Το άρθρο γνώμης του Κώστα Γιαννακίδη ,αποτυπώνει μια πραγματικότητα που πολλοί εδώ στην Κρήτη, αρνούνται να δουν και να παραδεχτούν:
«Στην Κρήτη έχουν επινοήσει την αυτόνομη οδήγηση πολύ πριν την Tesla. Κατεβάζουν δέκα κούπες και το αυτοκίνητο πηγαίνει μόνο του.
Ακούγεται αστείο, αλλά δεν είναι. Και ο θάνατος του νέου παιδιού στα Χανιά μπορεί να μην περιγράφεται ως δολοφονία, όμως έχει όλα τα χαρακτηριστικά της ανθρωποκτονίας. Υπάρχει δράστης και από πίσω του ένα ολόκληρο σύστημα που συνεργάστηκε, έχοντας πλήρη γνώση, στην ύφανση της τραγωδίας.
Φυσικά και θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε στην ελληνική περιφέρεια.
Ένας ευκατάστατος επιχειρηματίας της περιοχής είναι πολύ πιθανό να είχε την ίδια, ιδιαίτερη, αντιμετώπιση από τους αστυνομικούς. Διότι τα πράγματα στις τοπικές κοινωνίες είναι διαφορετικά. Δεν είναι μόνο η εύνοια που απολαμβάνουν οι ισχυροί του τόπου. Είναι και ο φόβος των αστυνομικών μη βρεθούν μπλεγμένοι αν δυσαρεστήσουν κάποιον που μπορεί να σηκώσει το τηλέφωνο. Νομίζετε ότι είναι εύκολο για έναν αστυνομικό να πάρει σηκωτό στο κελί κάποιον ισχυρό της τοπικής κοινωνίας; Στην Κρήτη αυτή η συνθήκη ενισχύεται.
Πριν από λίγα χρόνια έγινα κοινωνός ενός περιστατικού που έλαβε χώρα στο νομό Χανίων. Αστυνομικός έλεγχος, με τη συμμετοχή ανδρών των ΕΚΑΜ, σταμάτησε αγροτικό αυτοκίνητο στο οποίο επιβαίνει νεαρός άνδρας, μαζί με τον γιό του. Σε έλεγχο που πραγματοποιήθηκε στο όχημα εντοπίστηκε οπλισμός. Ο άνδρας οδηγήθηκε στον εισαγγελέα, σχηματίστηκε δικογραφία και αφέθηκε ελεύθερος.
Όμως η οργή ξεχείλιζε από μέσα του. «Μα να με σέρνουν με το κοπέλι στον εισαγγελέα για ένα όπλο που ήταν και άδειο;» Δεν το άφησε να περάσει έτσι.
Μάζεψε κάτι ξαδέλφια και την έστησαν σε έναν από τους αστυνομικούς.
Τον πέτυχαν σε καφέ, εκτός υπηρεσίας. Του επιτέθηκαν, τον έγδυσαν, του πήραν τα ρούχα και έφυγαν. Όχι, δεν υπήρξε συνέχεια. Λειτούργησε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης του αστυνομικού.
Δεν ευθύνεται μόνο η ανεπάρκεια του οδικού δικτύου για τα τροχαία στην Κρήτη. Το κακό εκπορεύεται από μία νοοτροπία που καλλιεργεί λανθάνουσα αίσθηση της λεβεντιάς. Θα κατεβάσεις τις κούπες με τις ρακές, θα πιεις και ένα μπάφο και μετά θα μπεις στο αυτοκίνητο, εννοείται χωρίς ζώνη, αλλά εξαιρετικά πιθανό και με ένα όπλο. Και έτσι η παραβατικότητα, που συχνά λαμβάνει αυτοκτονικές διαστάσεις, μασκαρεύεται σε ένδειξη αυθεντικότητας και κομμάτι της παράδοσης.
Είναι πολλά αυτά που συμβαίνουν στο νησί από μία γραφική μειοψηφία που βρίσκει τον τρόπο να αναπαράγεται. Δεκαπενταύγουστο σε χωριό των Χανίων άκουγα να παίζουν…beat με όπλα στην αυλή της εκκλησίας. Και το βράδυ, στο πανηγύρι, το πρώτο δώρο στη λαχειοφόρο αγορά ήταν μία καραμπίνα…προσφορά του τοπικού πολιτιστικού συλλόγου.
Όταν, λοιπόν, σκοτώνονται κάποιοι, είτε με αυτοκίνητα, είτε με όπλα, ξεκινάει πάντα η γνωστή συζήτηση για την επιβολή της νομιμότητας. Και όταν κάτι παλικάρια μέχρι εκεί πάνω σαπίζουν στο ξύλο κανένα τουρίστα, ανοίγουμε το στόμα από έκπληξη.
Δυστυχώς δεν αρκεί η επιβολή του νόμου και η αυστηροποίηση της αστυνομικής επιτήρησης. Η προσαρμογή όλης της Κρήτης στον 21ο αιώνα είναι πρωτίστως θέμα παιδείας και απόφασης από την τοπική κοινωνία. Θα μου πείτε ότι αν προσεγγίσουμε το θέμα διαχρονικά, βλέπουμε σημαντική πρόοδο. Δεν σκοτώνονται πια για τα μάτια μιας κοπελιάς, ούτε η τιμή της αδερφής κάνει τον αδερφό να ζωστεί τα όπλα. Σωστό. Όμως χρειάζεται ακόμα δουλειά.»