Προβληματισμό προκαλεί τους τελευταίους μήνες η πορεία του Ινστιτούτου Κρητικού Δικαίου στα Χανιά. Το ίδρυμα, που υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, αντιμετώπιζε, από το 2013 και μετά, τον κίνδυνο οριστικού λουκέτου, καθώς σχεδιαζόταν η κατάργηση πολλών δημοσίων φορέων λόγω των μνημονιακών δεσμεύσεων. Μετά την ολοκλήρωση της θητείας του διοικητικού συμβουλίου του Ινστιτούτου τον Απρίλιο του 2014, όλες οι δραστηριότητες του ιδρύματος πάγωσαν.
Το κτήριο, όπου στεγαζόταν το Ινστιτούτο στην οδό Νεάρχου 15 στα Χανιά ερήμωσε και πνίγηκε στα ξερόχορτα. Οι ερευνητές, όμως, συνέχισαν να δουλεύουν επάνω στα ερευνητικά προγράμματα που είχαν αναλάβει. Κάποιες έρευνες ολοκληρώθηκαν, όπως η έρευνα της ζωοκλοπής που φιλοξενήθηκε πέρσι τον Απρίλιο στην εφημερίδα μας. Κάποιες άλλες, όμως, δεν είναι δυνατό να συνεχιστούν, διότι οι ερευνητές παραμένουν απλήρωτοι.
Μία αχτίδα ελπίδας φάνηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν με νομοθετική ρύθμιση του Υπουργείου Δικαιοσύνης η διαχείριση της οικονομικής και πνευματικής περιουσίας του Ινστιτούτου πέρασε στα χέρια του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων. Η περιουσία του Ιδρύματος, σύμφωνα με δηλώσεις του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων σε τοπικά μέσα ενημέρωσης, ανέρχεται στο ποσό των 500.000 ευρώ. Ωστόσο, μετά από τόσους μήνες, επισήμως δεν έχει ανακοινωθεί ποια είναι τα μέλη της επιτροπής του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων που έχει αναλάβει ή θα αναλάβει τη διαχείριση αυτού του μεγάλου χρηματικού ποσού και ποια πρόσωπα προέβησαν στην απογραφή της περιουσίας του Ιδρύματος.
Σε δυσάρεστη θέση βρίσκονται και οι ερευνητές, οι οποίοι παραμένουν απλήρωτοι, παρά την ύπαρξη αυτού του τεράστιου ποσού του μισού εκατομμυρίου. Η “Π” επικοινώνησε με την ερευνήτρια του Ινστιτούτου κ. Μαρία Γαλανού, η οποία φιλοξενήθηκε πέρσι στην εφημερίδα μας αναλύοντας τα συμπεράσματα της έρευνάς της για τη ζωοκλοπή. Όπως δήλωσε η κυρία Γαλανού: «Δυστυχώς παραμένω απλήρωτη από τον Οκτώβριο του 2014, οπότε ολοκλήρωσα την έρευνα για τη ζωοκλοπή. Παρά τις εξώδικες οχλήσεις μου και τα αμέτρητα τηλεφωνήματα προς το Ινστιτούτο αρχικά και έπειτα προς τον Δικηγορικό Σύλλογο Χανίων, καμία επίσημη απάντηση δεν έχω λάβει για το εάν και πότε θα πληρωθώ.
Μάλιστα πέρσι υποχρεώθηκα να δημοσιεύσω με δικές μου δαπάνες την έρευνα για τη ζωοκλοπή, διότι στο Ινστιτούτο είχε μπει κυριολεκτικά λουκέτο. Είναι κρίμα σημαντικές έρευνες που έχουμε αρχίσει εδώ και χρόνια, όπως η πολύ σπουδαία έρευνα για τη βεντέτα, να μείνουν στα αζήτητα, όταν τελικά τόσα πολλά χρήματα υπάρχουν στα ταμεία του Ιδρύματος. Ποιος είναι ο λόγος που δεν μας πληρώνουν;».
Το ιστορικό
Το Ινστιτούτο Κρητικού Δικαίου λειτουργούσε μέχρι και περί τον Απρίλιο του 2014 με διοικητικό συμβούλιο και διευθυντή. Από την ίδρυσή του το 1991 μέχρι και το 2014 διευθυντής του Ινστιτούτου ήταν ο δικηγόρος Χανίων κ. Στρατής Παπαμανουσάκης. Σκοπός του Ινστιτούτου ήταν η έρευνα και η προαγωγή, η ανάδειξη και η καταγραφή του κρητικού δικαίου. Διοικητικά το Ινστιτούτο υπαγόταν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Από τα τέλη του 2013 και μετά, με τις μνημονιακές στενότητες, το Ινστιτούτο περιήλθε σε παρακμή, διότι από το Υπουργείο σχεδιαζόταν η κατάργησή του, μαζί με άλλους αντίστοιχους φορείς. Τον Απρίλιο του 2014, σύμφωνα με την κα Γαλανού, «εάν η ενημέρωση που έχω είναι σωστή, η θητεία του διοικητικού συμβουλίου και του διευθυντή έληξε, οπότε πρακτικά όλες οι πληρωμές και οι δραστηριότητες που προϋπέθεταν υπογραφή των μελών του δ.σ. και του διευθυντή πάγωσαν. Από τότε το Ινστιτούτο εισήλθε σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας για το μέλλον του. Ουσιαστικά κάθε δραστηριότητά του έπαυσε».
Τελικώς, μετά από τρία χρόνια, τον περασμένο Δεκέμβριο του 2016, το Υπουργείο ενέταξε στον νόμο 4446/2016 το άρθρο 46 που αφορά στη διευθέτηση της τύχης του Ινστιτούτου. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό η περιουσία του Ιδρύματος θα απογραφόταν και η διαχείρισή της θα περνούσε στα χέρια του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων, όπως και έγινε. Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Χανίων διατηρεί υποχρέωση να υποβάλει ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων στον υπουργό Δικαιοσύνης.