Πνιγμένος από τα χρέη και μη μπορώντας να κερδίσει πίστωση χρόνου από τοκογλύφους που τον πίεζαν να ξοφλήσει το χρέος του διέπραξε τη ληστεία σε πάρκινγκ στο κέντρο του Ηρακλείου ο νεαρός επιχειρηματίας από το Ηράκλειο, ο οποίος απολογείται σήμερα.
Τα χρέη αυτά και την πίεση των τοκογλύφων που δεχόταν ανέφερε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας ο 34χρονος, ο οποίος συνελήφθη λίγες ώρες μετά την πράξη του. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος δεν έχει απασχολήσει ποτέ στο παρελθόν τις Αρχές και από τις κινήσεις του, που αναφέρονται στη δικογραφία, φαίνεται ότι πρόκειται για έναν «πρωτάρη» και δη απρόσεκτο και απελπισμένο άτομο, παρά για ένα «ψημένο» κακοποιό που θα ήξερε τι να κάνει για να μην προδοθεί.
Ο δράστης της ληστείας, ένα άτομο με χαρακτηριστικό σωματότυπο και περπάτημα, «έβαλε στο μάτι» την επιχείρηση που εργαζόταν κατά το παρελθόν. Οι κινήσεις του, το περπάτημά του και κυρίως το γεγονός ότι υπέδειξε δύο συρτάρια όπου υπήρχαν χρήματα, οδήγησαν και στην αποκάλυψη της ταυτότητάς του.
Η ληστεία
Η ένοπλη ληστεία έγινε στις 5.35 το πρωί την παραμονή των Χριστουγέννων. Ο 34χρονος μπήκε στο χώρο του ταμείου του ιδιωτικού πάρκινγκ, έχοντας καλύψει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του με ένα κράνος. Με την απειλή όπλου εξανάγκασε τον υπάλληλο να του δώσει τις εισπράξεις, οι οποίες ήταν 1.200 ευρώ.
Η εξιχνίαση της ληστείας ήρθε λίγες ώρες μετά, όταν, σύμφωνα με τη δικογραφία, ένα άγνωστο άτομο τηλεφώνησε στην Ασφάλεια στις 8.45 το πρωί της ίδιας ημέρας και ανέφερε το επίθετο του δράστη.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, η ανώνυμη πληροφορία που δόθηκε σε συνδυασμό με το σωματότυπο του δράστη που έμοιαζε του «υπόπτου αλλά και από το γεγονός ότι ο 34χρονος εργαζόταν παλαιότερα στην επιχείρηση και γνώριζε τα «κατατόπια», αλλά και το ότι ο ληστής δε μίλησε για να μην προδοθεί, οδήγησαν τους αστυνομικούς σε ασφαλή συμπεράσματα.
Ο 34χρονος αναζητήθηκε στο σπίτι του, δεν βρέθηκε όμως. Ωστόσο, πήγε μόνος του στην Ασφάλεια, όταν έμαθε από γείτονές του ότι τον αναζητούν.
Στα γραφεία της Ασφάλειας όταν ρωτήθηκε που βρισκόταν την ώρα της ληστείας, αρχικά «υπέπεσε σε αντιφάσεις και στη συνέχεια ομολόγησε αβίαστα την τέλεση της ληστείας».
«Με πίεζαν»
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 34χρονος περιέγραψε αναλυτικά τη διάπραξη της ληστείας και μάλιστα ζήτησε να απολογηθεί χωρίς την παρουσία δικηγόρου. Όπως είπε, λίγες ώρες πριν από τη ληστεία βρισκόταν σε ταβέρνα για τα γενέθλια του παιδιού του. Φεύγοντας από εκεί, με το αυτοκίνητό του έκανε για ώρες βόλτες στο Ηράκλειο, προκειμένου να σκεφτεί μία λύση στο οικονομικό του αδιέξοδο… «Χρωστούσα χρήματα και με πίεζαν να τα επιστρέψω. Τηλεφώνησα σε φίλους για να μου δώσουν δανεικά αλλά κανείς δεν είχε για να με βοηθήσει» φέρεται να είπε στους αστυνομικούς.
Έτσι λοιπόν αποφάσισε όπως κατέθεσε στους αστυνομικούς να κάνει τη ληστεία, γιατί θα έπρεπε να επιστρέψει τα χρήματα μέχρι εκείνη την ημέρα.
Παίρνοντας τα χρήματα τα έβαλε σε μια πλαστική τσάντα και κινήθηκε προς την καθολική εκκλησία, όπου είχε παρκάρει το αυτοκίνητό του. Αμέσως μετά πήγε στο Κακό Όρος όπου πέταξε τα ρούχα και το πιστόλι. Επιστρέφοντας στο Ηράκλειο, συναντήθηκε με το άτομο που του χρωστούσε τα χρήματα. Στους αστυνομικούς δεν ανέφερε ονόματα, ενώ, συνέχισε λέγοντας στην κατάθεσή του ότι πήγε στο σπίτι του, άφησε παιχνίδια στο παιδί του και το κράνος που φορούσε στη ληστεία.
«Ζητάω συγνώμη για την πράξη μου, αλλά ήμουν απελπισμένος. Φοβήθηκα ακόμα και για τα παιδιά μου μην πάθουν κακό λόγω του ότι εγώ χρωστάω χρήματα. Υπόσχομαι να αποζημιώσω τους ανθρώπους που έβλαψα» φέρεται να είπε.
Ο δικηγόρος του Γ. Κοκοσάλης σε δήλωσή του για την υπόθεση είπε:
«Ο εντολέας μου είναι ένα άριστο παιδί, μαχόμενος επιχειρηματίας, από ευυπόληπτη και κοινωνικά αναγνωρισμένη οικογένεια του Ηρακλείου, που ποτέ δεν είχε δώσει το παραμικρό δικαίωμα για αρνητικά σχόλια και παρατηρήσεις. Δυστυχώς, η οικονομική κρίση τον είχε στην κυριολεξία διαλύσει και λόγω της αδυναμίας του να δανειστεί νόμιμα από το τραπεζικό σύστημα αναγκάστηκε να προσφύγει σε “εξωτραπεζικό σύστημα αναφοράς” με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Κατά την λήξη του “δανείου” βρέθηκε – ανυπαίτια – σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση, δεχόμενος σοβαρές απειλές για τον ίδιο και την οικογένειά του και υπό τις περιστάσεις αυτές και δη από απελπισία κι έλλειψη συνειδησιακής διαύγειας προέβη σε αυτήν την πραγματικά ανόητη ενέργεια, η οποία δεν τον χαρακτηρίζει σαν άνθρωπο και σαν προσωπικότητα. Ο ίδιος κατά την γνώμη μου είναι περισσότερο θύμα παρά θύτης και πιστεύω ότι και η ποινική δικαιοσύνη θα τον αντιμετωπίσει με αυτήν την θεώρηση. Είναι συντετριμμένος και μετανοημένος κι έχει εκφράσει από την πρώτη στιγμή την επιθυμία να επιστρέψει το ποσό στον ιδιοκτήμονά του».