Ο Σεβασμιότατος, οι νέοι και το στοίχημα Μπορεί ο ενθρονιστήριος λόγος του νέου Αρχιεπισκόπου Κρήτης
Καθηλωτικός ο ενθρονιστήριος λόγος του νέου Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Ευγένιου

Ήδη από την ενθρόνισή του ο  Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, Ευγένιος Β’, έδωσε ξεκάθαρα το στίγμα του για τη νέα σελίδα στην Εκκλησία της Κρήτης υπό την ποιμαντορία του: ένας σύγχρονος ιεράρχης, με δυναμικό δημόσιο λόγο και ανοιχτό χαρακτήρα που επιζητά την εξωστρέφεια ως γέφυρα προσέλκυσης νέων ανθρώπων στους κόλπους της Εκκλησίας. Μίας Εκκλησίας με εκκλησιολογική και κοινωνιολογική προσέγγιση και θεώρηση, που δεν θα είναι αποκομμένη και απομονωμένη, δεν θα αποκλείει, δεν θα σνομπάρει, θα έχει λόγο και άποψη σε σοβαρά ζητήματα, και θα παραμένει πάντα μία ανοιχτή αγκαλιά για όλους χωρίς διακρίσεις.

Ηγέτης αλλά ταυτόχρονα και απλός άνθρωπος. Τη μία στιγμή χαίρεται σαν μικρό παιδί, χτυπάει παλαμάκια, γελάει με την ψυχή του, κάνει τα χωρατά του και δεν ντρέπεται να εκφράσει τα συναισθήματά του, και την άλλη βρίσκεται εκεί για όλους   στοργικός πατέρας και αδερφός.

Τον Ευγένιο Β’ δεν μπορείς σε καμία περίπτωση να τον χαρακτηρίσεις  αθόρυβο, «άοσμο και άχρωμο». Θέλει να αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά του   βάσει της δικής του πληθωρικής προσωπικότητας και της βροντερής φωνής του. Και ως άνθρωπος γεννημένος την 14η Φεβρουαρίου, δεν θα μπορούσε να μην είναι σφοδρά ερωτευμένος με την «αιώνια καλλονή», την Εκκλησία.

Το έχουμε γράψει στο παρελθόν, το επανέλαβε και ο ίδιος κατά την αντιφώνηση του στον δήμαρχο Ηρακλείου κατά την υποδοχή του έξω από τον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά: «Αγαπούμε, συγχωρούμε, προχωράμε». Αυτό είναι το τρίπτυχο που χαρακτηρίζει τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς του, τη διαδρομή του, αυτό είναι το μότο με το οποίο επιζητά να εμπνεύσει όλους εμάς.

Ο Αρχιεπίσκοπος Ευγένιος είναι μία εντελώς διαφορετική προσωπικότητα από αυτή του προκατόχου του, του γέροντα Ειρηναίου. Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος έχει αγαπηθεί υπέρτατα από τον κόσμο, είναι μία μεγάλη προσωπικότητα της Εκκλησίας που επέλεξε να κινηθεί μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Λιτός και ασκητικός στον τρόπο ζωής του. Τον έχουν χαρακτηρίσει ως «φιλομόναχο αρχιερέα».

Απλός και δοτικός είναι και ο Ευγένιος, ωστόσο ανήκει στους ιεράρχες της νέας γενιάς και όραμά του είναι η αναγέννηση,  πάντα όμως με σεβασμό στους κανόνες, στις παραδόσεις, στους προκατόχους του αλλά και στους συνοδοιπόρους του σε αυτό το ταξίδι που μόλις ξεκινάει.

Ο ενθρονιστήριος λόγος του, το Σάββατο, ήταν χειμαρρώδης όπως και ο ίδιος. Και τα είχε όλα: ευχαριστίες, συγκίνηση, συναίσθημα, ανθρώπινες στιγμές, εξομολογήσεις, δάκρυα, γέλιο, αναμνήσεις, ενότητα, συνοδικότητα, συγκρητισμό,  όραμα. Ήταν μία ομιλία που κινήθηκε σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα, είχε στοιχεία πολιτικού λόγου, είχε άποψη για μείζονα θέματα που απασχολούν την κοινωνία μας, την παγκόσμια κοινότητα, το φυσικό περιβάλλον, την πανδημία, τον πολιτισμό, τον τουρισμό, τις επιστήμες… Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ακούγοντάς τον μέσα στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά να εκφωνεί με βροντερή φωνή τον ενθρονιστήριο λόγο του, θυμήθηκαν σε κάποια σημεία του τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χριστόδουλο.

