Από γη αλλά και από… αέρος κινδυνεύουν τα πληρώματα των ελικοπτέρων της Αστυνομίας που συμμετέχουν στις επιχειρήσεις για τον εντοπισμό φυτειών κάνναβης στην Κρήτη.
Πέρα από τους συνήθεις κινδύνους, όπως είναι οι πυροβολισμοί που κατά το παρελθόν έχουν δεχτεί ελικόπτερα της Αστυνομίας, αλλά και τα σύρματα της ΔΕΗ, αυτό που κυρίως ανησυχεί τα πληρώματα είναι τα ρεύματα που θα συναντήσουν στη διάρκεια μιας πτήσης και κυρίως σε συγκεκριμένες περιοχές.
Στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. που επιλέγονται για την επιβίβαση λένε στην «Π» ότι κατά το παρελθόν έχουν υπάρξει φορές που τα ρεύματα του δυνατού αέρα παρέσυραν το ελικόπτερο λες και ήταν καρυδότσουφλο.
Οι πιο δύσκολες περιοχές, οι οποίες είναι και εκείνες που «δίνουν» τις πιο πολλές φυτείες, είναι οι χαράδρες, εκεί όπου η προσοχή και τα αντανακλαστικά πρέπει να είναι διαρκώς αυξημένα. Κατά το παρελθόν, σύμφωνα με αστυνομική πηγή, το ελικόπτερο που αναζητούσε παράνομες καλλιέργειες, λίγο έλειψε να πέσει στα πλαϊνά δύο χαραδρών πάνω από τις οποίες εκτελούνταν πτήσεις.
«Το πιο δύσκολο σημείο, λόγω των ρευμάτων είναι οι χαράδρες στον Αναποδάρη της Βιάννου. Το ίδιο επικίνδυνα είναι και στα Βορυζοκάμαρα, όπου όμως πρόκειται για περιοχές που πρέπει να ελεγχθούν διεξοδικά» σχολιάζει αστυνομικός.
Το πρόγραμμα
Οι ημερομηνίες άφιξης στο νησί του ελικοπτέρου ορίζονται συνήθως σε κεντρικό επίπεδο. Η Αθήνα θα αποφασίσει τις μέρες στη διάρκεια των οποίων θα γίνουν οι πτήσεις σε κάθε νομό. Βέβαια, κατά το παρελθόν έχει ζητηθεί από την τοπική Αστυνομία η «κάθοδός» του σε περιπτώσεις που η παρουσία του ήταν απαραίτητη στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Από τις αρχές Ιουνίου μέχρι και τον Σεπτέμβριο έχουν γίνει δρομολόγια από αέρος για τον εντοπισμό φυτειών στην Κρήτη.
Αυτό που σε κάθε περίπτωση τονίζουν αστυνομικοί που έχουν πετάξει ή θα πετάξουν και πάλι στο μέλλον είναι ότι ο καιρός είναι αυτός που κάνει κουμάντο για μια επιτυχημένη πτήση. «Από κάθε αστυνομική διεύθυνση μπορούν να αποτελέσουν πλήρωμα από ένα έως δύο άτομα.
Είναι εκείνοι που έχουν πείρα επί του αντικειμένου, αλλά και που γνωρίζουν ποιες περιοχές θα πρέπει να ελεγχθούν. Σημεία δηλαδή όπου στο παρελθόν έχουν αναπτυχθεί φυτείες, αλλά και περιοχές που μπορεί να είναι καινούριες, αλλά έχει υπάρξει σχετική πληροφορία».
Η κάθε πτήση διαρκεί μιάμιση με δύο ώρες και πρέπει να ακολουθούνται συγκεκριμένοι κανόνες. Αξιωματικός αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μπορεί να γίνουν μέχρι δύο πτήσεις την ημέρα. Εάν το πλάνο είναι γνωστό, τότε γίνεται και ο σχεδιασμός για τις περιοχές που θα ελεγχθούν.
Το ελικόπτερο δε θα σηκωθεί να πετάξει πολύ πρωί. Αυτό είναι απαγορευτικό. Οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες. Καλή ορατότητα υπάρχει συνήθως μετά τις δέκα το πρωί και μέχρι τις τρεις το μεσημέρι.
Σε κάθε τόπο βέβαια μπορεί αυτό να διαφοροποιείται λίγο και πάντα λαμβάνεται υπόψιν μας» αναφέρει και προσθέτει: «εάν εντοπιστεί κάτι και οι συνθήκες (καιρός, ήλιος, καύσιμα) δεν επιτρέπουν την παραμονή μας εκεί για μεγάλο διάστημα ή οι επίγειες δυνάμεις καθυστερούν να προσεγγίσουν, τότε “μαρκάρεται” η περιοχή, δίνονται οι συντεταγμένες και μπορεί η επιχείρηση να γίνει την επόμενη ημέρα».
Με το μάτι
Το ελικόπτερο μπορεί να πετάξει πολύ χαμηλά εάν εντοπιστεί κάτι από μεγαλύτερο ύψος. Βέβαια, υπάρχει ο εξοπλισμός, όμως η εμπειρία είναι αυτή που θα εντοπίσει τη χασισοφυτεία.
«Το σύνηθες και υπό κανονικές συνθήκες είναι το ελικόπτερο να πετάει στα 200 με 300 μέτρα.
Η μορφολογία του εδάφους, η ύπαρξη στύλων φωτισμού και άλλων παραγόντων είναι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για το ύψος και γενικότερα την ασφάλεια της πτήσης.
Ωστόσο, μπορεί μία πτήση, όταν εντοπιστεί κάτι, να είναι πολύ χαμηλότερα, στα 150 μέτρα, αλλά αυτό γίνεται για να «κλειδώσει» ο στόχος.
Αρμόδια στελέχη της ΕΛ.ΑΣ λένε αυτό που «χτυπάει καμπανάκι» είναι το πράσινο χρώμα της φυτείας που θα ξεχωρίσει από την υπόλοιπη βλάστηση, όσο πυκνή και να είναι πολλές φορές.