Πώς γλίτωσε την ανατίναξη το λιμάνι του Ηρακλείου – Ο Διευθυντής του ΟΛΗ Μ.Φραγκάκης στην «Π»
Το λιμάνι επί Κρητικής Πολιτείας (από φωτογραφικό αρχείο του ΟΛΗ)

Ένας μακρύς ιστορικός κύκλος που συνδέει την έκταση που απαλλοτριώθηκε στον Εσταυρωμένο Ηρακλείου -για εξόρυξη και την μεταφορά των φυσικών πετρωμάτων που μεταφέρθηκαν με σιδηρόδρομο προς το λιμάνι του Ηρακλείου για την επέκτασή του, την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας- ενώνεται με το σήμερα, καθώς σφραγίζεται η καταχώρηση της ιδιοκτησίας αυτής στο κτηματολόγιο.

Η ιδιοκτησία αυτή περνά στα χέρια του ΟΛΗ που θεωρείται ο καθολικός διάδοχος του Λιμενικού Ταμείου σύμφωνα με τον Διευθυντή Λιμενικών Υπηρεσιών του ΟΛΗ Μανόλη Φραγκάκη που βρίσκεται πίσω από μια πολυετή προσπάθεια κατοχύρωσης αυτής της ιδιοκτησίας.

Ο ίδιος περιγράφει σήμερα στην «Π» την διαδρομή που ακολουθήθηκε για την κατοχύρωση της ιδιοκτησίας αυτής, ενώ ανασύρει από το αρχείο του ΟΛΗ ένα σπουδαίο ιστορικό ντοκουμέντο, το οποίο αποκαλύπτει το πως σώθηκε το λιμάνι του Ηρακλείου από την ανατίναξη από τους Γερμανούς κατακτητές λίγο πριν την αποχώρησή τους από την Κρήτη.

Ο διευθυντής Λιμενικών Υπηρεσιών του ΟΛΗ Μανόλης Φραγκάκης

Το υπόβαθρο όλης της προσπάθειας για το ιδιοκτησιακό ξεκαθάρισμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του ΟΛΗ, συνδέθηκε με τη διπλωματική εργασία του κ. Φραγκάκη στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής με θέμα: «Η ιστορική εξέλιξη του λιμένα Ηρακλείου και οι Συνοδές Επενδύσεις από τον 20ο αιώνα.», στο οποίο περιγράφει αναλυτικά όλες τις ιστορικές περιόδους εξέλιξης του λιμανιού και τον τρόπο με τον οποίο αναπτύχθηκε σε όλα τα στάδια της διαμόρφωσής του, μέσα από το σπουδαίο ιστορικό αρχείο του Λιμενικού Ταμείου.

Όπως ο ίδιος περιγράφει στην «Π», «στην περίοδο της Τουρκοκρατίας δεν έγινε καμία επέκταση του λιμανιού, αποκαταστάθηκαν μόνο οι ζημιές που έγιναν στην πολύχρονη πολιορκία της πόλης. Κατά την αρχή του 20ου αιώνα ήταν φανερό ότι το λιμάνι δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση νέων -για την εποχή- ατμόπλοιων, με συνέπεια να δημιουργηθεί η επιτακτική ανάγκη για επενδύσεις.

Ο διευθυντής Λιμενικών Υπηρεσιών του ΟΛΗ Μ. Φραγκάκης ξεφυλλίζει το πλούσιο αρχείο του ΟΛΗ

Με την απελευθέρωση και την ανακήρυξη της Κρητικής Πολιτείας ανατέθηκε σε Γάλλους μηχανικούς η σύνταξη μελέτης για την δημιουργία νέου λιμανιού που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες, που -εν τω μεταξύ- είχαν διαμορφωθεί. Η πρωτοβουλία είχε λαϊκή βάση και οι δαπάνες αρχικά καλύφθηκαν από έρανο που έγινε μεταξύ των κατοίκων του Ηρακλείου.

Με την απελευθέρωση και την ανακήρυξη της Κρητικής Πολιτείας ανατέθηκε σε Γάλλους μηχανικούς η σύνταξη μελέτης και η δημιουργία νέου λιμανιού προσαρμοσμένο στις ανάγκες που είχαν διαμορφωθεί. Η υλοποίηση του έργου έγινε με έρανο-εισφορές των κατοίκων της πόλης του Ηρακλείου. Το έργο ανέλαβε Αγγλική εταιρεία και διήρκησε 13 έτη (1923 – 1936) και αφορούσε την κατασκευή προσήνεμου μόλου.

