κακοποίηση

-Η κακοποίηση, η καταδίκη και το όνειρο να γίνει εισαγγελέας-προστάτιδα αδύναμων παιδιών

Την ψυχή της στην «Π» άνοιξε μία μέρα μετά την πρωτόδικη καταδίκη του πατέρα της από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηρακλείου σε συνολική ποινή κάθειρξης 32 ετών για τις κατηγορίες του βιασμού, της αιμομιξίας και της αποπλάνησης σε βάρος της.

Δεν το έκανε με ελαφρά την καρδιά. Το σκέφτηκε πολύ και ο μόνος λόγος που συμφώνησε να μας μιλήσει ήταν για να στείλει το δικό της ηχηρό μήνυμα προς όλα εκείνα τα παιδιά που έχουν βιώσει ή βιώνουν ανάλογες καταστάσεις, τις οποίες υπομένουν σιωπηλά, εγκλωβισμένα στον φόβο και στη χαμηλή αυτοεκτίμηση. «Τίποτα δεν τελειώνει» διαμηνύει η 20χρονη, η οποία ως αριστούχος φοιτήτρια της Νομικής αποτελεί τρανή απόδειξη ότι όσο σκοτεινή και αν είναι μια διαδρομή, στο τέλος υπάρχει ξέφωτο!

Η περίπτωσή της είναι συγκινητική και αποτελεί αξιοθαύμαστο παράδειγμα. Παρά τα όσα ασύλληπτα βίωσε από λιλιπούτειο κοριτσάκι-και τα οποία αποδέχτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο με βάση την ετυμηγορία του-κατάφερε να νικήσει σε μεγάλο βαθμό τους φόβους της, να σταθεί στα πόδια της και να χαμογελάσει ξανά, κάνοντας όνειρα για τη ζωή της σε ένα νέο υγιές περιβάλλον.

Τα όνειρα που έκανε για την ζωή  από μικρό παιδί ίσως να ήταν και η ασπίδα της στα πέτρινα παιδικά  χρόνια της αλλά και μετέπειτα στην εφηβεία της. Όταν τη ρωτάμε τι ήταν εκείνο που την κράτησε «ζωντανή», μας απαντά: «Δεν ξέρω τι ήταν εκείνο που με κράτησε, τι ήταν αυτό που μου έδωσε δύναμη. Ήξερα όμως μέσα μου τι ήθελα να γίνω. Από μικρή είχα όνειρα και είχα πλάνο για τη ζωή, κάτι που μου αρέσει να κάνω και τώρα. Μου αρέσει να σχεδιάζω το μέλλον μου γιατί νιώθω ασφάλεια. Προσπαθούσα να κάνω θετικές σκέψεις, να σκέφτομαι ότι υπάρχουν και χειρότερες καταστάσεις».

«…έπρεπε να τιμωρηθεί»

Της ζητάμε να μας πει πώς νιώθει μετά την πρωτόδικη καταδίκη του πατέρα της. «Σίγουρα νιώθω ηθική ικανοποίηση από αυτήν την απόφαση, όμως καμία απόφαση δεν μπορεί να μου δώσει πίσω όλο αυτό που έχασα τόσα χρόνια. Έχασα την ανεμελιά των παιδικών μου χρόνων, την εφηβεία μου, την κοινωνικότητά μου. Σήκωνα ένα μεγάλο βάρος που δεν ταίριαζε με την ηλικία μου.

Ήμουν χωρίς στοργή και ψυχολογική στήριξη. Έχασα την αυτοπεποίθηση μου, έγινα πολύ αντικοινωνική. Φοβόμουν τις συναναστροφές με άλλα άτομα, ένιωθα ευάλωτη, καχύποπτη ότι μπορεί να με εκμεταλλευτούν και εκείνα. Δυστυχώς έμαθα να ξεκινάω με αρνητικό πρόσημο. Όταν σου συμβαίνει κάτι τέτοιο και μάλιστα από τον ίδιο σου τον πατέρα, η εμπιστοσύνη προς τον κοινωνικό περίγυρο καταρρέει. Ήμουν εσωστρεφής και καταθλιπτική».

