«Ο φόβος και η ντροπή… Αυτά τα δύο συναισθήματα με κρατούσαν «δεμένη» και δεν με άφηναν να ζητήσω βοήθεια, να μιλήσω για τη βία που ασκούσε σε βάρος μου για όσο διάστημα διήρκησε η σχέση μας».
Τα λόγια αυτά ανήκουν σε μία γυναίκα από το Ηράκλειο , η οποία κακοποιήθηκε βάναυσα από τον πρώην σύντροφό της, αλλά δεν τολμούσε να απευθυνθεί στις Αρχές και υπέμενε το μαρτύριό της σιωπηλά και μόνη της. Κανείς δεν ήθελε να μάθει αυτό που περνάει, ούτε οι στενοί συγγενείς της, γιατί ντρεπόταν. Νόμιζε ότι έχει κι εκείνη μερίδιο ευθύνης στο μαρτύριο αυτό.
Ακόμα και όταν το μάτι της πρήστηκε από τη μπουνιά που δέχτηκε από τον πρώην σύντροφό της, η 49χρονη δεν σκέφτηκε να ζητήσει βοήθεια για να απελευθερωθεί από τη φυλακή που βρισκόταν και υπέφερε.
Η ίδια μας λέει ότι αυτό ήταν και το μεγάλο της λάθος. Το ότι δηλαδή δεν προχώρησε σε καταγγελία από την πρώτη στιγμή που δέχτηκε τη βία μέσα στο ίδιο της το σπίτι από τον άνθρωπο με τον οποίο είχε συνάψει σχέση. «Στην αρχή ήταν δοτικός, καλός, τρυφερός. Αυτό δεν κράτησε ούτε ένα μήνα. Τα προβλήματα ξεκίνησαν όταν κατάλαβα ότι είναι αλκοολικός και συνέχισε να βλέπει την πρώην σύντροφό του» αναφέρει χαρακτηριστικά στην «Π» και προσθέτει ότι η καθημερινότητά της ήταν διαφορετική μέρα με τη μέρα… Χειροτέρευε κάθε φορά που εκείνος επέστρεφε στο σπίτι και υπό την επήρεια αλκοόλ ζητούσε με τη βία διάφορα πράγματα…
Η 49χρονη αναφέρει: “Ο άνθρωπος αυτός αμέσως άλλαξε και από τρυφερός έγινε βίαιος, κακός και απειλητικός σε κάθε του κουβέντα. Μου αποσπούσε χρήματα, κάτι που επίσης δεν κατάλαβα εξαρχής. Το πρώτο περιστατικό ήταν όταν με έριξε από το κρεβάτι και ακολούθησαν χτυπήματα στο πρόσωπο. Σε όλα αυτά προστέθηκε και ο εξαναγκασμός για να έχουμε σεξουαλική επαφή. Ψυχολογική βία αλλά και σωματική για να κάνει αυτό που ήθελε»
Δεν γνώριζα, τονίζει, ότι μία πράξη βιασμού μπορεί να γίνει και σε μία σχέση. «Παρά τη θέλησή μου και με πράξεις βίας από πλευράς του, υπάκουα στα όσα ήθελε εκείνος, χωρίς δεύτερη κουβέντα»
Η ίδια συνεχίζει λέγοντας πως σημασία δεν έχει να περιγράψει αυτά που βίωνε, αφού λίγο ή πολύ όλες οι κακοποιημένες γυναίκες έχουν περάσει ανάλογες καταστάσεις. Το δικό της μήνυμα είναι ένα: «Να ζητάμε βοήθεια από την πρώτη στιγμή. Όχι μόνο από φίλους και συγγενείς, αλλά από τις Αρχές και να μη φοβόμαστε ότι θα στιγματιστούμε εάν καταγγείλουμε τη σε βάρος μας βία».
Η 49χρονη ακόμα και μετά την καταγγελία που έκανε και τη σύλληψη του πρώην συντρόφου της, συνέχισε να δέχεται απειλές από συγγενικά πρόσωπα του πρώην συντρόφου της. «Μου έλεγαν ότι εάν πάει φυλακή θα βλάψει κι εμένα και μέλη της οικογένειάς μου, τόσο ο ίδιος όταν αποφυλακιστεί, όσο και συγγενείς του. Όμως δεν υποχώρησα. Δεν φοβήθηκα και πλέον σκέφτομαι ότι κανείς δεν πρέπει να φοβάται. Ευτυχώς, πλέον, υπάρχουν οι υπηρεσίες και οι δομές στις οποίες μπορεί να καταφύγει μια γυναίκα και να προστατευθεί» καταλήγει.