Θέλει να πιάσει τον σφυγμό του κόσμου, να αγγίξει καρδιές, επενδύει στο συναίσθημα, με τη γλώσσα της αλήθειας, όπως είπε,  χωρίς αυτή να είναι ακατάληπτη και «ξύλινη». Επιδιώκει την ανανέωση και εξορκίζει τον σκοταδισμό, τον εθνοφυλετισμό, τη βία εις το όνομα της πίστης. Υπέρμαχος μιας Εκκλησίας που δεν θα καταπιέζει, δεν θα επιβάλλει, δεν θα εξουσιάζει και δεν θα διεκδικεί το αλάθητο και την αυθεντία.

«Καιρός  λοιπόν να συναντηθούμε ξανά!». Αυτή η  φράση που χρησιμοποίησε στον ενθρονιστήριο λόγο του ίσως εμπεριέχει και το σπουδαιότερο μήνυμα.  «Το χρέος σε μία γενιά πού μεγάλωσε δίχως ἐλπίδα, γιά τό φῶς, σέ ἕνα κόσμο σκοτεινό και σκοταδιστικό, γιά τήν εἰρήνη…».

Αφοπλιστική ειλικρίνεια, «απογυμνωμένη»  αυτοκριτική, μεγάλη παραδοχή για τη στάση της Εκκλησίας σε αρκετές περιπτώσεις:

«Ἀρκετά πιά μέ τούς μονόλογους, ἀρκετά μέ τούς ἀγοραφοβικούς ἐγκλεισμούς μας. Καιρός γιά διάλογο, κι ἄς μᾶς πονέσει, γιά καταλλαγή, γιά ἀμοιβαία ἀνανέωση σκέψεων καί ζωῆς. Καιρός νά ποῦμε σέ ὅλους πώς ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἄρνηση, ἀλλά θέση, δέν εἶναι ὀπισθοδρόμηση, ἀλλά προοπτική. Πώς εἶναι ἀγάπη πού ἀποβάλλει φοβικά σύνδρομα. Καιρός νά νοιώσομε τήν εὐθύνη μας, νά συναντηθοῦμε ξανά…». Μεγάλες αλήθειες, μεγάλες προσδοκίες!

Ο Ευγένιος Α’, ο μακαριστός Νεκτάριος και η θεία Γιαννούλα

Ο Ευγένιος Β’  αναφέρθηκε στη χαρισματική μορφή του ιστορικού πρωθιεράρχου της Εκκλησίας της Κρήτης, Ευγενίου,  του πρώτου και ανεπανάληπτου, όπως είπε χαρακτηριστικά. Και εξήγησε σε όλους αυτό που και εκείνος κατάλαβε τώρα πια με την εκλογή του ως Αρχιεπισκόπου. Τη διαδρομή ανάμεσα στον Ευγένιο Α’ και στον Ευγένιο Β’.

«Αὐτή ἡ φωτεινή μορφή, πού ἀκτινοβολοῦσε φῶς Χριστοῦ, χαράχτηκε μέσα στήν παιδική μου ψυχή πρίν τέσσερις δεκαετίες καί πλέον. Και τό βαρύ ὄνομά του μοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία νά λιτανεύω ὡς τήν αἰωνιότητα. Θά εὐγνωμονῶ ἐσαεί ἐκεῖνον πού μοῦ τό χάρισε, μέ τήν ἐντολή νά τοῦ μοιάσω. Καί τώρα μόνο κατάλαβα τί κατεργαζόταν ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπό τότε πού, μικρά παιδιά κάθε Σάββατο, μαζί μέ τόν Σεβ. Μητροπολίτη Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμο, εὐπρεπίζαμε τό μνῆμα του. Πάντα μοῦ ἔκανε ἐντύπωση καί εἶχα τήν ἀπορία γιά ἐκεῖνο τό «Α΄» πού ἀκολουθοῦσε τό ὄνομα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου στήν ἐπιτύμβια μαρμαρόπλακα. Τώρα, σαράντα και πλέον χρόνια μετά, ἡ ἀπορία αὐτή βρῆκε τή λύση της, ἀφοῦ τό «Β΄» ἦλθε νά προστεθεῖ στό δικό μου ταπεινό ὄνομα. Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

Αναφέρθηκε ακόμα στην «ιερή μορφή του Αρχιεπισκόπου Τιμοθέου» αλλά και στην ευλογημένη γλυκιά παρουσία του προκατόχου του, Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου.

