Πέθανε ο Μανώλης Αναγνωστάκης, ο άνθρωπος πίσω από τα αναψυκτικά Γεράνι

Θλίψη σκόρπισε στην κοινωνία των Χανίων το άκουσμα της είδησης του θανάτου ενός σημαντικού Χανιώτη επιχειρηματία, του Μανώλη Αναγνωστάκη. Του ανθρώπου που έκανε γνωστά στα πέρατα του κόσμου τα φημισμένα αναψυκτικά Γεράνι.

Η κηδεία του Μανώλη Αναγνωστάκη θα γίνει την Τρίτη 26 Δεκεμβρίου στις 12 το μεσημέρι, από τον Ιερό Ναό του Αγίου Λουκά, ενώ η σορός θα βρίσκεται στην εκκλησία από τις 11 το πρωί.

Ο μύθος της χανιώτικης γκαζόζας

Ο μύθος της γκαζόζας Γεράνι καλλιεργήθηκε στα χωριά του Νομού Χανίων από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, όταν το εν λόγω αναψυκτικό ήταν «είδος πολυτελείας» και ένα μπουκάλι σερβιριζόταν στα… τέσσερα, η διανομή γινόταν με ένα γαϊδουράκι και το εργαστήριο ήταν πίσω από ένα καφενείο. Ολα αυτά ξεκίνησαν το 1928, «πριν από 80 χρόνια – διηγούνταν στην εφημερίδα το Βήμα το 2008 ο κ. Σοφοκλής Αναγνωστάκης – όταν ο παππούς μου, συνονόματός μου, επέστρεψε από τις ΗΠΑ έπειτα από 25 χρόνια μετανάστευσης».

Ο Σοφοκλής Αναγνωστάκης μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1903, «βρέθηκε στο Σαν Φρανσίσκο την εποχή που η Coca-Cola κέρδιζε μαζικά τους αμερικανούς καταναλωτές. Επέστρεψε στα Χανιά περί το 1926 και δύο χρόνια αργότερα, το 1928, σε πρωτόγονες συνθήκες, άρχισε να παράγει γκαζόζα. Στην πίσω αυλή του οικογενειακού καφενείου, στο Γεράνι της επαρχίας Κυδωνίας, με το μπρίκι έμπαινε σε ένα ένα μπουκάλι ο χυμός μαζί με νερό και ζάχαρη και με μια χειροκίνητη αρχικά και ποδοκίνητη στη συνέχεια αντλία γινόταν η γέμιση της φιάλης με ανθρακούχο, άρχισε να παράγει γκαζόζα για να την πουλάει στους πελάτες του και λίγο αργότερα να τη διακινεί με τον γάιδαρο στα γύρω χωριά. Τότε η γκαζόζα ήταν κάτι σαν γιατρικό» λέει ο εγγονός του και σημερινός διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Ετσι άρχισε σιγά σιγά να δημιουργείται η φήμη «του γερανιού».

Στην Κατοχή σταμάτησαν όλα. Οι Γερμανοί επιτάξανε το σπίτι του Σοφοκλή Αναγνωστάκη και το έκαναν αρχηγείο της περιοχής. Και ο Σ. Αναγνωστάκης μετοίκησε σε ένα γειτονικό χωριό, το Ποκλεμάρχι. Μετά την Κατοχή ο Σοφοκλής μαζί με τον γιο του Μανώλη Αναγνωστάκη αρχίζουν από εκεί που σταμάτησαν.

Λειτουργεί ξανά το καφενείο και αρχίζει και πάλι η παραγωγή γκαζόζας, στο ίδιο σημείο όπως και παλιά, στο πίσω μέρος της αυλής και με το ίδιο μεταφορικό μέσο, τον γάιδαρο. Οπως λέει «η διανομή τους γινόταν από τον ίδιο με το γαϊδουράκι στα γειτονικά χωριά, πολλές φορές τη νύχτα. Δεν υπήρχαν αρκετά μπουκάλια για να παραχθούν νέα αναψυκτικά και έτσι πολλές φορές αναγκαζόταν να περιμένει να καταναλωθούν αυτά που βρίσκονταν σε ένα σημείο – πελάτη για να πάρει τα άδεια κιβώτια με τα μπουκάλια και να μπορέσει να φτιάξει τα επόμενα».

Λίγο αργότερα, και αφού οι… δουλειές μεγάλωσαν, ο γάιδαρος αντικαταστάθηκε από μια σούστα και μόλις το 1955 η οικοτεχνία του Μανώλη Αναγνωστάκη απέκτησε φορτηγό για τη διανομή των αναψυκτικών της. Και στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ο χώρος παραγωγής αλλάζει και από το καφενείο στο Γεράνι μεταφέρεται στην περιοχή του Αγίου Λουκά, στην άκρη της πόλης των Χανίων, σε νέες ιδιόκτητες εγκαταστάσεις 245 τ.μ. και η παραγωγική δραστηριότητα της οικογένειας Αναγνωστάκη περνά από την οικοτεχνική στη βιοτεχνική της μορφή.