Η εμπλοκή του αεροδρομίου Ηρακλείου και η παραπομπή των 11 κατηγορουμένων του διεθνούς κυκλώματος
Η πρώτη μεγάλη υπόθεση που αφορά στη δράση διεθνούς κυκλώματος διακίνησης και προώθησης μεταναστών κυρίως μέσω του αεροδρομίου Ηρακλείου, αναμένεται να εκδικαστεί στις 18 Σεπτεμβρίου στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης, με την παραπομπή στο εδώλιο 11 κατηγορουμένων, μεταξύ των οποίων μία 46χρονη Ηρακλειώτισσα, εργαζόμενη στο αεροδρόμιο «Ν. Καζαντζάκης» αλλά και ένας 30χρονος Έλληνας, εργαζόμενος σε εταιρεία επίγειων εξυπηρετήσεων στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος».
Μέσω της υπόθεσης αυτής, ίσως για πρώτη φορά στην Ελλάδα, προκύπτουν τόσο σοβαρά στοιχεία για τις συναλλαγές που συντελούνται μέσω του συστήματος Hawala από ένα ευρύ δίκτυο συνεργαζόμενων «συνδέσμων» σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή, τους οποίους χαρακτηρίζει η απόλυτη εχεμύθεια και εμπιστοσύνη. Αστυνομικοί του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος κατάφεραν να «ιχνηλατήσουν» την… διαδρομή τεράστιων κεφαλαίων που διακινούνταν «αθέατα», μέσω του συγκεκριμένου παγκόσμιου παρατραπεζικού συστήματος.
Με βάση τη δικογραφία προκύπτει ότι το δίκτυο λειτουργούσε «αποθεματικά ταμεία» σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, Χανιά και Ρέθυμνο, ενώ σε ό,τι αφορά το εξωτερικό, συναλλαγές εντοπίζονται στο Αμάν της Ιορδανίας, στην Αντιόχεια, τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας, στη Σουηδία, στο Άμστερνταμ, στο Ασράν, στο Ιντλίπ, στη Σαρμάντα και στη Δαμασκό της Συρίας, στη Βυρηττό του Λιβάνου, στο Μιλάνο, στο Μέχεν, στο Βερολίνο, στο Αμβούργο, στο Μόναχο της Γερμανίας καθώς και στη Σερβία.
Το Ηράκλειο αποτελούσε την έδρα των βασικών στελεχών του καλά οργανωμένου δικτύου, το οποίο αποτελούνταν από συνεργαζόμενους εγκληματικούς πυρήνες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Με βάση την Αστυνομία, το πολυμελές κύκλωμα που εξαρθρώθηκε δεν ήταν το μοναδικό, αλλά ήταν το πλέον οργανωμένο και πολυδιαφημισμένο για όσους ήθελαν να ταξιδέψουν παράνομα στο εξωτερικό αεροπορικώς. Πριν από τις αρχές του περυσινού καλοκαιριού, οι αστυνομικοί του Τμήματος Αντιμετώπισης του Οργανωμένου Εγκλήματος ανέλαβαν τη διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης, καθώς η διαπίστωση ότι υπάρχει τρωτό σημείο στο αεροδρόμιο Ηρακλείου ήταν από μόνη της πιεστική.
Καταλυτικό ρόλο στην εγκληματική οργάνωση είχε ένας εκ των συλληφθέντων Σύρων του Ηρακλείου. Πρόκειται για έναν 31χρονο, ο οποίος φέρεται να είναι και ο μοναδικός που είχε επαφές με όλους και για όλα τα θέματα. Μέσα από τη δικογραφία προκύπτουν στοιχεία για τον τρόπο μεταφοράς παράτυπων μεταναστών και προσφύγων που έφθαναν στην Τουρκία. Ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση, απευθύνονταν και στα ανάλογα γραφεία καταβολής εγγυήσεων.
Το πιο ακριβό, αλλά ασφαλές δρομολόγιο ήταν να ταξιδέψουν αεροπορικώς μέσω του αεροδρομίου Ηρακλείου. Εκεί αναλάμβαναν οι «πυρήνες» της Κρήτης με την ταρίφα να κυμαίνεται από 3.500 έως 4.000 δολάρια. Εάν η οικονομική δυνατότητα ήταν περιορισμένη στα 1.000 δολάρια, τότε η επιλογή ήταν η μεταφορά οδικώς μέσω Έβρου και εν συνεχεία σε κάποια βαλκανική χώρα. Η τελευταία και έσχατη επιλογή ήταν με τις βάρκες από τις ακτές της Τουρκίας, με ταρίφα τα 500 δολάρια. Από ‘κει και πέρα ο καθένας και πάνω του.
Η αποτελεσματικότητα του εγκληματικού δικτύου στηριζόταν εν πολλοίς στον ισχυρό κώδικα τιμής που συνέδεε τα μέλη του. Το «λόγω τιμής» ήταν από μόνο του ισχυρότερο από εκατό συμβόλαια σε ό,τι αφορά τη διακίνηση κεφαλαίων από πόλη σε πόλη και από χώρα σε χώρα προς …διευκόλυνση των μεταναστών που ταξίδευαν από την Τουρκία προς την Ευρώπη, αεροπορικώς, οδικώς ή δια θαλάσσης αλλά και κάθε άλλου ενδιαφερόμενου, ο οποίος ζητούσε μεταφορά χρημάτων για τους δικούς του λόγους.
Για να γίνει πιο κατανοητό, φανταστείτε ότι υπό την ομπρέλα του διεθνούς δικτύου λειτουργούσαν διάσπαρτες μικρές «παρατράπεζες», στις οποίες οι εντολές για τις μεταφορές χρημάτων ήταν προφορικές λόγω ακριβώς της εμπιστοσύνης που είχε αναπτυχθεί μεταξύ των συνεργαζόμενων «πυρήνων». Ο κάθε «σύνδεσμος» οφείλει να κρατά μόνο ένα αρχείο των μεταφερόμενων ποσών και τους ειδικούς κωδικούς «σίφρα», ενώ η παρακρατηθείσα προμήθεια κυμαίνεται από 5-10%.
Η εκκαθάριση γίνεται σε δεύτερη φάση και αφού υπάρξει συμφωνία μεταξύ των συνδέσμων του δικτύου. Οι όποιες οικονομικές διαφορές προκύπτουν μεταξύ των «διαχειριστών» των ταμείων, ρυθμίζονται είτε με «συμψηφισμούς» (αντίστροφη ροή χρημάτων) ή με τους «κούριερ», οι οποίοι κατ’ εντολή των διαχειριστών μεταφέρουν σε δεύτερο χρόνο μετρητά για να «κλείσουν» οι λογαριασμοί.