ΝΗΣΤΕΙΑ

Με την θέληση του Θεού και το διάβα του χρόνου, μπήκαμε στη Σαρακοστή: Διανύουμε την Μεγάλη Σαρακοστή.

Η νηστεία της Μ. Σαρακοστής, μαζί με τη  νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής, είναι οι αρχαιότερες και οι μόνες νηστείες, που έχουν Οικουμενική κάλυψη, δηλαδή έχουν επικυρωθεί με Κανόνες Οικουμενικής Συνόδου.

Είναι αρκετοί  εκείνοι που νηστεύουν, αλλά υπάρχουν κι εκείνοι, που βρίσκουν διάφορες δικαιολογίες, για να αποφεύγουν την νηστεία.

Κατά την περίοδο της Μ. Σαρακοστής, αλλά και κατά τις λοιπές καθιερωμένες  νηστείες, γίνεται αρκετές φορές από πολλούς  κατάλυση της  νηστείας.

Η κατάλυση  είναι επιτρεπτή από ασθενή, όπως μας πληροφορούν εκκλησιαστικά κείμενα, τα οποία αναφέρονται στη νηστεία, όπως είναι ο 69ος αποστολικός κανόνας στον οποίον αναγράφεται:  Ει τις Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος, ή Υποδιάκονος, ή Αναγνώστης, ή Ψάλτης, τήν Αγίαν Τεσσαρακοστήν ού νηστεύει,  καθαιρείσθω, Εάν δέ λαϊκός ᾖ, αφοριζέσθω, εκτός ειμή δι’ ασθένειαν σωματικήν εμποδίζοιτο».

Ο Μ.Βασίλειος όμως , στην ομιλία του: «Περί νηστείας», δεν εξαιρεί ούτε  τους ασθενείς από την υποχρέωση της νηστείας, την οποία θεωρεί ευεργετική για την υγεία, αφού, όπως λέει, τη συνιστούν και οι γιατροί: «Καὶ μὴν τοῖς ἀσθενοῦσιν οὐχὶ βρωμάτων ποικιλίαν, ἀλλ’ ἀσιτίαν καὶ ἔνδειαν οἶδα τοὺς ἰατροὺς ἐπιτάσσοντας.»

Όμως  ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει: «Κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα κατηγορήσει κάποιον, που εξαιτίας σωματικής ασθένειας, δεν μπορεί να νηστέψει».

Βέβαια η Κατάλυση, χωρίς τους λόγους της  ασθενείας, γίνεται σύμφωνα με υποκειμενική αξιολόγηση, χωρίς κανένας να έχει δικαίωμα να επεμβαίνει.

Υπάρχουν  και οι παροιμιώδεις φράσεις : α) «Ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει….» και β)  «Ασθενής και ωδιπόρος  αμαρτίαν ουκ έχει….»

Επί των  φράσεων αυτών,  υπάρχουν δύο  διαφορετικές απόψεις και ως προς τη γραφή και ως προς την ερμηνεία.

Η μία  άποψη είναι των συστηματοποιημένων  λαογράφων ,όπως π.χ. ο πατέρας και πρόδρομος της Ελληνικής λαογραφίας,  ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ  (1851-1921), ο οποίος  τη συγκεκριμένη φράση τη γράφει στο βιβλίο του: «ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ»: «Ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει….» και την επεξηγεί: «Επιτρέπεται να «καταλύουν» τη νηστεία, χωρίς να αμαρτήσουν, ο ασθενής, για λόγους θεραπείας της νόσου του και ο οδοιπόρος, λόγω της δυσχέρειας να προμηθευτεί ή να εξεύρει τα αναγκαία στην μακράν πορείαν του».

Ο ίδιος όμως επίσης γράφει: “Από την αρχαΐζουσα γλώσσα (…ουκ έχει) φαίνεται να είναι εκκλησιαστικό ρητό, αγνοώ όμως πόθεν ελήφθη”. Και συνεχίζει: Η ορθόδοξη εκκλησία συγχωρεί την κατάλυση της νηστείας στους ασθενείς και στις λεχώνες: «Η νηστεία επενοήθη δια το σώμα ταπεινώσαι.

Ει ούν το σώμα εν ταπεινώσει εστί και ασθενεία, οφείλει μεταλαβείν, καθώς βούλεται και δύναται βαστάσαι, τροφής και ποτού».

Η δεύτερη άποψη είναι των εκπροσώπων της Εκκλησίας ,οι οποίοι με τη δική τους γραφή: «Ασθενής και ωδιπόρος, αμαρτίαν ουκ έχει», μας δίδουν την λεκτική σημασία της λέξης «Ωδιπόρος».

Με τη λέξη ωδιπόρος εννοείται η σύνθετη λέξη, που παράγεται από  τη λέξη  “ωδίς/-ίνος πληθυντικός ωδίνες =επώδυνες συσπάσεις της μήτρας, εκ του ρήματος Ωδίνω=έχω ωδίνες (ώδινεν όρος και  έτεκεν μύν ), και ωδινάω – ώ= στενάζω πάσχω, κατά το σύγχρονο λεξικόν της Ελληνικής γλώσσας και τη λέξη «πόρος»=πέρασμα, διάβαση, από το ρήμα πορεύομαι.

Έτσι δικαιολογείται η έγκυος να μην νηστέψει και να καταλύσει ό,τι ζητά ο οργανισμός της, γιατί κινδυνεύει να αποβάλλει το εμβρυο.

Άλλωστε το «ωδιπόρος», κατά τους εκπροσώπους της εκκλησίας, έχει και εννοιολογική συνάφεια με το “ασθενής”, καθώς και οι δύο λέξεις  αναφέρονται σε καταστάσεις οργανικής ανάγκης και αδυναμίας του ανθρώπου, που δικαιολογεί την κατάλυση της νηστείας και ουδόλως  αναφέρεται σε  εκείνον, που διανύει μια αρκετά μεγάλη απόσταση περπατώντας, δηλαδή τον πεζό ταξιδιώτη (οδοιπόρο).

Βέβαια δεν είναι εύκολο αλλά ούτε και σωστό  να απορρίπτομε  την μία και να δεχόμαστε  «de facto» την άλλη ως αληθή, γιατί δεν υπήρξαμε αυτόπτης  γνώστης της γένεσης και της δημιουργίας της φράσης αυτής, ουδέ  γνωρίζουμε την πηγή παραγωγής.

Το μόνο που μπορούμε να πούμε, αφού υπάρχουν διαφορετικές εξηγήσεις, ότι είναι μια παρεξηγημένη παροιμιώδης φράση με μία  ομόηχη λέξη η οποία έχει διαφορετική ερμηνεία.