Στη φάση αναθεώρησης κι επαναπροσδιορισμού βρίσκεται το Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμύρας, το οποίο έχει εκπονηθεί και αναθεωρείται τη δεδομένη στιγμή από την αρμόδια αρχή που είναι η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Κρήτης.
Το Σχέδιο αναθεωρείται κάθε 6 χρόνια και τη δεδομένη στιγμή βρίσκεται υπό αναθεώρηση τόσο ως προς τους χάρτες επικινδυνότητας όσο και ως προς τις ζώνες υψηλού κινδύνου πλημμύρας. Το Σχέδιο εκπονείται κι αναθεωρείται βάσει της κοινοτικής οδηγίας 60 του 2007 και περιλαμβάνει μια σειρά από κρίσιμες και ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες τόσο σε σχέση με την επικινδυνότητα των υδάτων, όσο όμως και με τη γενικότερη επικινδυνότητα που υπάρχει σε διάφορες περιοχές της Κρήτης.
Σε γενικές γραμμές, αυτό που αναφέρεται στο Σχέδιο είναι ότι η Κρήτη συνολικά βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο κινδύνου αναφορικά με τις πλημμύρες, με τα μεγαλύτερα προβλήματα και τις μεγαλύτερες πιθανότητες εκδήλωσης πλημμύρας να παρουσιάζονται στη δυτική Κρήτη κατά κύριο λόγο. Στην ανατολική Κρήτη, το σχέδιο επικεντρώνεται στα σημεία απ’ όπου περνά κυρίως ο Γεροπόταμος και ο Αναποδάρης ποταμός, όπου και αναπτύσσονται οι μεγαλύτερες υδρολογικές λεκάνες στην Κρήτη.
Το γεγονός ότι γενικά στην Κρήτη, οι βροχές δεν υπερβαίνουν τις 90 ημέρες σε ετήσια βάση, σε συνδυασμό με τα χαμηλά γενικά επίπεδα βροχοπτώσεων δεν ανησυχούν ιδιαίτερα. Ανησυχία ωστόσο εκφράζεται για το ανάγλυφο της Κρήτης ειδικότερα στα νότια παράλια, καθώς και για το γεγονός ότι υπάρχει κίνδυνος πλημμυρικών φαινομένων στο βόρειο τμήμα της Κρήτης και τα βόρεια παράλια της.
Παρ’ όλα αυτά και παρά τα ενδελεχή στοιχεία που παρουσιάζονται στο αναλυτικότατο εγχειρίδιο της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης που έχει καταρτιστεί από εξειδικευμένους επιστήμονες στον τομέα τους, φαίνεται πως οι πραγματικές συνθήκες αναιρούν τις αναλύσεις, αφού τα περισσότερα αν όχι όλα τα ακραία φαινόμενα που έχουν εκδηλωθεί την τελευταία εξαετία δεν θα μπορούσαν να προληφθούν.
Προφανώς, η αναθεώρηση του Σχεδίου θα τεθεί επί τάπητος και στην αυριανή συνεδρίαση του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας, το οποίο κι εκπονεί η Περιφέρεια με αφορμή την έναρξη της αντιπλημμυρικής περιόδου.
Το αξιοπρόσεκτο ωστόσο γεγονός σε όλες τις διαδικασίες, το οποίο παρουσιάζεται και σε όλες τις συνεδριάσεις των Συντονιστικών Τοπικών Οργάνων, είναι πρώτο το ότι η κλιματική αλλαγή έχει φέρει νέες συνθήκες και δεύτερον ότι τα ποσά τα οποία δίνονται από το κεντρικό Κράτος δεν επαρκούν για να καλύψουν στο ελάχιστο, ούτε στοιχειώδεις ανάγκες.
Την ίδια στιγμή, αποδεικνύεται ότι η Κρήτη παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε πολύ καλύτερο επίπεδο σε σχέση με όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, παραμένει πολύ πίσω σε επίπεδο συντονισμού και παρά το ότι η Περιφέρεια καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες συντονισμού, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να είναι εφικτό στο πεδίο και την πράξη.
Χαρακτηριστικά είναι παραδείγματα που έχουν αναφερθεί μέσα στις συνεδριάσεις Συντονιστικών Τοπικών Οργάνων και δημιουργούν αρνητική εντύπωση.
Ένα από αυτά σχετίζεται με το σεισμό του Αρκαλοχωρίου, που χρειάστηκε να έρθει με ελικόπτερο ο Αρχηγός της Πυροσβεστικής με το επιτελείο του για να στηθεί στοιχειωδώς ένα συντονιστικό όργανο ελέγχου και κατανομής αρμοδιοτήτων. Μέχρι τότε, όλα δούλευαν περίπου στον «αυτόματο» χωρίς κανένα συντονισμό.
Χαρακτηριστική επίσης είναι η περίπτωση της πλημμύρας στην Αγία Πελαγία, όπου για ώρα τα επιτελικά όργανα ελέγχου δεν είχαν τη δυνατότητα πλήρους καταγραφής της κατάστασης, αφού ο Βόρειος Οδικός Άξονας είχε αποκλειστεί από μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα, με αποτέλεσμα η Πυροσβεστική να μην μπορεί να φθάσει στο πεδίο.
Χαρακτηριστικές είναι και οι περιπτώσεις πυρκαγιών, ειδικά στη νότια Κρήτη, όπου αναφέρεται ότι η κατάσβεση τους σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στη φιλοτιμία εθελοντών και στην εθελοντική ενεργοποίηση μέσων και μηχανημάτων, χωρίς τα οποία οι πυρκαγιές θα είχαν καταστροφικές συνέπειες. Την ίδια ώρα καταγράφεται μεγάλη έλλειψη συντονισμού των ομάδων μεταξύ τους, αφού ακόμα δεν έχει επιτευχθεί σε πραγματικές συνθήκες ένας κεντρικός και ολοκληρωμένος συντονισμός αντιμετώπισης της κατάστασης.
Το ευτυχές γεγονός στην όλη διαδικασία, είναι ότι υπάρχουν εγχειρίδια, υπάρχουν όργανα και υπάρχουν και ειδικοί για να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένες καταστάσεις. Ακόμα ευτυχέστερο είναι το γεγονός πως παρά τα ακραία φαινόμενα που έχουν εκδηλωθεί στην Κρήτη, ο αριθμός των θυμάτων είναι πολύ μικρός αναλογικά με την έκταση των φαινομένων.
Το δυστυχές γεγονός ωστόσο σχετίζεται με μια μεγάλη έλλειψη συντονισμού που ακόμα παραμένει, με την τεράστια έλλειψη πόρων για την οργάνωση της πρόληψης, αλλά και με την δυσκολία Περιφέρειας και Δήμων να συντονιστούν και να διαθέτουν σε όλα τα επίπεδα καταρτισμένους επικεφαλής, που θα χαράξουν το δρόμο και για τους υπόλοιπους.