Για τον πατέρα της, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά τα όσα καταγγέλλονται, δεν νιώθει αγάπη ούτε σεβασμό. «Τον φοβάμαι ακόμα μέσα μου. Υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό, ένα γιατί; Από την άλλη λυπάμαι που έφθασε σε αυτό το σημείο, για το κακό που έκανε σε μένα, στην οικογένειά μου, όμως είναι ο μοναδικός υπαίτιος. Δεν ήθελα να του προκαλέσω κακό, όμως πιστεύω ότι έπρεπε να τιμωρηθεί».

Όπως μας εξομολογείται, βασανιζόταν πολύ για ποιο λόγο της συνέβαινε όλο αυτό. «Σκεφτόμουν ότι ίσως εγώ ήμουν υιοθετημένη και δεν μου το είχαν πει και γι’ αυτό δεν με αγαπούσε όπως τα αδέλφια μου. Ή ότι δεν ήμουν αρκετά καλή για να με αγαπούν το ίδιο. Πολλές φορές ένιωθα ότι κάτι πάει στραβά με μένα, είχα χαμηλή αυτοεκτίμηση και ανασφάλεια και αυτό είναι ένα κατάλοιπο που το έχω ακόμα».

Είχαν περάσει χρόνια όταν αποκάλυψε στην αδελφή της τι συνέβαινε μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. «Δεν το είπα στην αδελφή μου για να το βγάλω από μέσα μου. Ήθελα να ξέρει πραγματικά που οφειλόταν η συμπεριφορά μου, ότι δεν ήμουν απλώς ένα αντιδραστικό παιδί που προκαλούσε συγκρούσεις έτσι χωρίς λόγο».

Και πότε σκόπευες να μιλήσεις; τη ρωτάμε. «Τον φοβόμουν. Πίστευα ότι ακόμα και αν περάσω, θα με ακολουθήσει. Φοβόμουν για τα αδέλφια μου, τα οποία τότε είχαν συναισθηματική και οικονομική εξάρτηση από εκείνον. Ήθελα να τα προστατεύσω. Στο μυαλό μου σκεφτόμουν να μεγαλώσουν, να προχωρήσουν στη ζωή τους και όταν πλέον δεν θα είχαν καμία εξάρτηση από εκείνον, τότε θα γύριζα για να τιμωρηθεί».

Η Νομική και το όνειρο της εισαγγελέως

Η 20χρονη είναι σήμερα μία άριστη φοιτήτρια της Νομικής. Παραδέχεται ότι τα όσα βίωσε από μικρό παιδί την επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό να επιλέξει την Νομική. Αυτό ήταν κάτι για το οποίο ερωτήθηκε και από την έδρα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ηρακλείου.

«Σκεφτόμουν ότι ήθελα να γίνω εισαγγελέας για να έχω τη δύναμη και τη γνώση να προστατεύσω παιδιά σαν εμένα, να γίνω η προστάτιδά τους. Όμως επειδή είμαι πολύ πονεμένη, δεν ξέρω αν θα μπορέσω να τα καταφέρω. Δεν θέλω επειδή έχω τόσο πόνο μέσα μου να σφάλω και να αδικήσω κάποιον άνθρωπο λόγω του προσωπικού μου βιώματος, δεν θα ήθελα να κάνω λάθος» μας λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.

Ποιο είναι το μήνυμα που θέλεις να στείλεις σε παιδιά που έχουν βρεθεί ή βρίσκονται στη θέση σου; – «Θα πρέπει να έχουν αυτοπεποίθηση, να πιστεύουν στον εαυτό τους, να μιλήσουν και να δράσουν γρήγορα. Να μην χάνουν την ελπίδα τους, να μην πιστέψουν ότι έχει καταστραφεί η ζωή τους.

Σίγουρα είναι πολύ δύσκολο, όμως αξίζει τον κόπο. Και για μένα είναι δύσκολο να ξεχάσω, να προσπεράσω. Με παρακολουθεί ψυχολόγος,  δουλεύω πολύ πάνω σε αυτό και ελπίζω κάποια μέρα να πω: τώρα έχω κλείσει τις ανοιχτές πληγές μου. Τίποτα δεν τελειώνει. Εσύ θα φτιάξεις τη ζωή σου, εσύ θα φτιάξεις το μέλλον σου».