Ν. Χουχουρέλος από την περίοδο της κρίσης των Ιμίων
Στιγμιότυπο από την περίοδο της κρίσης των Ιμίων

Έζησε τα γεγονότα πιο κοντά από τον καθένα, θυμάται τα ψέματα  και την παραποίηση των γεγονότων και τονίζει τον ρόλο της διπλωματίας και της ψυχραιμίας που επέδειξαν κάποιοι πριν 25 χρόνια

Είκοσι πέντε χρόνια έχουν περάσει από τότε που η Ελλάδα και η Τουρκία, λόγω των γεγονότων στα Ίμια, έφτασαν μια ανάσα από τον πόλεμο. Μια σύντομη περίοδος της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας για την οποία γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά, επίσης αρκετά δεν έγιναν γνωστά, ενώ  γράφτηκαν και ανακρίβειες οι οποίες διαμόρφωσαν το κλίμα εκείνης της περιόδου.

Ένα γνωστό πρόσωπο στην κοινωνία του Ηρακλείου, ο πρώην λιμενάρχης Ηρακλείου και αργότερα διοικητής της 4ης Περιφερικής διοίκησης Κρήτης και Δωδεκανήσου,  Υποναύαρχος Λ.Σ. (εα) και πρόεδρος του Συλλόγου Απόστρατων Λιμενικών Κρήτης και Δωδεκανήσων, Νίκος Χουχουρέλος, έζησε τα γεγονότα αυτά πιο κοντά από τον καθένα.

Υπηρετούσε σε ηλικία 42 ετών με το βαθμό του πλωτάρχη στην Κάλυμνο, ως λιμενάρχης της εκεί λιμενικής Αρχής, στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγονταν και τα Ίμια.  Ο κ. Χουχουρέλος μιλώντας στην «Π» ανασύρει από τη μνήμη του τα γεγονότα εκείνων των ημερών, κρατώντας αρκετά άλλα για το  βιβλίο που έχει γράψει.

Στην ερώτηση τι θυμάται περισσότερο από εκείνο το διάστημα,  η απάντησή του ήταν αναμενόμενη για μια τόσο έντονη περίοδο. «Τίποτα δεν μπορεί να ξεχαστεί. Όλα παραμένουν έντονα στη μνήμη. Φτάσαμε μια ανάσα από τον πόλεμο» σχολιάζει και συνεχίζει:

«Δεν θα ξεχάσω την Τρίτη 30 Ιανουαρίου 1996, η κλιμάκωση της κρίσης ήταν ραγδαία και όλοι είχαμε άγχος,  στρες και αγωνία  για το τι θα επακολουθούσε. Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις τίθενται σε κατάσταση γενικής επιφυλακής και ενεργοποιούνται τα πολεμικά σχέδια και διατάσσεται μερική επιστράτευση στους νομούς Έβρου, Ροδόπης,  Ξάνθης και νήσων του Αιγαίου.

Η σύρραξη ενός ελληνοτουρκικού πολέμου ήταν πλέον ορατή. Μια παράτολμη ενέργεια ή ένα τακτικό λάθος θα οδηγούσε σε πόλεμο. Όλοι ήμασταν  με το χέρι στην σκανδάλη.  Νευρικότητα, άγχος, αγωνία, υπερένταση, θυμός αλλά και αυταπάρνηση ήταν μερικά από τα συναισθήματα που επικρατούσαν.

Όλοι μας όμως, ήμασταν περήφανοι που υπηρετούσαμε το έθνος και την πατρίδα μας και χωρίς δεύτερη σκέψη θα κάναμε ό,τι έπρεπε για να την υπερασπιστούμε».  «Θεωρεί ότι η πολεμική σύρραξη αποφεύχθηκε όχι μόνο χάρη στις διπλωματικές προσπάθειες που έγιναν, αλλά και «εξαιτίας της ψυχραιμίας – σύνεσης και παλικαριάς  που επέδειξαν όλοι όσοι  συμμετείχαν  στις επιχειρήσεις αναχαίτισης των τούρκικων μονάδων».

