πρόβατα

Με χειροπέδες ως εμπλεκόμενοι σε κακουργηματική υπόθεση οδηγήθηκαν στα δικαστήρια, κύριοι αποχώρησαν, αφού δεν τους επιβλήθηκε ούτε ένας περιοριστικός όρος.

Ο λόγος για τους τέσσερις Κρητικούς (από χωριά του Ηρακλείου), οι οποίοι παραπέμφθηκαν ενώπιον της Δικαιοσύνης για την κινηματογραφική ζωοκλοπή που είχε σημειωθεί τον Αύγουστο του 2018 από κτηνοτροφική μάντρα μεταξύ Ασιτών-Πρινιά.

Είναι η περίφημη υπόθεση με το σύστημα εντοπισμού GPS που είχε τοποθετήσει στο κουδούνι προβάτου ο 33χρονος ιδιοκτήτης του κλεμμένου κοπαδιού.

Η ποινική εξέλιξη της υπόθεσης δεν υποβαθμίζει στο ελάχιστο τη σοφή απόφαση του 33χρονου κτηνοτρόφου να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία ώστε να προστατεύσει τα ζώα του. Εξαιτίας του συστήματος αυτού κατάφερε να εντοπίσει το κοπάδι του μέσα σε λίγες ώρες και να επιστρέψει τα ζώα του στη μάντρα.

Τα όσα εξελίχθηκαν χθες στο Δικαστικό Μέγαρο Ηρακλείου φέρονται να σχετίζονται κυρίως με τους χειρισμούς που ακολουθήθηκαν από τις αρμόδιες Αρχές σε προανακριτικό στάδιο  για τον εντοπισμό και την ταυτοποίηση των τεσσάρων εμπλεκομένων που περιλαμβάνονται στην επίμαχη δικογραφία.

Όπως έγραψε και χθες η «Π», ο 33χρονος αφού βρήκε τα πρόβατά του, παρέδωσε στην ΕΛΑΣ αντίγραφο με τις συντεταγμένες της συσκευής εντοπισμού. Τη σκυτάλη των ερευνών και των προανακριτικών πράξεων ανέλαβε η Ασφάλεια Ηρακλείου που προχώρησε στη διαδικασία άρσης τηλεφωνικού απορρήτου και σάρωσης των κεραιών.

Πιο συγκεκριμένα, ζητήθηκε η άρση απορρήτου των επικοινωνιών-σάρωση κεραιών που ενεργοποιήθηκαν από τηλεφωνικές κλήσεις κατά τη διάρκεια της ζωοκλοπής και σύμφωνα με τα δοθέντα από το GPS σημεία γεωγραφικής θέσης και εκδόθηκε σχετικό βούλευμα από το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο Ηρακλείου.

Προέκυψαν κάποιες τηλεφωνικές συνδέσεις, οι οποίες διερευνήθηκαν περαιτέρω καθώς, όπως διαπιστώθηκε, οι κεραίες ενεργοποίησης και ο χρόνος πραγματοποίησης συνομιλιών συνάδουν τόσο με τον χρόνο τέλεσης της ζωοκλοπής όσο και με τη διαδρομή που ακολούθησαν τα ζώα, από τη μάντρα μέχρι και το χώρο όπου εντοπίστηκαν.

Ακολούθησε και νέο βούλευμα, ταυτοποιήθηκαν οι κάτοχοι των τηλεφωνικών συνδέσεων, έγιναν οι συλλήψεις, πλην όμως…

Πήγαν με χειροπέδες, έφυγαν χωρίς κανέναν όρο

Δεν είναι μόνο η πλήρης άρνηση των τεσσάρων για οποιαδήποτε εμπλοκή στις αποδιδόμενες κατηγορίες (είτε ως φυσικοί αυτουργοί στη ζωοκλοπή είτε ως συνεργοί), είναι η ένσταση που υπέβαλαν με το «καλημέρα» οι συνήγοροι υπεράσπισης περί ακυρότητας του βουλεύματος που «ξεκλείδωσε» τις έρευνες για τις τηλεφωνικές συνδέσεις και την ταυτοποίηση των προσώπων.

Υποστηρίζουν δηλαδή ότι κακώς-κάκιστα εκδόθηκε βούλευμα που έδινε “πράσινο φως” για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, αφού δεν συνέτρεχαν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις (αδικήματα) του νόμου.

Το βούλευμα φέρεται να εκδόθηκε στηριζόμενο σε αναφορά του 33χρονου κτηνοτρόφου ότι οι ζωοκλέφτες ήταν οπλισμένοι με καλάσνικοφ με βάση τα όσα του είχαν μεταφερθεί εμπιστευτικά.

Τονίζεται ωστόσο ότι η απλή κατοχή καλάσνικοφ δεν υπάγεται στην απαιτούμενες διατάξεις που ορίζει ο νόμος για την άρση.

Επιπλέον αναφέρεται ότι η άρση δεν αφορούσε τον έλεγχο συγκεκριμένου προσώπου αλλά όλων των τηλεφώνων που ενεργοποιήθηκαν την επίμαχη νύχτα στο κομμάτι όπου φέρονται να κινήθηκαν οι δράστες.

Συνήγοροι υπεράσπισης χαρακτήρισαν το επίμαχο βούλευμα για την άρση από «νομικά προβληματικό έως παράνομο», υποστηρίζουν ότι κακώς «άνοιξαν» τα τηλέφωνα  και πιστεύουν ότι η υπόθεση δεν θα φθάσει καν στο ακροατήριο. Τονίζουν επίσης ότι δεν θα πρέπει να γίνεται κατάχρηση της εν λόγω ανακριτικής πράξης.

Από την πλευρά της υπεράσπισης υποβλήθηκε ένσταση απόλυτης ακυρότητας της προανακριτικής διαδικασίας ενόψει της χρήσης παράνομου αποδεικτικού μέσου. Και επί της ενστάσεως θα αποφανθεί το Δικαστικό Συμβούλιο.

Την υπεράσπιση των τεσσάρων κατηγορουμένων έχουν αναλάβει οι δικηγόροι Γιώργος Στειακάκης, Γιώργος Κοκοσάλης, Άγγελος Ζερβός, Θεονύμφη Μπέρκη και Λευτέρης Κάρτσωνας.

Να σημειωθεί ότι το Δικαστικό Μέγαρο είχε κατακλυστεί από δεκάδες συγγενείς και φίλους των κατηγορουμένων.