Τόσο σκληρές σκηνές βίας και αίματος ούτε στα πιο ακραία θρίλερ… Οι εικόνες που αντίκρισαν οι αστυνομικοί, καταφθάνοντας πρώτοι στα διαμερίσματα της οικογένειας του 52χρονου μητροκτόνου, στην περιοχή του Ατσαλένιου, το μεσημέρι της 26ης Οκτωβρίου 2020, παρέπεμπαν σε σφαγείο. Η 85χρονη μητέρα ψυχορραγούσε μπροστά στα πόδια τους… Πάνω της ήταν ακόμα καρφωμένες οι λάμες δύο μαχαιριών… Έσπασαν από τη δύναμη των χτυπημάτων. Με το μαχαίρι καρφωμένο στην πλάτη βρήκαν και τη δίδυμη αδερφή του… Οι τοίχοι έσταζαν αίμα. Και στις σκάλες έτρεχε «ρυάκι» το αίμα της υπερήλικης μητέρας. Ο γιος αφού την κατακρεούργησε την έσυρε από τον 2ο στον 1ο όροφο, σαν σκηνή από την σειρά «Criminal Minds».
«Την αγαπούσα τη μητέρα μου. Και με την αδερφή μου είχα καλές σχέσεις. Δεν ήθελα να τις σκοτώσω» είπε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ηρακλείου ο 52χρονος, ο οποίος ως υπόδικος ήταν έγκλειστος στο Ψυχιατρείο των Φυλακών Κορυδαλλού. Στην απολογία του δεν είπε και πολλά πράγματα. Ήταν εμφανές ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είχε ειρμό, δεν είχε συγκροτημένη σκέψη και λόγο.
Θυμάται, όπως περιέγραψε, ότι εκείνο το μεσημέρι η μητέρα του στεκόταν δεξιά και η αδερφή του αριστερά. Αυτός βρισκόταν στη μέση. Η μητέρα του έχανε τα κλειδιά και την ταυτότητα της και τού φώναζε. Πήρε το μαχαίρι και άρχισε να τις χτυπάει. Δεν θυμάται ότι σκότωσε τη μητέρα του ούτε και πώς βρέθηκε ο ίδιος στο Βενιζέλειο. Εκεί έμαθε για την 85χρονη και την αδερφή του.
Είχε χρόνια να πιει ψυχοφάρμακα. Δεν τα ήθελε γιατί θόλωναν την σκέψη του. Έπινε όμως τακτικά κάποια «παραφάρμακα», όπως τα είπε, που τα διαφήμιζε η τηλεόραση και τον βοηθούσαν να κρατά την σκέψη του σε εγρήγορση.
Ωστόσο την ημέρα εκείνη, είχε πάρει ψυχοφάρμακα. «Φοβήθηκα μην έρθει η Αστυνομία και με συλλάβει. Η μητέρα μου με φοβέριζε (είπε χαμογελώντας στο δικαστήριο) ότι αν δεν πίνω τα χάπια, θα έρθει η Αστυνομία να με πάρει…».
Ερωτήθηκε αρκετές φορές από την έδρα, αν έπαιρνε και κάποιες άλλες ουσίες που είχε προμηθευτεί πιθανότατα από κάποιο άτομο στο δρόμο, επειδή βρέθηκε κοκαΐνη στο αίμα του, αλλά εκείνος το αρνήθηκε.
Τόσο ο 52χρονος όσο και η δίδυμη αδερφή του-την οποία επίσης μαχαίρωσε την ημέρα εκείνη- έχουν βεβαρημένο ψυχιατρικό ιστορικό και έχουν νοσηλευτεί κατ’ επανάληψη σε ψυχιατρικές κλινικές από τα νεανικά τους χρόνια. Μάλιστα στην παρούσα φάση η αδερφή του νοσηλεύεται και πάλι, όπως κατέθεσε στο δικαστήριο συγγενικό πρόσωπο β’ βαθμού που έχει οριστεί προσωρινά δικαστικός συμπαραστάτης.
Το 2017 απεβίωσε ο πατέρας της οικογένειας, ο οποίος πάλευε με κάθε τρόπο να κρατήσει έναν έλεγχο μέσα στο σπίτι, υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Με δύο παιδιά άρρωστα ψυχιατρικά και με μία γυναίκα που βρισκόταν στην αρχή άνοιας, η κατάσταση ήταν πραγματικά δύσκολη. Και έγινε ακόμα δυσκολότερη έως και ανεξέλεγκτη μετά το θάνατο του. Βρήκαν κάποια γυναίκα να τους φροντίζει, όμως η παρουσία της δεν μακροημέρευσε.
Αθώος λόγω πλήρους ακαταλόγιστου
Οι τρεις τακτικοί δικαστές και οι τέσσερις ένορκοι έκριναν ομόφωνα αθώο τον 52χρονο λόγω πλήρους ακαταλόγιστου. Έκριναν δηλαδή ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο τέλεσης της πράξης, ο κατηγορούμενους δεν είχε συνείδηση και δεν καταλάβαινε το άδικο της πράξης του. Αυτό σημαίνει ότι δεν επιστρέφει στη φυλακή για την έκτιση ποινής κάθειρξης αλλά στο πλαίσιο λήψης θεραπευτικών μέτρων, το δικαστήριο διέταξε να εισαχθεί σε ειδική ψυχιατρική κλινική για χρονική διάρκεια πέντε ετών. «Να ευχηθούμε να γίνετε καλά» είπε η πρόεδρος της έδρας απευθυνόμενη στον 52χρονο.
Νωρίτερα ο εισαγγελέας έδρας πρότεινε να κηρυχθεί ένοχος για τις αποδιδόμενες πράξεις, τις οποίες τέλεσε υπό καθεστώς μειωμένου καταλογισμού. Ο εισαγγελικός λειτουργός στηριζόμενος αφενός στις ψυχιατρικές πραγματογνωμοσύνες και αξιολογώντας αφετέρου στοιχεία που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας, έκρινε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο τέλεσης της πράξης ο 52χρονος, ακόμα και αν είχε μειωθεί σημαντικά η αντίληψη του για το άδικο της πράξης, μπορούσε να αντιληφθεί τις συνέπειες της.
Στο άκουσμα της απόφασης, συγγενείς του 52χρονου έδειξαν ανακουφισμένοι, υποστηρίζοντας ότι ο άνθρωπος αυτός είναι πραγματικά άρρωστος και χρειάζεται ειδική βοήθεια.
Η δικηγόρος κ. Έφη Σωμαρά, την οποία είχε διορίσει το δικαστήριο προς υπεράσπιση του 52χρονου, έκανε λόγο για μία γενναία απόφαση. «Αναβιώσαμε το δράμα αυτής της οικογένειας, αναβιώσαμε δυστυχώς όλες αυτές τις σκηνές που περιγράφησαν σαν ταινία θρίλερ. Ο άνθρωπος αυτός χρειάζεται τη φροντίδα την κρατική, δεν είχε συνείδηση των πράξεών του και έγινε κατανοητό από το δικαστήριο ότι εκείνη την στιγμή δεν καταλάβαινε τι έκανε. Είχε καταληφθεί από αμόκ».