Ο κ. Ν. Χουχουρέλος
Ο κ. Ν. Χουχουρέλος

Ο κ. Χουχουρέλος ως λιμενάρχης Καλύμνου έζησε από την πρώτη στιγμή τα όσα έφεραν πολύ κοντά τις δύο χώρες να είναι η μια αντιμέτωπη στην άλλη. Μάλιστα, αναφέρει ότι όλα αυτά θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν τα ΜΜΕ  εκείνης της περιόδου δεν είχαν  διαμορφώσει ένα  κλίμα που απείχε πολύ από την πραγματικότητα και τα όσα είχαν γίνει.

«Τα περισσότερα από αυτά που γράφτηκαν και αφορούσαν εκείνες τις ημέρες  ήταν στη φαντασία ορισμένων που δεν ήξεραν ούτε πού είναι τα Ίμια. Είχε ειπωθεί για παράδειγμα ότι εγώ με τον τότε  δήμαρχο της Καλύμνου υψώσαμε τη σημαία μας στα Ίμια, κάτι που δεν ισχύει. Ακόμα και όταν προσπάθησα να πω την αλήθεια, δημοσιογράφοι δεν μου έδωσαν το βήμα να την πω».

Στις ανακρίβειες εκείνης της περιόδου συγκαταλέγεται, σύμφωνα με τον κ. Χουχουρέλο, και η «είδηση» ότι ο Τούρκος καπετάνιος του φορτηγού πλοίου που είχε προσαράξει στη μικρή Ίμια  αμφισβητούσε το ότι οι βραχονησίδες είναι ελληνικές. «Αυτό δεν έγινε ποτέ. Ο Τούρκος ναυτικός ποτέ δεν είπε κάτι τέτοιο» αναφέρει ο πρώην λιμενάρχης Ηρακλείου και συνεχίζει την αφήγησή του.

«Νυχτερινές ώρες των Χριστουγέννων του 1995  το τουρκικό φορτηγό πλοίο εξέδωσε σήμα κινδύνου. Το λάβαμε  εμείς ως λιμενική Αρχή Καλύμνου και ο Θάλαμος Επιχειρήσεων του ΥΕΝ. Μιλήσαμε με το πλοίο και είδαμε ότι είχε προσαράξει στη μικρή Ίμια. Αμέσως, κι επειδή ήταν δική μας περιοχή, με ένα μικρό σκάφος της σχολής δυτών Καλύμνου πήγα μαζί με έναν λιμενοφύλακα και ανέβηκα στο πλοίο. Ο Τούρκος  καπετάνιος ήταν αναστατωμένος και  μου είπε ότι είχε ένα ατύχημα.

Του εξήγησα τη διαδικασία και τον ενημέρωσα ότι πρόκειται για ελληνική περιοχή, ελληνικά χωρικά ύδατα και ότι έπρεπε να κάνει συγκεκριμένες ενέργειες. Να μην προκαλέσει ρύπανση καταρχάς και εάν χρειαζόταν βοήθεια θα έπρεπε να βοηθηθεί από ελληνικά ναυαγοσωστικά πλοία. Του εξήγησα όλη τη διαδικασία για να χαρακτηριστεί αξιόπλοο και τις οδηγίες αυτές του τις  έδωσα και γραπτώς, στην ελληνική αλλά και στην αγγλική γλώσσα.

Φυσικά, για το συμβάν ενημερώθηκε και η πρεσβεία της Τουρκίας μετά και το σήμα που έκανα προς τις  αρμόδιες Αρχές και υπουργεία. Ο καπετάνιος μού είπε  ότι θα προσπαθήσει να το αποκολλήσει μόνος του, κάτι που είχε δικαίωμα να το κάνει. Παρέμενα στο πλοίο κατά τη διάρκεια αυτών των προσπαθειών, που όμως δεν είχαν αποτέλεσμα».