Το έργο αφορούσε την επέκταση του βόρειου κυματοθραύστη που υπάρχει σήμερα στο λιμάνι και τελείωσε το 1939 από το τότε Λιμενικό Ταμείο που ανήκε στον Δήμο Ηρακλείου. Το έργο κατασκευής άρχισε το 1921 από την Αγγλική εταιρεία Mac Alpine και κατόπιν αναζητήσεων της καλύτερης πέτρας για την κατασκευή, επιλέχθηκε η περιοχή Τσαλικάκι στον Εσταυρωμένο Ηρακλείου.

Η ατμομηχανή του σιδηρόδρομου κατά τη φάση κατασκευής του κυματοθραύστη ΙΙ (από το φωτογραφικό αρχείο του Ο.Λ.Η. Α.Ε.)

Στην συγκεκριμένη περιοχή διαπιστώθηκε ότι μπορούν να αντληθούν τα καλύτερα υλικά για να γίνει η διαμόρφωση της επέκτασης του λιμανιού. Εκεί, το 1922 με βασιλικό διάταγμα, άρχισε η πρώτη απαλλοτρίωση και συγχρόνως έγινε μια πραγματογνωμοσύνη από τον πρόεδρο του Λιμενικού Ταμείου Γ. Μητσοτάκι μαζί με τον διευθυντή της Νομαρχίας και τον έφορο και βρήκαν τους ιδιοκτήτες για να γίνει η κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής η οποία και ολοκληρώθηκε το 1926.

Για την κατασκευή απαλλοτριώθηκαν οι απαραίτητες εκτάσεις από το ελληνικό κράτος και παραχωρήθηκαν στο Λιμενικό Ταμείο Ηρακλείου. Η κατασκευάστρια εταιρεία είχε εμπειρία σε λιμενικά αλλά και σιδηροδρομικά έργα στην Αγγλία».

Το βασιλικό διάταγμα για την απαλλοτρίωση της έκτασης για να προχωρήσουν τα λιμενικά έργα

Ο Ντεκοβίλ

Όπως σημειώνει ο κ. Φραγκάκης, «ο σιδηρόδρομος ονομαζόταν Ντεκοβίλ και είχε 40 βαγόνια και μετέφερε τις πέτρες και τα μπετά, ενώ επίσης κατασκευάστηκε με απαλλοτρίωση 3.110 τ.μ. και 26.901 τ.μ.. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της έκτασης αγοράστηκε από τον Νουρεντίν Αγακάκη.

Εργαζόμενοι στο σιδηρόδρομο που μετέφερε οικοδομικά υλικά για τη διαμόρφωση του Λιμενοβραχείονα

Η απαλλοτρίωση του λατομείου αφορούσε 38.000 τ.μ. αρχικά και 58.000 τ.μ. αργότερα. Το τεμάχιο 461 που είναι καταγεγραμμένο υπό αμφισβήτηση, ενώ τα λοιπά τεμάχια 519 (38.000 τ.μ.), 1562 (3.110τ μ) της σιδηροδρομικής γραμμής και επιπλέον 1.626 τ.μ. ανήκουν σήμερα στο πρώην Λιμενικό Ταμείο Ηρακλείου, νυν Ο.Λ.Η. Α.Ε. και μετά από προσωπική έρευνα και αγώνα, εγγράφηκε η έκταση στο κτηματολόγιο Ηρακλείου, το πρώτο τεμάχιο 519 στον Ο.Λ.Η. Α.Ε. σύμφωνα με τον τότε ισχύοντα αγροτικό νόμο του 1949 (α.189), που προέβλεπε ότι η διανομή του Τολπ Αλντί που κύρωσε ο υπουργός Γεωργίας με την απόφαση 71550 11/4/1951 ΦΕΚ ΑΡ 76 Τ Β 23-4-1951 κατέχεται άμεσα από τους ιδιοκτήτες και δεν χρήζουν εγγραφής στα οικεία υποθηκοφυλακεία».

