Την πρόθεσή του για γίνει η Γεωργική Σχολή Μεσαράς στον Αμπελούζο ένα «πρότυπο γεωργικής σχολής για ολόκληρη τη χώρα» εξέφρασε στο πλαίσιο επίσκεψης του στη Σχολή, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Λευτέρης Αυγενάκης. Κι αυτός δεν ήταν ο μόνος υπουργός που εξέφρασε τη θέληση του να αναβαθμίσει την Γεωργική Σχολή Μεσαράς, αν και όλοι ελπίζουν πως θα είναι ο τελευταίος, προκειμένου να γίνει ένα όραμα δεκαετιών, πράξη.
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δεσμεύθηκε ειδικότερα πως η σχολή θα γίνει και πάλι ο φάρος της γεωργικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, έχοντας ως μοντέλο αναβάθμισης τη Γεωργική Αμερικανική Σχολή της Θεσσαλονίκης.
Προσέθεσε, επίσης, ότι απαιτείται επέκταση της εκπαίδευσης και κατάρτισης σε συνεργασία με τα ερευνητικά ιδρύματα της Κρήτης και με την Περιφέρεια, υπό την εποπτεία του εκπαιδευτικού προγράμματος του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ.
Στο σχεδιασμό αυτό θα συμπεριληφθεί, όπως είπε και ο Σταθμός Γεωργικής Έρευνας Ασωμάτων Ρεθύμνου, που πλέον δεν λειτουργεί και η επαναλειτουργία του θα διασυνδεθεί με τη Σχολή Μεσαράς. Κι όλα αυτά είναι πάρα πολύ όμορφα και θα ήταν ιδανικό αν μπορούσαν να ισχύσουν. Μπορούν όμως;
Ας δούμε τι ισχύει με την Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης, που θα είναι η «σχολή μοντέλο αντιγραφής». Η Αμερικανική Γεωργική Σχολή λοιπόν, παρέχει ανώτερη γενική και τεχνική εκπαίδευση που βασίζεται στις σπουδές Περιβάλλοντος, Τεχνολογίας Τροφίμων, Γεωργίας και Βιοεπιστημών. Στην ουσία δηλαδή είναι ένα ΙΕΚ, αφού πλέον στην Ελλάδα δεν παρέχεται ανώτερη εκπαίδευση όπως πρόσφεραν στο παρελθόν τα γνωστά σε όλους Τ.Ε.Ι.
Αντίστοιχα Ι.Ε.Κ. ωστόσο, είναι ήδη η Γεωργική Σχολή Μεσαράς, η οποία από το 1997 λειτούργησε ως Επαγγελματική Σχολή, με ειδικότητα «Θερμοκηπιακές Κατασκευές και Καλλιέργειες». Σήμερα αποτελεί μέρος των Δημόσιων ΙΕΚ με ειδικότητα τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες και τις καλλιέργειες υπό κάλυψη.
Με βάση το ΦΕΚ 232/Α/17-12-2022 (το γνωστό ΦΕΚ για το οποίο διαμαρτύρονταν οι ηθοποιοί και διάφορες άλλες ειδικότητες για υποβάθμιση των πτυχίων τους) το σύνολο των υφιστάμενων «ανώτερων» Σχολών, όπως είναι η Ανώτερη Σχολή Καλών Τεχνών, η Σχολή Εμποροπλοιάρχων, Σχολές Υπαξιωματικών κ.λπ. αναγνωρίζονται πλέον ως Ι.Ε.Κ. ή σε κάθε περίπτωση τα πτυχία τους βρίσκονται σε αυτή την κατηγορία. Σε αυτή την κατηγορία, εμπίπτει τη δεδομένη στιγμή και η Γεωργική Σχολή Μεσαράς.
Μια πρακτική αναβάθμιση της Γεωργικής Σχολής λοιπόν, συνεπάγεται τη μετατροπή της σε Ανώτατο Ίδρυμα, (αφού πλέον με νόμο του Κράτους δεν υπάρχει ενδιάμεση βαθμίδα). Ανώτατη Σχολή ωστόσο στην Κρήτη για τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες υπάρχει ήδη και εντάσσεται στο Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο και είναι η Σχολή Γεωπονικών Επιστημών.
Είναι δύσκολο να σκεφτεί κάποιος σε ποιο επίπεδο θα μπορέσει να έρθει μια αναβάθμιση στην Γεωργική Σχολή Μεσαράς αν όχι σε παρεχόμενο επίπεδο σπουδών. Ενδεχομένως οι σκέψεις να γίνονται σε σχέση με τις υποδομές ή τις συνεργασίες, αλλά ούτως ή άλλως η Σχολή θα παραμείνει Δημόσιο ΙΕΚ, εκτός κι αν αλλάξει ο νόμος.
Ένα σενάριο, ενδεχομένως μακρινό, αλλά όχι ανέφικτο, θα ήταν το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να έρθει σε επαφή με το αρμόδιο υπουργείο Παιδείας και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για τη ίδρυση μίας νέας, εκπαιδευτικής βαθμίδας, στην οποία θα ενταχθεί η Σχολή. Το ερώτημα όμως είναι: Αξίζει όλος αυτός ο κόπος;
Διότι για τη Σχολή Γεωπονικών Επιστημών για παράδειγμα του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου που υφίσταται στο Ηράκλειο και θεωρείται η κορυφαία επιλογή για αγροτικές σπουδές, από τα 1905 άτομα που συμπεριέλαβαν τη σχολή στο Μηχανογραφικό τους το 2023, μόλις τα 40 την είχαν πρώτη επιλογή και τα 1803 κάτω από … 4η.
Η βάση εισαγωγής της για τα γενικά λύκεια κυμάνθηκε στα 9.130 μόρια με τους επιτυχόντες των Εσπερινών ΕΠΑΛ να μπαίνουν στη Σχολή με 6.575 μόρια. Την ίδια στιγμή, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο μειώνεται η ζήτηση για τη συγκεκριμένη σχολή, με εξαίρεση μόνο τη φετινή χρονιά που υπήρξε μια σχετική άνοδος στη ζήτηση.
Υπ’ αυτή την έννοια, φαίνεται πως εφόσον οι υποψήφιοι ενδιαφέρονται για αγροτικές σπουδές, έχουν μια πολύ μεγάλη ευκαιρία να το πράξουν στο Ηράκλειο και μάλιστα σε Πανεπιστημιακό Ίδρυμα, με υποδομές, αγρόκτημα, εργαστήρια και καταρτισμένο, επιστημονικό προσωπικό. Παρ’ όλα αυτά, το ενδιαφέρον των μαθητών για γεωργικές σπουδές είναι πολύ μικρό και διαρκώς μειούμενο.
Άραγε τι περισσότερο θα μπορούσαν να προσφέρουν δύο ακόμα αντίστοιχες σχολές, αντικειμενικά χαμηλότερου, με βάση το προσοντολόγιο, επιπέδου;