«Καί ἄν δέν ὁμιλεῖ, σίγουρα πάντως διδάσκει. Καί μέ τό χαμόγελό του, τήν ἰώβειο ὑπομονή του, τήν προσευχή του λέγει περισσότερα ἴσως ἀπό ὅσα ἔλεγε ὅταν κινοῦνταν καί ἔτρεχε καί κήρυττε καί δέν ἔδινε στά βλέφαρά του νυσταγμό καί στούς κροτάφους του ἀνάπαυση».

Ο Αρχιεπίσκοπος δεν θα μπορούσε να μην αναφερθεί στον πνευματικό του πατέρα, σε αυτόν, που όπως έχει πει, χρωστάει τα πάντα, στον μακαριστό Νεκτάριο. «Ἡ εὐλογημένη ὥρα πού τόν γνώρισα πρίν ἀπό 40 καί πλέον χρόνια, ἔγινε ἡ καλή ἀπαρχή τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ πού φθάνει ἕως αὐτήν τήν μεγάλη στιγμή».

Δεν θα μπορούσε ακόμα να μην αναφερθεί στην πολυαγαπημένη του θεία Γιαννούλα, αδερφή της μητέρας του που τον μεγάλωσε από μικρό παιδί. Οι γονείς του, Χρήστος και Γεωργία, έφυγαν πολύ νωρίς από τη ζωή. Και η υπερήλικη θεία ήταν εκεί στον Άγιο Μηνά και καθήμενη στο καροτσάκι της καμάρωνε με περισσή συγκίνηση τον Ευγένιο, τον δικό της Ευάγγελο. «Συμπαραστάτρια μιας ολόκληρης ζωής» όπως είπε.

Η σχέση του Ευγένιου Β’ με την Παναγία

Στην ιδιαίτερη σχέση με την Παναγία που υπήρξε πάντα παρούσα στη ζωή του και τον προστάτευε από μικρό παιδί, αναφέρθηκε ακόμα ο Αρχιεπίσκοπος.

«Ἡ Παναγία μας ἦταν πάντα παροῦσα. Αἰτία τῆς χαρᾶς τῆς ὕπαρξής μου ἡ Μεγαλόχαρη τῆς Τήνου καί ἔπειτα ἡ Παναγία τῶν Σταυροφόρων, ἡ Παναγία ἡ Κερά Καρδιώτισσα, ἡ Μεγάλη Παναγία στή Νεάπολη, ἡ Μεγάλη Παναγία στό Ρέθυμνο, ἡ ἐπονομαζόμενη Κερά τοῦ Ρεθέμνους, ἡ Παναγία ἡ Μεσοπαντήτισσα τοῦ Χάνδακα μοῦ φανέρωναν διαρκῶς σημεῖα τῆς θεομητορικῆς στοργῆς καί προστασίας τοῦ προσώπου μου. Εὐγνωμόνως Τήν εὐχαριστῶ».

Η πανδημία, οι ανισότητες και οι κοινωνικοί ιοί

Στην πανδημία και στους ιούς που απειλούν όχι μόνο την υγεία μας αλλά την πνευματική και την κοινωνική μας οντότητα και συνύπαρξη αναφέρθηκε ακόμα ο Αρχιεπίσκοπος, υπογραμμίζοντας ότι όλη αυτή η κατάσταση έχει αυξήσει τις ανισότητες και καταδεικνύει πόσο βαθιά ριζωμένες στην κοινωνία είναι η αλαζονεία, η εσωστρέφεια, η σύγχυση και ο φανατισμός.