Ο κ. Φραγκάκης εξηγεί ότι υπήρχε μια αμφισβητούμενη νομική προσέγγιση, που έλεγε ότι δεν υπάρχει η ιδιοκτησία αυτή επειδή δεν είναι γραμμένη στο υποθηκοφυλάκειο. «Όμως, εγώ δεν είχα πειστεί. Συνέχισα την έρευνα και διαπίστωσα είναι ότι η περιουσία αυτή είναι η λεγόμενη διανομή του Τολπ Αλντί. Δηλαδή οι περιουσίες των Τούρκων που εγκαταλείφθηκαν εδώ και περιήλθαν σε ιδιώτες και στο δημόσιο.

Αυτά λοιπόν τα τεμάχια έχουν κυρωθεί με απόφαση του υπουργού Γεωργίας με το ΦΕΚ 76/1951. Κάνοντας μια έρευνα, βρήκα μια μελέτη μιας φοιτήτριας της Νομικής του 2017, την μεταβίβαση γεωργικού κλήρου και επικύρωση ανώμαλης δικαιοπραξίας της Ολυμπίας Γεωργιάδου, στην οποία μέσα αναφέρει το άρθρο 189 του αγροτικού κώδικα του 1939, το οποίο αναφέρει ότι οι κληρούχοι αποκτούν κυριότητα στους ατομικούς κλήρους από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του υπουργού Γεωργίας για την κύρωση της οριστικής διανομής του κάθε αγροκτήματος. Δεν χρειάζεται άλλη διατύπωση, όπως το παραχωρητήριο και η μεταγραφή του».

Η ασβεστοκαμίνος στο λατομείο που είχε δημιουργηθεί στον Εσταυρωμένο

Πώς γλίτωσε το λιμάνι την ανατίναξη από τους Γερμανούς

Από το πλούσιο αρχείο που έχει στη διάθεσή του ο ΟΛΗ, ο κ. Μ. Φραγκάκης ανασύρει ένα έγγραφο, το οποίο αποτελεί σπουδαίο ιστορικό ντοκουμέντο, καθώς περιγράφει μια συγκλονιστική ιστορία για το πώς το λιμάνι του Ηρακλείου γλίτωσε την ανατίναξη λίγο πριν την αναχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής. Όπως προκύπτει από το έγγραφο του προέδρου της Λιμενικής Επιτροπής Εμ. Μελισσείδη, οι Γερμανοί πληρώθηκαν 2.000 μάρκα και 100 χρυσές λίρες, για να μην ανατινάξουν το λιμάνι του Ηρακλείου.

Στο έγγραφο ο πρόεδρος της Λιμενικής Επιτροπής Εμ. Μελισσείδης, συγκαλεί συνεδρίαση στις 24 Οκτωβρίου του 1944, παρόντων των μελών Γ. Κορκάρη, Χρ. Περράκη, Μυρ. Γαλενιανού, Μιχ. Καστελλάκη, Αθ. Σισμάνογλου, Κων. Παπαδάκη. Η απελευθέρωση είναι γεγονός και στο έγγραφο ο πρόεδρος συγχαίρει το χαρμόσυνο γεγονός της αποτίναξης του γερμανικού ζυγού και ευχαριστεί το Θεό γιατί τους αξίωσε να συνεδριάσουν ελεύθεροι -πλέον- στα παλιά γραφεία της Λιμενικής Επιτροπής, τα οποία κατείχαν για 3,5 χρόνια οι Γερμανοί.

Ωστόσο, όπως περιγράφει, υπάρχει η πληροφορία για τον κίνδυνο που διατρέχει το λιμάνι από τους Γερμανούς που είχαν αποφασίσει να ανατινάξουν τους δύο λιμενοβραχίονες και τα κρηπιδώματα.

Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της Λιμενικής Επιτροπής, «ότε το πρώτον επληροφορήθην εκ διαδόσεων τα συμβαίνοντα απετάνθην προς τη Νομαρχία Ηρακλείου και προσεπάθησα δια του παρ΄αυτή επί των Γερμανικών υποθέσεων εντεταλμένου υπαλλήλου κ. Γκριδάκη να πληροφορηθώ ακριβέστερα περί τίνος πρόκειται και τι ήτο δυνατόν να ενεργήσομεν. Μετ΄ολίγας ημέρας, ο κ. Γκριδάκης μου είπε ότι πράγματι υπήρχαν αποφάσεις ανατινάξεως των λιμενικών έργων μάταιαι δε απέβησαν οι σχετικαί προσπάθειες του και μόνο εις Χανιά ήτο δυνατόν να γίνει αποτελεσματική ενέργεια.

