθετεί και ασκεί διοίκηση η Κυβέρνηση. Σε μόλις ενάμιση χρόνο εφαρμογής του νόμου, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, που εισηγήθηκε και ψήφισε τον εν λόγω νόμο, τον έχει τροποποιήσει 230 συνολικά φορές.

Την ίδια στιγμή, εξακολουθούν να παραμένουν σε εκκρεμότητα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν στις δημοπρατήσεις των δημοσίων έργων. Πιο συγκεκριμένα, οι Δήμοι ασφυκτιούν και διαμαρτύρονται αφού δεν μπορούν να προχωρήσουν δημόσια έργα, διότι υπάρχουν σημαντικές εκκρεμότητες, όπως η απουσία ολοκλήρωσης μητρώου αξιολογητών ή η ασάφεια του νομοθετικού πλαισίου (π.χ. διαχείριση απορριμμάτων). Παράλληλα, αποτελεί σύνηθες φαινόμενο να επιστρέφονται τεύχη και μελέτη δημοπράτησης στο φορέα για αλλαγές, διότι, εν τω μεταξύ, κάτι έχει τροποποιηθεί στον προαναφερόμενο νόμο.

Μέχρι να γίνουν οι τροποποιήσεις και να σταλούν ξανά οι φάκελοι, έχει γίνει νέα τροποποίηση του νόμου και οι φάκελοι επιστρέφουν στο Δήμο … και πάλι από την αρχή!

Η δυσμενής αυτή εξέλιξη πρακτικά σημαίνει πολύμηνες καθυστερήσεις στην προκήρυξη και δημοπράτηση δημοσίων έργων με καταστροφικές συνέπειες όχι μόνο για την εξέλιξη των έργων, αλλά και για την τοπική οικονομία, την κίνηση χρημάτων στην τοπική αγορά και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα, η επίλυση του οποίου απαιτεί μόνο πολιτική βούληση και στοιχειώδη διοικητική λογική. Είναι τουλάχιστον κρίμα, σε μια περίοδο οικονομικής στενότητας, έργα να καθυστερούν ή και να χάνονται όχι λόγω έλλειψης πόρων, αλλά λόγω της κυβερνητικής ανικανότητας».