«Το  μεγάλο πρόβλημα τοῦ ἰοῦ ἀνέδειξε, ὡς μή ὤφειλε, πώς ὑπάρχουν καί κυκλοφοροῦν δυστυχῶς καί ἄλλοι ἰοί, πνευματικοί καί κοινωνικοί, πού ἀπειλοῦν τήν πνευματική μας ὑγεία, ἀπειλοῦν αὐτήν ἀκόμη τή χριστιανική μας ἰδιότητα, ἀφοῦ ὁ χριστιανός εἶναι ἀδύνατον νά εἶναι φονταμενταλιστής καί φανατικός. Κάποιοι ἀδελφοί μας ἀπό πιστοί γίνονται εὔπιστοι καί, ἀφήνοντας τό Εὐαγγέλιο, ἀναζητοῦν ψευδοευαγγελιστές. Λησμονοῦν τό θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας, τό Χριστό πού διασχίζει τήν Ἱστορία, καί ψάχνουν ἐναγώνια «θαύματα» καί «θαυματοποιούς». Καί ἀκόμη κάποιοι ἰδιωτικοποιοῦν τήν πίστη, κάτι πού καμμία σχέση δέν ἔχει μέ τήν ἀποστολική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας».

Όχι στον σκοταδισμό και στη βία εις το όνομα της πίστης

Οι αναφορές στον θρησκευτικό φανατισμό και στα  βίαια περιστατικά εις το όνομα της πίστης, αποτέλεσαν ιδιαίτερο κομμάτι στην ομιλία του Αρχιεπισκόπου. Και δεν έκρυψε την ανησυχία του, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι στο Σώμα της Εκκλησίας δεν υπάρχουν οπαδοποιήσεις και ομαδοποιήσεις.

«Ἕνα ἄλλο ζήτημα, πού προστίθεται ἀνησυχητικά στούς καιρούς μας, εἶναι ἡ αὔξηση τῶν περιστατικῶν ἐπιθετικότητας στό ὄνομα τῆς πίστης. Ἔχει γραφτεῖ πολύ χαρακτηριστικά, πώς κάθε ἐπίθεση στό ὄνομα μιᾶς θρησκείας εἶναι ἐπίθεση κατά τῆς θρησκείας. Μακρυά ἀπό ἐμᾶς κάθε ἔννοια θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι καί δέν ἔγινε ποτέ μισαλλοδοξία.

Ὁ μέγας ὅμως πειρασμός τῶν καιρῶν μας, πού ἀπειλεῖ τήν Ὀρθοδοξία σχίζοντας τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι αὐτό πού προσφυέστατα ὀνομάζεται «σκάνδαλο τῶν αὐταδέλφων», ὁ ἐθνοφυλετισμός. Ἐμφανίζονται οἱ χριστιανοί νά προτάσσουν αὐτῆς τῆς ἰδιότητάς τους τήν ἐθνική τους προέλευση.

Αὐτό πού ἔκανε κάποτε τόν Ἅγιο Σωφρόνιο, διορθώνοντάς τους, νά γράψει: «Δέν γνωρίζω Ρῶσσο Χριστό, Ἕλληνα Χριστό, Ἄγγλο Χριστό, φιλέλληνα Θεό…». Γιά τό θέμα αὐτό ἔχει μιλήσει ἡ Ἐκκλησία, μέ τή γνωστή Ἐγκύκλιο τοῦ 19ου αἰώνα, πού χαρακτηρίζει αἵρεση τόν ἐθνοφυλετισμό. Καί τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο ἀγωνίζεται καθημερινά γιά νά μήν ἐπικρατήσει στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τοῦτο τό τόσο ἀντίθετο στήν ἀποστολική ρήση· «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, … πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. γ΄ 28)».

Ο Αρχιεπίσκοπος δήλωσε ακόμα ότι θα είναι πάντα μπροστάρης στους αγώνες για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και ακολουθώντας το παράδειγμα του «πράσινου» Πατριάρχη κάλεσε να κινητοποιηθούμε χωρίς άλλη χρονοκαθυστέρηση για την κλιματική αλλαγή, εστίασε στην ευθύνη όλων μας για την πολιτιστική μας κληρονομιά και την πορεία μας στο αύριο, και ακόμα υπογράμμισε την ανάγκη να διαφυλάττουμε τον τουρισμό μας και την παράδοσή μας.