Οι κρατούμενοι στην υπόθεση Λεμπιδάκη οδηγούνται στο Δικαστικό Μέγαρο
Οι κρατούμενοι οδηγούνται στο Δικαστικό Μέγαρο (φώτο αρχείου)

Την πεποίθηση ότι ο αρχηγός στην υπόθεση της απαγωγής του επιχειρηματία  Μιχ. Λεμπιδάκη έχει …θητεύσει στον τομέα των απαγωγών, έχει δηλαδή προηγούμενη εμπειρία, εξέφρασε στη διάρκεια της αγόρευσης της η εισαγγελέας έδρας του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης κ. Γεωργία Δούρου. Είναι η εισαγγελέας που χειρίστηκε την υπόθεση και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και κατά συνέπεια έχει άριστη γνώση όλων των πτυχών της υπόθεσης.

Η κ. Δούρου υποστήριξε με έμφαση αυτή τη θέση της στη διάρκεια της εισαγγελικής πρότασης και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εκτίμησαν ότι «φωτογραφίζει» συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο δεν συγκαταλέγεται σε αυτούς που κάθονται στο εδώλιο. «Το άτομο που ζητά να ελεγχθεί αν είναι «τσιπαρισμένος» ο Μιχ. Λεμπιδάκης και δίνει οδηγίες για το πώς θα ντυθούν οι φύλακες και πώς θα μιλάνε, δηλαδή ψιθυριστά, έχει θητεύσει σε αυτόν τον τομέα, δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό».

Η εισαγγελική λειτουργός τόνισε ότι αν και σπάνια αποδεικνύεται σε τέτοιες δικαστικές αίθουσες το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, στην συγκεκριμένη αποδεικνύεται πλήρως. Για τους κατηγορούμενους που ομολόγησαν την εμπλοκή τους στην απαγωγή, έστω υπό τις περιστάσεις και τις συνθήκες που επικαλέστηκε ο καθένας, η εισαγγελέας δεν επεκτάθηκε ιδιαίτερα.

Εστίασε ωστόσο, φυσικό και αναμενόμενο, σε κατηγορούμενους, οι οποίοι επιμένουν να ισχυρίζονται ότι δεν έχουν καμία συμμετοχή παρά τα στοιχεία ή την πληθώρα ενδείξεων σε βάρος τους.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στους τρεις Ρεθυμνιώτες που κινούνταν επί του ΒΟΑΚ τη νύχτα της 6ης προς 7ης Ιουλίου 2017 και στους οποίους αποδίδεται η 20η διαπραγμάτευση των απαγωγέων με την οικογένεια Λεμπιδάκη.

Αστυνομικοί σταμάτησαν δήθεν για τροχονομικό έλεγχο το όχημα στο οποίο επέβαιναν οι τρεις, στην πραγματικότητα όμως είχαν ένδειξη ότι πρόκειται για ύποπτο αυτοκίνητο  από το οποίο φέρεται να αποστέλλονταν τα επίμαχα sms προς την οικογένεια. Υπό την πίεση του ελέγχου οι επιβαίνοντες φέρονται να έσπασαν το κινητό που χρησιμοποιούσαν για τις διαπραγματεύσεις και να το πέταξαν στο δρόμο.

Πάνω τους δεν βρέθηκε κανένα κινητό ή άλλο στοιχείο, οδηγήθηκαν στο Τμήμα δήθεν για εξακρίβωση στοιχείων όπου για πρώτη φορά οι Αρχές μαθαίνουν την ταυτότητα των τριών και έτσι αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι της απαγωγής. Μάλιστα την επόμενη ημέρα αστυνομικοί εντοπίζουν την σπασμένη  συσκευή πάνω στην οποία ταυτοποιείται αποτύπωμα του Βενιαμίν των κατηγορουμένων.

Ο αποκαλούμενος «παππούς», οδηγός του οχήματος, κατά την σύλληψη του μετά την απελευθέρωση Λεμπιδάκη,  ομολόγησε την εμπλοκή τους, όταν όμως διαπίστωσε ότι οι συγκατηγορούμενοι του παρέμεναν αρνητικοί, επιχείρησε να ανασκευάσει. Και πάλι όμως, σύμφωνα με την εισαγγελέα, υπήρξε κακή συνεννόηση στις εκδοχές που επικαλέστηκαν.

Για την εισαγγελική λειτουργό τα άτομα  που συμμετείχαν στις συνωμοτικές συναντήσεις των Σφακίων, κατηγορούμενοι και μη, ήταν κεντρικά πρόσωπα στην υπόθεση. «Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας. Δε γίνεται άτομα με κάποιο κοινωνικό στάτους να συναντιούνται υπό συνθήκες σκότους και σιωπής και να μην βρίσκονται για λόγους συνωμοτικούς. Τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια».

Η πρόταση της εισαγγελέως έδρας  κινήθηκε κατά κύριο λόγο στη γραμμή της πρωτόδικης αγόρευσης με κάποιες διαφοροποιήσεις ως προς συγκεκριμένους κατηγορούμενους. Η εισαγγελέας πρότεινε την αθώωση λόγω αμφιβολιών δύο κατηγορουμένων, του πρώην γαμπρού και αδερφού του 47χρονου Ρεθυμνιώτη, ο οποίος διέμενε στην Αθήνα και φέρεται ως ένα από τα άτομα που είχαν ηγετικό ρόλο. Για τέσσερις ακόμα κατηγορούμενους η εισαγγελική πρόταση ήταν λίγο πιο light ως προς συγκεκριμένες κατηγορίες που τούς είχαν αποδοθεί σε πρώτο βαθμό.

Επιπρόσθετα για τον 47χρονο η εισαγγελέας για τον 47χρονο ανέφερε ότι δεν ήταν ο αρχηγός αλλά από τα άτομα που είχαν αποφασιστικό και καθοριστικό ρόλο στην συγκρότηση της οργάνωσης, όμως τον πρώτο λόγο είχε “άτομο με εμπειρία στον συγκεκριμένο τομέα”.

Ο ίδιος πάντως κατά την απολογία του υποστήριξε ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο σε βάρος του. «Πρώτα κατηγόρησαν τον αδερφό μου και τον γαμπρό μου και μετά εμένα… Μετά τον Φεβρουάριο τους ήρθε να μπερδέψουν και μένα για να τους βγει η ιστορία. Ο συνήγορος μου με πίεσε ασφυκτικά να ομολογήσω για να προχωρήσει η υπόθεση, όμως δεν το δέχομαι».

Η κ. Δούρου τόνισε ότι με την στάση τους ακόμα και χθες  κάποιοι κατηγορούμενοι την έπεισαν ακόμα περισσότερο για την ενοχή τους και υπογράμμισε ότι αν οι ενδείξεις συνδέονται με τα διδάγματα της κοινής πείρας και της κοινής λογικής, δημιουργούν εικόνα και αυτό μετατρέπεται σε αποδείξεις. «Οι πολλές ενδείξεις μετατρέπονται σε αποδείξεις».

Η δίκη συνεχίζεται την Πέμπτη με τις αγορεύσεις των συνηγόρων.