Είναι με διαφορά το πιο πολυσυζητημένο έργο στην πόλη για το οποίο έχουν γίνει αμέτρητες φλογοβόλες εξαγγελίες και πολιτικές δεσμεύσεις. Είναι το έργο για το οποίο έχουν ανακοινωθεί δεκάδες εναλλακτικοί τρόποι υλοποίησης και δεν έχει προχωρήσει κανείς.
Είναι το έργο που προσωποποιεί τη διαχρονική πολιτική αδυναμία της Λότζια να διαχειριστεί την ευθύνη που έχει, προκειμένου να δρομολογήσει λύσεις σε ένα πρόβλημα το οποίο φωλιάζει στην καρδιά του Ηρακλείου. Έτσι, η περίφημη αποκατάσταση -που κατά καιρούς βαπτίζεται και ανάπλαση της πλατείας Ελευθερίας- παραμένει στα χαρτιά την ίδια ώρα που μεγαλώνει η επικινδυνότητα των προβλημάτων που έχουν καταγραφεί στην περιοχή, τα οποία θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια, καθώς είναι δεκάδες τα ατυχήματα που έχουν προκληθεί.
Το πρόβλημα της πλατείας Ελευθερίας δεν είναι μόνο τα διαλυμένα μάρμαρα, ο κατεστραμμένος αστικός εξοπλισμός, τα σκουριασμένα σίδερα, τα επικίνδυνα σκαλιά και η εικόνα της γενικευμένης απαξίωσης που καλύπτει τον πιο κεντρικό δημόσιο χώρο του Ηρακλείου.
Είναι και το γεγονός ότι η πλειονότητα των δημοτών δεν έχει αποδεχτεί το ψυχρό σκηνικό στο οποίο κυριαρχεί η παγωνιά του μαρμάρου και η έλλειψη πρασίνου. Μάλιστα πάνω σε αυτό το μοντέλο ανάπλασης στηρίχθηκαν οι παρεμβάσεις που έγιναν και σε άλλα κομβικά σημεία της πόλης που δρομολογήθηκαν έργα, όπως στην ιστορική κεντρική αγορά του Ηρακλείου προκαλώντας μια γενικευμένη δυσφορία.
Ο αποδεκατισμός του πρασίνου σε ένα από τα πιο κομβικά σημεία της πόλης, που διαχρονικά αποτελούσε τον πιο δημοφιλή τόπο συνάθροισης των Ηρακλειωτών αποδείχτηκε ότι αποτέλεσε μια βίαιη μεταβολή για την καθημερινότητα των δημοτών, που όσο δυνατά και αν κραύγαζαν, έγιναν στο ίδιο έργο θεατές και με την περίφημη ανάπλαση της πλατείας Κορνάρου.
Οι προηγούμενες δημοτικές αρχές καταγράφοντας τον παλμό των αντιδράσεων, επιχείρησαν κατ’ επανάληψη να δρομολογήσουν διαδικασίες για την αποκατάσταση της πλατείας. Όμως με την επίκληση γραφειοκρατικών εμπλοκών όλα τα σχέδια ναυαγούσαν αφήνοντας εκτεθειμένες τις δημοτικές αρχές τόσο σε σχέση με την πολιτική ανακολουθία τους όσο και σε σχέση με την εν γένει αδυναμία τους να ασχοληθούν διεξοδικά με ένα πρόβλημα που αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Είναι αμέτρητος ο αριθμός των εξαγγελιών που έχουν γίνει για την ανάπλαση της πλατείας Ελευθερίας, γεγονός που αναδεικνύει τα μεγέθη των πιέσεων που δέχεται η διαχρονικά η Λότζιααπό την κοινωνία.
Για την ακρίβεια οι διεκδικήσεις της κοινωνίας δεν περιορίζονται μόνο στην αποκατάσταση των προβλημάτων της πλατείας αλλά και σε μια ριζική παρέμβαση που θα μετατρέψει τον δημόσιο χώρο σε έναν πιο προσιτό και φιλικό τόπο προσαρμοσμένο στην ιστορική φυσιογνωμία της περιοχής, την πολιτιστική ταυτότητα της πόλης, συνδυαστικά με τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας.
Οι δημοτικές αρχές έχουν κατά καιρούς παρουσιάσει διαφορετικά φωτορεαλιστικά σχέδια τα οποία δείχνουν τις δικές τους προσεγγίσεις για τις μετατροπές που θα πρέπει να γίνουν, εστιάζοντας στην ενίσχυση του πρασίνου και στον εκσυγχρονισμό του αστικού εξοπλισμού.
Το ίδιο έκανε και η σημερινή δημοτική αρχή, η οποία έχει παρουσιάσει συγκεκριμένα σχέδια, με τα οποία αυξάνονται οι φυτεύσεις, τοποθετείται σιντριβάνι στο κέντρο της πλατείας, ξηλώνονται οι τα πανύψηλα φωτιστικά και αλλάζει συνολικά όλο το σύστημα φωτισμού.
Εδώ και οκτώ μήνες, η μελέτη αυτή γίνεται “πινγκ-πονγκ” ανάμεσα στην αρμόδια Αρχαιολογία, και τη Λότζια. Συγκεκριμένα, η αρμόδια εφορεία, προχωρά σε μια σειρά από παρατηρήσεις στο περιεχόμενο της μελέτης, το οποίο το προσαρμόζει η Τεχνική Υπηρεσία στις υποδείξεις που δέχεται, για να προκύψουν στη συνέχεια άλλες.
Έτσι, το όλο θέμα ανακυκλώνεται, αφού συνεχώς ανακαλύπτονται νέοι λόγοι για προσαρμογές, που ουσιαστικά παγώνουν κάθε σχεδιασμό ουσιαστικής αλλαγής της εικόνας που σήμερα επικρατεί στην πλατεία, με αιχμή του δόρατος τα φωτιστικά της.
Πάντως, από την πλευρά της η δημοτική αρχή διαβεβαιώνει ότι είναι αποφασισμένη να προχωρήσει σε αλλαγές καθώς αυτό αποτελεί αδιαπραγμάτευτη πολιτική εντολή του δημάρχου κ. Β. Λαμπρινού. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένα θέμα μείζονος σημασίας για την πόλη, που έχει κουραστεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κατάσταση απόλυτης κατάντιας και απαξίωσης.