«Εχθρός» του παράκτιου ενετικού τείχους η χερσαία ζώνη του λιμανιού

Με τη φιλοτιμία των αντοχών του παραθαλάσσιου ενετικού τείχους, που καταρρέει όρθιο, παίζει η κυβέρνηση, καθώς οδηγεί από αναβολή σε αναβολή την παραχώρηση της χερσαίας ζώνης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί ο Δήμος Ηρακλείου να προχωρήσει στο έργο της αποκατάστασης του μνημείου, για το οποίο υπάρχουν δεσμευμένα χρήματα από το πρόγραμμα Βιώσιμης Αστικής Ανάπτυξης.

«Τα χέρια μας είναι δεμένα», τονίζει στο Patris.gr ο αντιδήμαρχος Τεχνικών Έργων Γιώργος Σισαμάκης, ο οποίος δεν κρύβει την αγωνία του για το γεγονός ότι υπάρχει βαρύτατο πρόβλημα με το παραλιακό τείχος που βρίσκεται σε εξαιρετικά κακή κατάσταση, καθώς βαθαίνουν οι σπηλαιώσεις στο εσωτερικό του και δυστυχώς ο Δήμος δεν μπορεί να παρέμβει καθώς είναι στον αέρα το κρίσιμο ζήτημα της παραχώρησης της χερσαίας ζώνης.

Δύο χρόνια τώρα οδηγείται από αναβολή σε αναβολή η περίφημη παραχώρηση της χερσαίας ζώνης, που ναρκοθετεί την επιβίωση του παράκτιου ενετικού τείχους, όπως επίσης και μια σειρά άλλα κομβικά ζητήματα, όπως είναι η ολοκλήρωση της μελέτης του ανατολικού πολεοδομικού κέντρου, ένα σημαντικό τμήμα της οποίας «πατάει» στη χερσαία ζώνη.

Όπως είναι γνωστό, το Υπουργείο Πολιτισμού, ο Δήμος Ηρακλείου και η Περιφέρεια έχουν υπογράψει προγραμματική σύμβαση εδώ και χρόνια και είχε αποφασιστεί να προχωρήσουν στη δημοπράτηση του έργου της αποκατάστασης μαζί με τον ΟΛΗ, που μέχρι πρόσφατα είχε την ευθύνη της διαχείρισης της χερσαίας ζώνης.

Ωστόσο, μετά την ιστορική απόφαση που έγινε ΦΕΚ ( 547 Δ 30-8-2022), ο Οργανισμός Λιμένος βγαίνει από την εξίσωση, με αποτέλεσμα να μην έχει καμία εμπλοκή στη χερσαία ζώνη η οποία, ενώ θεωρητικά περνά στα χέρια του Δήμου Ηρακλείου, στην πράξη αυτό παραμένει μετέωρο.

Παρά τα αλλεπάλληλα διαβήματα που έχουν γίνει από το Δήμο, που ετοίμασε μέχρι και το σχέδιο τροποποίησης του νόμου για να κλείσει η υπόθεση, η κυβέρνηση οδηγεί το θέμα σε αναβολές που μπορεί να αποδειχτούν δραματικά επιζήμιες, αφού το παράκτιο τείχος έχει υποστεί βαρύτατα πλήγματα λόγω της μη συντήρησης του.

 

Οι σπηλαιώσεις μεγαλώνουν, όπως και η διάβρωση του τείχους που είναι απόλυτα εκτεθειμένο στον κυματισμό και στην αλύγιστη γραφειοκρατία που δεν έχει κανένα σεβασμό στα 1.950 μέτρα του μνημείου, το οποίο η πόλη οφείλει με κάθε τρόπο να περιφρουρήσει, να προστατεύσει και να αναδείξει.

Παλαιότερη έκθεση της τεχνικής υπηρεσίας είχε καταγράψει ότι σε όλο το παραλιακό τείχος υπάρχουν υποσκαφές, χρωματικές αλλοιώσεις στην επιφάνεια της επένδυσης του τείχους, τοπικές καταρρεύσεις λιθεπενδύσεως σε περιοχές όπου το τείχος είναι απροστάτευτο από τη δράση του κυματισμού σε μεγάλη έκταση.

Επίσης υπάρχει επιφανειακή φθορά πέτρας, από τα κύματα, αποδιοργάνωση κονιάματος τοιχοποιίας, υπάρχουν ανεξέλεγκτες αποχετεύσεις οι οποίες δημιουργούν μαύρους λεκέδες στο τείχος, τριγωνικής μορφής.

Επίσης διαπιστώθηκε κατάρρευση στέψης τείχους στο τμήμα από την Πύλη Δερματά, έως τον Προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, ενώ υπάρχουν ρωγμές μεγάλου εύρους (περίπου 5.00 cm). Ν) και ρωγμές αποκολλήσεως. Από την τομή που έχει γίνει στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, για διάνοιξη της παραλιακής οδού, διακρίνεται σε απόσταση περίπου 10μ. από το κύριο τείχος και δεύτερο τείχος πάχους περίπου 2.00μ.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι, πόσο χρόνο θα επιτρέψουμε στη γραφειοκρατία για να παίξει με τις αντοχές του μνημείου που δεν είναι ανίκητες, και ποιος θα χρεωθεί την ευθύνη μιας όχι απίθανης πτώσης ή κατάρρευσης τμήματος του μνημείου.