Επειδή τότε ακριβώς ανεχώρει δια Χανιά ο τέως Νομάρχης, τον παρακάλεσα να ενεργήσει εκείνος μετά του κ. Γενικού Διοικητού ό,τι ήταν δυνατό για τη σωτηρία του λιμένος.

Αμέσως δε απέστειλα προς τον γενικό διοικητή το υπ΄αριθμ. 408/281 έγγραφο δια του οποίου τον παρακάλεσα να ενεργήσει γι’ αυτό το θέμα. Επί του εγγράφου μου έλαβα μετά από πέντε μέρες το υπ΄αριθμ. 49889 έγγραφο του γεν. διοικητή με το οποίο μου διαδίβαζε τις προς το φρούριο Κρήτης σχετικές ενέργειες του χωρίς όμως να αναφέρει κάτι για την ελπίδα της επιτυχίας τους. Εντωμεταξύ, οι προπασασκευές της ανατίναξης εκτελούνταν, όπως μου μετέφερε ο συνάδελφος Χρ. Περράκης, τελώνης Ηρακλείου, ο οποίος μου πρότεινε να προχωρήσουμε γρηγορότερα σε κάθε ενέργεια για την αποτροπή της μεγάλης καταστροφής.

Αμέσως μεταβήκαμε και οι δύο στο Δημαρχείο και σε συννενόηση με τον δήμαρχο και συγκροτήθηκε επιτροπή διασώσεως του λιμανιού από τους: 1) αρχιερ. επιτρόπου Ευγ. Ψαλιδάκη του δημάρχου Ηρακλείου Μάνθου Πλεύρη 3) του προέδρου της Λιμενικής Επιτροπής Εμ. Μελισσείδη, 4) του τελώνη ( Χρ. Περράκη) 5) του προέδρου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου 6) του κ. Μιχ. Κουναλάκη, και 7) του κ. Γκριδάκη και έτσι αρχίσαμε να προβαίνουμε σε διαβήματα προς τις στρατιωτικές Αρχές.

Δυστυχώς, τα πρώτα διαβήματα δεν επέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα λόγω του ότι επεισόδια συνέβαιναν στην ύπαιθρο που ερέθιζαν τις Γερμανικές Αρχές και ματαίωσε την προσπάθειά μας για συνάντηση με τον διοικητή του φρουρίου Κρήτης στρατηγό Μύλλερ, ο οποίος αρνήθηκε έστω και να δεχτεί απλώς την Επιτροπή.

Με παρέμβαση του αρχιερ. επιτρόπου επιτεύχθηκε μια σιωπηρή αναστολή συγκρούσεων μεταξύ των ανταρτών και των Γερμανών, άρχισαν οι Γερμανοί να γίνονται ευμενέστεροι στις αιτήσεις της Επιτροπής και μας υπέδειξαν να απευθυνθούμε προς τα Χανιά. Αποφασίσαμε τότε και στείλαμε μια τριμελή Επιτροπή αποτελούμενη από τον αρχιερ. επίσκοπο, το δήμαρχο, και τον κ. Γκριδάκη, στα Χανιά όπου με τη συνδρομή του επισκόπου Χανίων αναδείχτηκε το ζήτημα.

Μετά την επιστροφή της τριμελούς Επιτροπής, συνεχίσαμε τις ενέργειές μας και στο τέλος ο διοικητής Κρήτης μάς βεβαίωσε ότι εφόσον δεν παρενοχλούνταν από τους αντάρτες «δεν θα ανατινάσσοντο τα λιμενικά έργα, θα ηχρηστεύετο δε ο λιμήν δια της βυθίσεως πλοίων τινών εις την είσοδο. Τούτο ανακοίνωσε και επισήμως ο διοικών τα γερμανικά στρατεύματα συνταγματάρχης εις δεξίωση εις την οποία προσεκάλεσε πλείστους εκ των τα πρώτα φερόντων κατοίκων της πόλεως.