Σύμφωνα με τις επισημάνσεις του ίδιου, τελικώς ο Τούρκος καπετάνιος ζήτησε ρυμουλκό, που όμως δεν υπήρχε στην Κάλυμνο. «Του έδωσα μια λίστα με τις εταιρείες ρυμουλκών για να έρθει σε επαφή εκείνος και η εταιρεία του. Έκανε ενέργειες, τηλεφώνησε αλλά τον ξένιζε το γεγονός  ότι ξεκινούσαν από τον Πειραιά και για να έρθουν στα Ίμια  ήθελαν μιάμιση ημέρα,  αλλά και πολλά χρήματα».

Κάποια στιγμή ρυμουλκό σκάφος ανέλαβε τις εργασίες και το τουρκικό φορτηγό, ακολουθώντας τις οδηγίες του λιμενάρχη Καλύμνου, κι αφού είχε επιθεωρηθεί από νηογνώμονα, συνοδεία του ρυμουλκού, κινήθηκε προς το απέναντι λιμάνι της Τουρκίας. «Ο άνθρωπος αυτός ακολούθησε κατά γράμμα τα όσα του είπαμε, φτάνοντας στην Τουρκία ενημέρωσε και το Λιμεναρχείο και τον Θάλαμο Επιχειρήσεων ότι έφτασε με ασφάλεια και ότι αποδεσμεύει το ρυμουλκό, χωρίς ποτέ- επαναλαμβάνω – να αμφισβητήσει την ελληνικότητα των Ιμίων».

Το κλίμα

Το γεγονός αυτό έδωσε τροφή στα μέσα ενημέρωσης της εποχής να γράψουν ανακρίβειες για τη στάση του Τούρκου ναυτικού, σύμφωνα με τον κ. Χουχουρέλο. «Μιλούσα με δημοσιογράφους που καλούσαν στο Λιμεναρχείο και τους έλεγα ότι δεν υπήρξε καμία αμφισβήτηση. Οι ανακρίβειες όμως συνεχίζονταν» σχολιάζει ο ίδιος και συμπληρώνει  ότι οι «απέναντι» εκμεταλλεύτηκαν τα όσα έγραφε ο Τύπος της εποχής.

«Θεωρώ ότι οι γείτονες βρήκαν πάτημα για να προχωρήσουν σε αμφισβητήσεις. Θυμάμαι ότι υπήρξε έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας με το οποίο μας ευχαριστούσαν για τη βοήθεια που προσφέραμε, αλλά παράλληλα μας έλεγαν ότι τα νησιά αυτά δεν είναι ελληνικά, αλλά τουρκικά».

Αυτή ήταν, όπως εξηγεί ο κ. Χουχουρέλος, η αρχή για να ξεκινήσει η επίσημη αμφισβήτηση από πλευράς Τουρκίας και σε αυτό βοήθησαν, όπως λέει ,και πάλι τα δημοσιεύματα που γίνονταν.

«Ήταν ψέμα»

Η κατάσταση άρχισε να κλιμακώνεται όταν διέρρευσε από κάποιας η ψεύτικη είδηση, σύμφωνα με την οποία, Τούρκοι είχαν υψώσει τη σημαία τους στα Ίμια. «Κάτι τέτοιο δεν είχε γίνει μέχρι τότε. Με ρωτούσαν δημοσιογράφοι από την Ελλάδα και το εξωτερικό και το διέψευδα» θυμάται.

Λίγες ημέρες μετά (είχε μεσολαβήσει περίπου ένας μήνας από τότε που είχε φύγει το τουρκικό φορτηγό πλοίο) κι ενώ αρκετοί λανθασμένα πίστευαν ότι είχε υψωθεί η τουρκική σημαία στα Ίμια, ο κ. Χουχουρέλος τα επισκέφθηκε.

