«Στην κόψη του ξυραφιού» ο Δήμος Ηρακλείου, που βρίσκεται αντιμέτωπος με μια εξαιρετικά κρίσιμη αναμέτρηση, καθώς στις 5 Φεβρουαρίου κρίνεται η τύχη της πολύκροτης υπόθεσης της απένταξης του Πολιτιστικού Κέντρου. Το Ελεγκτικό Συνέδριο θα κληθεί να αποφασίσει ποιος θα πληρώσει «το μάρμαρο» της απένταξης των 11.814.687 ευρώ.
Όπως τονίζουν στελέχη της Λότζια στην «Π», δυστυχώς εδώ που φτάσαμε μετά την απένταξη του έργου, ο Δήμος Ηρακλείου ως δικαιούχος του καλείται να πληρώσει το βαρύ τίμημα των 11.814.687 ευρώ… Εάν χρεωθεί το ποσό αυτό στο δημοτικό ταμείο, οι εξελίξεις θα είναι ολέθριες, διότι μια τέτοια εξέλιξη θα είναι ταφόπλακα στα οικονομικά της Λότζια.
Βεβαίως, μετά την απένταξη η οποία είναι μη αναστρέψιμη, τα χρήματα αυτά θα πρέπει να επιστραφούν είτε από το Ελληνικό Δημόσιο είτε από τον Δήμο Ηρακλείου.
Ωστόσο, είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας ο πέλεκυς των 11.814.687 ευρώ που καραδοκεί πάνω από την πόλη να μην πέσει πάνω στο δημοτικό ταμείο, διότι μια τέτοια εξέλιξη ισοδυναμεί με οικονομικό ακρωτηριασμό.
Όπως είναι γνωστό, η σημερινή δημοτική Αρχή, στα χέρια της οποίας έσκασε η βόμβα της απένταξης- επιχειρεί να εξαντλήσει κάθε ένδικο μέσο, προκειμένου να αποφύγει με κάθε τρόπο ο Δήμος Ηρακλείου να πληρώσει “το μάρμαρο” της απένταξης με ζεστό χρήμα από το δημοτικό ταμείο, που θα στραγγίξει από τις τσέπες των Ηρακλειών.
Στο πλαίσιο αυτό έγινε προσφυγή στο Ελεγκτικό Συνέδριο, από τη ΔΕΠΤΑΗ, που εμφανίζεται συγκρατημένα αισιόδοξη μετά την προσωρινή αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης απένταξης του υπουργού Πολιτισμού Ν. Ξυδάκη, με την οποία γίνονται άμεσα απαιτητά τα 11.814.687 ευρώ του έργου. Αυτό όμως δεν αναιρεί την κρισιμότητα της υπόθεσης, η οποία, εάν δεν έχει καλή έκβαση, είναι βέβαιο ότι θα σηματοδοτήσει ραγδαίες εξελίξεις στον Δήμο Ηρακλείου…
Όπως είναι γνωστό, η πρώτη «καμπάνα» της απένταξης ήρθε την προηγούμενη δημοτική περίοδο, στις 7-3-14, όταν με έγγραφο της τότε Γ.Γ του Υπουργείου Πολιτισμού Λ. Μενδόνη ανέτρεψε πλήρως τα όσα στερεοτυπικά ευαγγελιζόταν η πρώην δημοτική Αρχή, ότι “πρόκειται για λογιστικό ζήτημα το οποίο θα τακτοποιηθεί”.
Να θυμίσουμε ότι η πρώτη φάση του Πολιτιστικού Κέντρου έχει ερευνηθεί από τους Επιθεωρητές Δημόσιας Διοίκησης, οι οποίοι έχουν συντάξει και σχετικά πορίσματα μέσα από τα οποία ερμηνεύεται απολύτως η δραματική εξέλιξη του έργου.
Για να αντιληφθεί καλύτερα κάποιος το όλο σκηνικό, αρκεί να σκεφτεί ότι σε οποιοδήποτε έργο χρηματοδοτούμενο από προγράμματα, δύο στοιχεία είναι βασικό να τηρούνται με απόλυτη συνέπεια προκειμένου να μην απενταχθεί: η μελέτη και το χρονοδιάγραμμα.
Στην περίπτωση του Πολιτιστικού Κέντρου όλος ο καμβάς υλοποίησης, δομείται σε αλλεπάλληλες αλλαγές της αρχικής μελέτης και σε πρόσθετες εργασίες, που όπως είναι φυσικό προκαλούσαν νέες παρατάσεις του χρονοδιαγράμματος αλλά και εκτόξευση του προϋπολογισμού του.
Άρα, η απένταξη του Πολιτιστικού Κέντρου όχι μόνο δεν ήταν ζήτημα λογιστικής τακτοποίησης, όπως επαναλαμβανόμενα ισχυριζόταν η πρώην δημοτική αρχή, αλλά ήταν μια εξέλιξη νομοτελειακή όπως προκύπτει από το πόρισμα των επιθεωρητών.
Οι Επιθεωρητές Δημοσίων Έργων στην έκθεσή τους έχουν τεκμηριώσει σοκαριστικά στοιχεία για ένα γαϊτανάκι εργασιών που αύξησαν το κόστος αλλά και υπερκοστολογήσεων που ακολούθησαν, με αποτέλεσμα να απογειώνεται στα ύψη ο προϋπολογισμός του έργου.
Υπάρχουν εκτενείς αναφορές για τους χειρισμούς που έγιναν ώστε να προστίθενται συνεχώς νέες εργασίες που δεν υπήρχαν στην αρχική μελέτη του έργου. Και το “κερασάκι στην τούρτα” της πολύκροτης υπόθεσης δεν είναι μόνο ότι οι εργασίες αυτές δημιούργησαν τερατώδεις διαφορές με τον αρχικό προϋπολογισμό, αλλά ότι δεν υπάρχει ουσιαστική τεκμηρίωση που να δικαιολογεί τη διαχείριση αυτή, όπως προκύπτει από το πόρισμα.
Μέσα από αυτές τις διαδρομές το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του Πολιτιστικού Κέντρου έγινε “λάστιχο” και η αρχική μελέτη του έργου… αγνώριστη από τις αλλεπάλληλες αλλαγές και πρόσθετες εργασίες που τίναξαν στα ύψη τον αρχικό προϋπολογισμό του.
Μέσα από αυτούς τους χειρισμούς τα πράγματα εξελίχθηκαν από το κακό στο χειρότερο με συνέπεια το Πολιτιστικό Κέντρο να απενταχθεί.