Μετά την επιτυχία ταύτην, η Επιτροπή διασώσεως λιμένος αποχώρησε, ο αρχιερ. επίτροπος και ο δήμαρχος Ηρακλείου έστρεψαν τας ενέργειάς της προς τη διάσωση των εν τω λιμάνι εγκαταστάσεων πλωτών, μέσων των οποίων η καταστροφή είχε διαταχθεί, είχε όμως επιτραπεί στους αρμόδιους και η πώληση τινών εξ αυτών.

Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις τας οποίας εκάμαμεν με το Γερμανόν λιμενάρχη επετύχαμεν να πωλήσουν εις το Λιμεν. Ταμείο ωρισμένα των πλωτών μέσων και εγκαταστάσεων αντί του ποσού των 4.000 μάρκων εκ των οποίων όμως εζήτησαν όπως τα ¾ καταβληθώσιν εις χρυσόν ογιζόμενης μιας Αγγλικής λίρας προς 20 μάρκα.

Μετά από πολλάς προσπάθειας κατορθώσαμε και περιορίσθη το εις χρυσόν καταβλητέον μέρος του αντίτιμου, στο ήμισυ. Εκ του παραλλήλου ενηργούμεν δραστηρίως έρανον μεταξύ των εμπόρων του Ηρακλείου, κατερθώσαμε δε να εισπράξουμε το απαιτούμενο δια την αγορά των 2.000 μάρκων ποσό, αλλά τας χρυσάς λίρας δεν κατορθώσαμε να εισπράξουμε ει μη μόνον 4 ½ περίπου.

Ευρεθέντες προ του αδιεξόδου και υπό την πίεση του κινδύνου της καταστροφής των εγκαταστάσεων και των πλωτών μέσων απεφασίσαμεν και με προσωπικό κίνδυνων μας, απετάνθημεν εις τους εν υπαίθρω του νομού Ηρακλείου ευρισόμενους αντιπροσώπους των συμμάχων της Μεγάλης Βρεττανίας και της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Μας εχάρισαν δε ως δάνειο ο μεν αντιπρόσωπος της Μεγάλης Βρεττανίας 50 λίρας, ο δε αντιπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως κ. Ανδρ. Νάθενας 30 λίρας.

Μας εδάνεισαν δε επί πλέον ο αρχηγός Γ. Πετρακογιώργης λίρας 5 και ο Μενελ. Λυγνός λίρες 15, ούτω δε συνεπληρώθη το ποσόν των εκατόν λιρών το οποίο αμέσως την επόμενην ότε έληγεν η τελευταία χορηγηθείσα ημίν παράταση προθεσμίας, μετέβη η Επιτροπή εν ολομέλεια συμπαριστάμενου και του τότε δημάρχου Ηρακλείου και των Εμμ. Γεωργιάδου, κ. Ξανθουδάκη και του υπαλλήλου του Λιμενικού Ταμείου Ευαγ. Μαρκουλή, και εμέτρησε τας εκατό χρυσάς λίρας Αγγλίας ως και τα 2.000 μάρκα εις τον Γερμανόν γενικόν λιμενάρχη Κρήτης, συμπαριστάμενου και του Γερμανού λιμενάρχου Ηρακλείου και δύο άλλων Γερμανών αξιωματικών, υπεγράφη δε έγγραφον πωλητήριον των εν τω Λιμένι εγκαταστάσεων και πλωτών μέσων ως και του ναυαγίου του πλοίου Γερτούδη» μετά του ως αυτό φορτίον προς το Λιμεν. Ταμείο Ηρακλείου, ηγένερο δε τούτο και προφορική επεξηγηματική δήλωση παρά των Γερμανών ότι εν τη πωλήσει περιλαμβάνεται και άλλων κινητόν όπερ αναχωρούντα τα γερμανικά στρατεύματα, ήθελον εγκαταλείψει εν τω λιμάνι Ηρακλείου.

Μετά δύο ημέρας, εκάλεσε ο Γερμανός λιμενάρχης εμέ και τον κ. τελώνη και μας παρέδωσε το λιμένα Ηρακλείου εκκενούμενης της πόλεως υπό των γερμανικών στρατευμάτων. Αυτή είναι εν ολίγοις η ιστορία της διάσωσης του λιμένα Ηρακλείου και των εν αυτώ εγκαταστάσεων…»