«Θυμάμαι, είχε έρθει νωρίς το πρωί ο ταγματάρχης του Τάγματος που υπήρχε και μου είπε ότι πρέπει να πάμε στα Ίμια, γιατί έχει υψωθεί η τουρκική σημαία. Του το διέψευσα, αλλά του είπα ότι μπορούμε να πάμε μαζί για να το διαπιστώσει και ο ίδιος». Ο τότε λιμενάρχης Καλύμνου μαζί με τον ταγματάρχη πήγαν στα Ίμια, διαπίστωσαν ότι κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί και επέστρεψαν.

«Γυρίζοντας είδαμε να ετοιμάζεται ένα ταχύπλοο με τον τότε δήμαρχο Καλύμνου, τον διοικητή της Αστυνομίας και κάποιους δημοτικούς συμβούλους.  Όταν τους ρώτησα πού πηγαίνουν, μου είπαν στα Ίμια για να δουν εάν ισχύει αυτό που ακουγόταν. Και πάλι τους καθησύχασα, αλλά εκείνοι επέμεναν να πάνε. Φτάνοντας εκεί πήραν δύο σημαίες και τις έβαλαν στο νησί».

Τα γεγονότα που ακολούθησαν είναι λίγο – πολύ γνωστά. Η κατάσταση λίγο έλειψε να ξεφύγει και όλα θύμισαν ένα πολεμικό σκηνικό με ανάπτυξη δυνάμεων και από τις δύο χώρες.

«Η συνέχεια δόθηκε από τους Τούρκους δημοσιογράφους που πέταξαν με ελικόπτερο και αφού κατέβασαν την ελληνική σημαία, ύψωσαν τη δική τους, πυροδοτώντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση» σχολιάζει και υπογραμμίζει ότι για μέρες όλα κινούνταν στην κόψη του ξυραφιού.

Ο κ. Χουχουρέλος θεωρεί ότι όλο αυτό το σκηνικό πολέμου θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. «Θα πρέπει να καταλάβουν κάποιοι ότι με εθνικά θέματα δεν μπορείς να παίζεις. Απαιτείται σοβαρότητα και υπευθυνότητα, κάτι που δεν είχαν δείξει τα μέσα ενημέρωσης τότε».

-Από τις πολιτικές προσωπικότητες της εποχής και τους χειρισμούς που γίνονταν τι θυμάστε; «Αυτό που επίσης δε θα ξεχάσω είναι ότι υπουργοί εκείνης της περιόδου μού ζητούσαν καθημερινά να τους ενημερώνω. Όταν όμως παρουσιαζόταν κάποιο πρόβλημα και ζητούσα τη βοήθειά τους, ο ένας με έστελνε στον άλλο».

Ο ίδιος πάντως και ως λιμενάρχης πιστεύει ότι εάν χανόταν ο έλεγχος έτσι όπως είχε στηθεί το σκηνικό πολέμου, η έναρξή του θα ήταν πολύ εύκολη. «Επαναλαμβάνω λόγω διπλωματίας αλλά και ψυχραιμίας από όλους εμάς τους εμπλεκόμενους αποφεύχθηκαν τα χειρότερα».

Καταλήγοντας ο κ. Χουχουρέλος τονίζει ότι θα ήθελε να ευχαριστήσει και να συγχαρεί «τους συνεργάτες του, τους κατοίκους της Καλύμνου και των γύρω νησιών  και όλους όσοι συμμετείχαν  επί σκηνής  για την καρτερικότητα,  λεβεντιά,  παλικαριά και ηρωισμό που υπέδειξαν καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης.

Θα ήταν παράλειψή μου να μην αναφερθώ στα ηρωικά μέλη του πληρώματος του ελικοπτέρου του Πολεμικού μας Ναυτικού,  που χάθηκαν εκείνη τη νύκτα κατά την εκτέλεση του καθήκοντος».