οφειλές

Στη τσιμπίδα του ελέγχου της Υπηρεσίας Κοινωνικής Πρόνοιας του Δήμου Ηρακλείου πιάστηκαν πέντε συνολικά άτομα, τα οποία διαπιστώθηκε ότι μέσα στη χρονική περίοδο μιας εξαετίας, από το 2000 μέχρι και το 2016, εισέπρατταν παράνομα προνοιακά επιδόματα.

Συγκεκριμένα, το συνολικό ποσό που εισέπραξαν χωρίς να το δικαιούνται οι συμπολίτες μας αθροιστικά ξεπερνά τα 127.000 ευρώ, τα οποία ο Δήμος θα διεκδικήσει δικαστικά, καθώς οι φάκελοι και των πέντε υποθέσεων κατατίθενται στον Εισαγγελέα Ηρακλείου.

Η υπόθεση της διαχείρισης των προνοιακών επιδομάτων γινόταν αρχικά από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και στη συνέχεια την ευθύνη ανέλαβε ο Δήμος  Ηρακλείου, ο οποίος έγινε ο διαχειριστής των επιδομάτων.

Αυτό το οποίο προκύπτει είναι ότι οι συμπολίτες μας, ή συγγενικά τους άτομα, λάμβαναν προνοιακό επίδομα παράλληλα με μια σύνταξη, πράγμα που ο νόμος απαγορεύει. Τα παράνομα εισπραχθέντα επιδόματα αντιστοιχούν σε ποσά -46.901 ευρώ, 24.364 ευρώ, 21.900 ευρώ, 23.846 ευρώ και τέλος 10.016 ευρώ.

Για παράδειγμα, υπάρχει περίπτωση ΑμΕΑ που μετά τη συνταξιοδότησή του από τον ΟΓΑ συνέχισε να εισπράττει προνοιακό επίδομα, αλλά χωρίς να έχει καμία νομιμοποίηση.

Η παραπάνω περίπτωση είναι αυτή που αφορά και στο μεγαλύτερο χρηματικό ποσό παράνομης είσπραξης προνοιακού επιδόματος που αντιστοιχεί σε ένα ποσοστό της τάξεως των 46.901,42 ευρώ. Αντίστοιχα, υπάρχει περίπτωση συμπολίτισσάς μας που είχε σύζυγο ΑμΕΑ, μετά τον θάνατο του οποίου πήρε σύνταξη και συνέχισε να παίρνει και το προνοιακό επίδομά του που αθροιστικά αντιστοιχεί σε ένα ποσό της τάξεως των 10.016 ευρώ.

Όπως προκύπτει, οι πέντε συμπολίτες μας ειδοποιήθηκαν από την υπηρεσία να επιστρέψουν τα χρήματα που οφείλουν, ωστόσο δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση, με αποτέλεσμα η υπηρεσία να είναι αναγκασμένη να στείλει τους φακέλους και των πέντε υποθέσεων στον Εισαγγελέα Ηρακλείου.

Η αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής Μαρία Καναβάκη

Όπως τονίζει η αρμόδια αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής Μαρία Καναβάκη: “Δεν μας είναι καθόλου ευχάριστο το γεγονός ότι είμαστε αναγκασμένοι να στείλουμε τους φακέλους των υποθέσεων αυτών στη δικαιοσύνη, αλλά είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο.

Όλοι οι συμπολίτες μας που εμπλέκονται στις υποθέσεις αυτές είναι ενήμεροι από την πρώτη στιγμή για την εξέλιξη αυτή και δυστυχώς δεν υπήρξε κάποια ανταπόκριση δική τους που θα μας έκανε να ανακόψουμε την παραπομπή των υποθέσεων στη δικαιοσύνη.

Άρα λοιπόν υπό τις παρούσες συνθήκες ουσιαστικά εξωθούμαστε να παραπέμψουμε τις υποθέσεις στη δικαιοσύνη, διότι σε αντίθεση περίπτωση θα υπάρξει προσωπικός καταλογισμός των χρημάτων που εισπράχθηκαν παράνομα στους δημοτικούς υπαλλήλους. Στο πλαίσιο αυτό είμαστε αναγκασμένοι να προσφύγουμε στη δικαιοσύνη αφού είναι μια διαδικασία την οποία δεν μπορούμε να αποφύγουμε …”.