Δικαιοσύνη

Μετά από αρκετές συνεδριάσεις και μία δύσκολη ακροαματική διαδικασία στην προσπάθεια αναζήτησης της αλήθειας και των πραγματικών περιστατικών (με τις καταθέσεις ψυχιάτρων και παιδοψυχίατρων), χθες βράδυ το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηρακλείου  έκρινε ομόφωνα ένοχο  γιατρό για την σεξουαλική κακοποίηση του ανήλικου γιου της συζύγου του, από τον πρώτο της γάμο.

Το δικαστήριο δεν αναγνώρισε ελαφρυντικό στον κατηγορούμενο, στον οποίο επέβαλε  συνολική ποινή κάθειρξης 16 ετών κατά συγχώνευση. Το δικαστήριο ωστόσο έδωσε ανασταλτικό χαρακτήρα στην έφεση υπό τους όρους: καταβολής εγγυοδοσίας 10.000 ευρώ, υποχρεωτικής διαμονής εντός Ηρακλείου και αποφυγής κάθε επαφής με την πρώην σύζυγο του και το αγόρι.

Με βάση το κατηγορητήριο, όλα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2005 όταν το παιδί ήταν μαθητής της α’ τάξης του δημοτικού.

Ο πατριός φέρεται να οδήγησε το παιδί στην τουαλέτα του σπιτιού και εκμεταλλευόμενος την παιδική του αφέλεια, ασέλγησε σε βάρος του.

Επίσης, καταγγέλλεται ότι πολλές φορές  το οδηγούσε στο υπόγειο της κατοικίας τους με πρόφαση ότι ήθελε βοήθεια σε διάφορες εργασίες. Ο ανήλικος φέρεται να μίλησε στη μητέρα του αρκετά χρόνια μετά, όταν πλέον ο κατηγορούμενος αποχώρησε από την οικογενειακή τους στέγη. Κατά το βούλευμα, τότε ένιωσε «απελευθερωμένος» και ασφαλής.

Το παιδί που σήμερα έχει ενηλικιωθεί είναι ένα ταλαιπωρημένο πλάσμα καθώς στο παρελθόν νόσησε βαριά  και υποβλήθηκε σε εντατικές  θεραπείες, από την άλλη λόγω διαγνωσμένης ψυχικής διαταραχής λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή.

Η ψυχική κατάσταση του παιδιού αποτέλεσε κομβικό σημείο στη δίκη, ιδιαίτερα από την πλευρά της υπεράσπισης που προσκόμισε έγγραφα φαρμακευτικής αγωγής για σχιζοφρένεια.

Όσα κατήγγειλε το παιδί, συνέβησαν πράγματι ή αποτελούν παραληρήματα ψυχικής διαταραχής; Ήταν ένα από τα κρίσιμα ερωτήματα που κλήθηκε να διερευνήσει το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηρακλείου.

Έμπειρη ψυχίατρος του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, η οποία κλήθηκε να εξετάσει το παιδί ένα χρόνο πριν, κατέθεσε στη δίκη.   Η γιατρός ανέφερε ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή η κατάσταση του παιδιού δεν ήταν συμβατή με την διάγνωση της σχιζοφρένειας.

Ερωτηθείσα από το δικαστήριο αν τα όσα καταγγέλλει, θα μπορούσαν να έχουν βάση, απάντησε ότι τα λεγόμενα του δεν είναι κατ’ ανάγκη ψευδή. Απάντησε επίσης θετικά στην  ερώτηση της προέδρου κατά πόσο, εφόσον ισχύουν τα καταγγελλόμενα,  θα μπορούσαν να «πυροδοτήσουν» την διαταραχή του.

Παιδοψυχίατρος του ΠΑΓΝΗ, η οποία κλήθηκε να εξετάσει το παιδί με παραπομπή από την παιδοαιματολογική κλινική όπου είχε εισαχθεί, κατέθεσε στο δικαστήριο για τις συνεδρίες που είχε μαζί του, από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Ιούλιο. Η μάρτυρας επισήμανε ότι στην πρώτη τους επαφή το παιδί είχε μία βραδύτητα στις απαντήσεις και ήταν «κουμπωμένο».

Τον Ιούλιο και αφού είχε δώσει τις σχολικές εξετάσεις και το πτυχίο των Αγγλικών, της ζήτησε να μιλήσουν για κάποιο σοβαρό θέμα αλλά ντρεπόταν. Τότε η παιδοψυχίατρος τον προέτρεψε να τα γράψει. Στο σημείωμα του ανέφερε ότι ο «μπαμπάς» τον είχε κακοποιήσει σεξουαλικά.

Στην κατάθεση του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ηρακλείου  το αγόρι προσπάθησε να περιγράψει τα όσα έχει καταγγείλει για τον πατριό του. Ήταν μία κατάθεση που έγινε με μεγάλη δυσκολία λαμβάνοντας υπόψη την ψυχοσύνθεση του συγκεκριμένου παιδιού. Μάλιστα από την πλευρά της πολιτικής αγωγής υποβλήθηκε αίτημα απομάκρυνσης του γιατρού από την αίθουσα ώστε το παιδί να αισθάνεται άνετα, όμως το δικαστήριο επέτρεψε να προχωρήσει η εξέταση παρουσία του κατηγορούμενου υπό τον όρο απομάκρυνσης του εφόσον προκύψει κάποιο ζήτημα κατά την διαδικασία.

 «Ζω έναν γολγοθά»

Για μία ακόμα φορά ο γιατρός αρνήθηκε με σθένος τις αποδιδόμενες κατηγορίες, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι από την ημέρα που έλαβε την κλήση της Αστυνομίας για την μήνυση που υποβλήθηκε σε βάρος του, η ζωή του έχει αλλάξει δραματικά. «Ζω έναν γολγοθά» είπε. Υποστήριξε ότι ακόμα και σήμερα δεν μπορεί να δώσει ακριβή απάντηση γιατί έγινε αυτή η καταγγελία σε βάρος του.

Μία εξήγηση που μπορεί να δώσει είναι ότι το αγόρι τον μισούσε γιατί είχε παθολογική αδυναμία στη μητέρα του και με αυτήν την καταγγελία ήταν ο μόνος τρόπος να τον απομακρύνει από εκείνη και τα δύο μικρότερα αδέρφια του και βιολογικά παιδιά του.

Όπως είπε, τον είχε σαν παιδί του, ουδέποτε τον ξεχώριζε από τα παιδιά του. Ανέφερε ότι ενδιαφερόταν για την υγεία του και τον πήγαινε στους καλύτερους γιατρούς. «Κάποιες φορές μαλώναμε για τα μαθήματα, τις επιδόσεις του, όπως ένας πατέρας με τον γιο του».

Υπέρ της ενοχής του κατηγορούμενου τάχθηκε νωρίτερα και ο εισαγγελέας έδρας.