Μια σημαντική έλλειψη δεδομένων για το CO2 στην ανατολική Μεσόγειο έρχεται να καλύψει μια πρόσφατη δημοσίευση Ελλήνων επιστημόνων που αφορά μετρήσεις που έγιναν σε ένα κατάλληλα εξοπλισμένο σταθερό παρατηρητήριο (πλωτήρα) του συστήματος ΠΟΣΕΙΔΩΝ (Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, ΕΛΚΕΘΕ) που βρίσκεται κοντά στη Κρήτη.
Σε σχετική ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής:
Ο ρυθμός απορρόφησης ανθρωπογενούς CO2 από τους ωκεανούς έχει μειωθεί την τελευταία δεκαετία, οπότε ένα κρίσιμο ερώτημα για την επιστήμη και την χάραξη πολιτικών είναι αν ο ωκεανός θα συνεχίσει να λειτουργεί αποτελεσματικά ως παγίδα CO2 μετριάζοντας την παγκόσμια κλιματική κρίση. Τα τελευταία χρόνια οι επιτόπιες παρατηρήσεις του ωκεάνιου CO2 έχουν περιοριστεί με αποτέλεσμα μεγάλες περιοχές του ωκεανού με σημαντικό ρόλο στη δέσμευση ατμοσφαιρικού CO2 να παραμένουν χωρίς παρατηρήσεις CO2, pH, διαλυμένου ανόργανου άνθρακα και αλκαλικότητας.
Η Μεσόγειος Θάλασσα είναι μια τέτοια περιοχή, ιδίως το ανατολικό τμήμα της, όπου υπάρχει σημαντική έλλειψη δεδομένων για το CO2 και το pH. Eιδικό τεύχος του περιοδικού Frontiers in Marine Science (από τους Frangoulis et al. 2024) παρέχει την πρώτη θαλάσσια χρονοσειρά CO2 στην Ανατολική Μεσόγειο αυξάνοντας την κάλυψη και διαθεσιμότητα δεδομένων pH, συμβάλλοντας στις μελέτες για την οξίνιση των ωκεανών.
Αυτή η πολυετής χρονοσειρά υψίσυχνων μετρήσεων CO2 και pH πραγματοποιήθηκε σε ένα κατάλληλα εξοπλισμένο σταθερό παρατηρητήριο (πλωτήρα) του συστήματος ΠΟΣΕΙΔΩΝ (Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, ΕΛΚΕΘΕ) που βρίσκεται κοντά στη Κρήτη, παράλληλα με χαμηλής συχνότητας μετρήσεις διαλυμένου ανόργανου άνθρακα και αλκαλικότητας. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από το ΕΛΚΕΘΕ σε συνεργασία με άλλα ερευνητικά ιδρύματα από την Ελλάδα, το Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Φινλανδία και τη Νορβηγία.
Η έρευνα έδειξε ότι η θερμοκρασία ήταν ο κυρίαρχος παράγοντας που ελέγχει τη μεταβλητότητα του CO2 και του pH, ενώ η εξάτμιση, η ανάμιξη του νερού και οι βιολογικές διεργασίες φάνηκε να έχουν μικρή επιρροή στη μεταβλητότητα. Αντίθετα ο άνεμος ήταν ο κυρίαρχος παράγοντας που ελέγχει τη μεταβλητότητα του μεγέθους της ανταλλαγής CO2 μεταξύ αέρα και θάλασσας. Σε ετήσια βάση οι ανταλλαγές CO2 μεταξύ αέρα και θάλασσας ήταν πολύ χαμηλές και μεταβλητές για να χαρακτηριστεί η περιοχή ως καθαρή πηγή ή παγίδα CO2, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για πρόσθετες καταγραφές υψηλής συχνότητας.
Οι συγγραφείς αυτής της έρευνας ανέπτυξαν επίσης αλγορίθμους για την εκτίμηση του θαλάσσιου CO2 και της αλκαλικότητας με τη χρήση δορυφορικών δεδομένων θερμοκρασίας, χλωροφύλλης και αλατότητας, παρέχοντας εργαλεία για την εκτίμηση των παραμέτρων αυτών σε περιοχές ή περιόδους με ανεπαρκείς παρατηρήσεις.
Αυτά τα εργαλεία καθώς και οι οδηγίες για μελλοντικές παρατηρήσεις με προσέγγιση κόστους-οφέλους στις οποίες καταλήγει η μελέτη, έχουν ιδιαίτερη αξία για χώρες με λιγότερα διαθέσιμα κεφάλαια για την έρευνα, όπως αυτές της Ανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής. Η μελέτη συνεισέφερε παρέχοντας σημαντικά νέα δεδομένα για το CO2 και το pH για τις διεθνείς ωκεανογραφικές βάσεις δεδομένων, καθώς και για την εφαρμογή των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών «Δράση για το Κλίμα» και « Ζωή στο Νερό».
Οι συγγραφείς υπογραμμίζουν τη σαφή ανάγκη διατήρησης χρονοσειρών δεδομένων CO2 σε αυτή την περιοχή που οι συστηματικές παρατηρήσεις είναι σπάνιες και η οποία αποκρίνεται γρήγορα στην κλιματική αλλαγή. Δυστυχώς, λόγω των πρόσφατων περικοπών στη χρηματοδότηση του συστήματος ΠΟΣΕΙΔΩΝ, οι παρατηρήσεις CO2 έχουν ανασταλεί από τον Μάρτιο του 2023 και αυτό το παρατηρητήριο παρακολούθησης του θαλάσσιου CO2 δεν έχει ακόμα ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο Ολοκληρωμένο Σύστημα Παρατήρησης Άνθρακα (Integrated Carbon Observation System, ICOS), παρόλο που η Ελλάδα έγινε μέλος του το 2022.