Με τον καλύτερο τρόπο, με συζήτηση δηλαδή με νέους ιατρούς και φοιτητές, στη διάρκεια της οποίας έγινε ανταλλαγή εμπειριών στο εξωτερικό και σύγκριση με την Ελλάδα, έπεσε η αυλαία του Πρώτου Πολυθεματικού Συνεδρίου του Ιατρικού Συλλόγου Ηρακλείου χθες.
Δεν αναφέρθηκαν μόνο στις μεγάλες οικονομικές διαφορές (προς τα πάνω), αλλά κυρίως στο σύστημα σταθερότητας, οργάνωσης και προβλέψιμου εργασιακού πλαισίου στο οποίο μπορούν να αποδώσουν προσφέροντας τις υπηρεσίες τους σε υποθέσεις με το ελληνικό.
Ο πρώην διευθυντής της Ιατρικής υπηρεσίας του Βενιζελείου, διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής Χάρης Λυδάκης με αφορμή αυτή την ενότητα έγραψε:
«Πραγματικά αξίζουν συγχαρητήρια στους διοργανωτές του Συνεδρίου και για ένα επιπρόσθετο λόγο: Προσέφεραν τη δυνατότητα σε νεαρούς ιατρούς και φοιτητές ιατρικής (σε μία κατάμεστη αίθουσα) να ακούσουν από πρώτο χέρι «Εμπειρίες από την ειδικότητα στο εξωτερικό και σύγκριση με την Ελλάδα» από αξιόλογους συναδέλφους που έχουν θητεύσει από ειδικευόμενοι σε χώρες του εξωτερικού (Ελβετία: Καλλινίκου Ζ. (Καρδιολόγος), Δανία: Ευφραιμίδης Γ. (Ενδοκρινολογος), Γερμανία: Ακουμιανάκη Ε. (Εντατικολόγος), Αγγλία: Λαλιώτης Α. (Χειρουργός), Ηνωμένες Πολιτείες: Μήτσιας Π. (Νευρολόγος). Όπως σημείωσε:
«Ακούγοντας τις εμπειρίες τους από τα διαφορετικά συστήματα που υπηρέτησαν όλοι οι προαναφερόμενοι, ήταν φανερό ότι σε όλα αυτά τα αναπτυγμένα κράτη μία ήταν η κοινή συνιστώσα που καθόριζε τη λειτουργία, την αξιοπιστία και θελκτικότητα του εργασιακού περιβάλλοντος: η ύπαρξη ενός σταθερού «Συστήματος» με απόλυτα σαφείς όρους οργάνωσης σε σχέση με την α) πιστοποιημένη εκπαίδευση (log books κλπ), β) ασφάλεια – τόσο για τον ιατρό όσο και για τον ασθενή, γ) ύπαρξη ασφαλιστικών δικλείδων και υποστηρικτικού περιβάλλοντος για την ενθάρρυνση των επαγγελματιών να αυτοβελτιώνονται, καθώς και δ) με την εξασφάλιση προβλέψιμου εργασιακού πλαισίου (καθηκοντολόγιο, στελέχωση, ώρες εργασίας, ανταποδοτική αμοιβή κλπ).
Μέσα σε αυτό το δομημένο περιβάλλον ο ειδικευόμενος στις παραπάνω χώρες μπορεί να εκμεταλλευτεί πληθώρα ευκαιριών (που δεν έχει να κάνει μόνον με το οικονομικό), σε σχέση με το απρόβλεπτο περιβάλλον που βιώνει στη χώρα μας». Ο ίδιος συνεχίζει:
«Η σκέψη, που αναδύεται μετά από την παρακολούθηση μίας τέτοιας συνεδρίας, αυθόρμητα είναι: Αρκούν μερικές «διαδικαστικές αλλαγές» για να βελτιωθεί το ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης ιατρών και γενικότερα η συνολική λειτουργία του «Δημόσιου Συστήματος Υγείας»;
Φοβάμαι πως όχι.
Τα συστήματα στις παραπάνω χώρες αντανακλούν μια γενικότερη κουλτούρα συναινετικής πειθαρχημένης συμπεριφοράς (ως πολίτες) και ύπαρξης ενός κοινά αποδεκτού θεσμικού και κοινωνικού status quo, το οποίο λίγο πολύ όλοι οι πολίτες έχουν συνδιαμορφώσει και στην πλειοψηφία τους αποδέχονται και υποστηρίζουν, το οποίο επικαιροποιείται ομαλά κατά περιόδους και δεν κινδυνεύει να ανατιναχθεί στον αέρα από επικίνδυνες αμέλειες ή πράξεις των υπευθύνων πολιτικών. Με άλλα λόγια, η σταθερότητα και αξιοπιστία των Ιατρικών Συστημάτων των χωρών αυτών έχει άμεση σχέση με την σταθερότητα και την θεσμική θωράκιση τόσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και κεντρικού κράτους.
Εδώ ακριβώς έγκειται η δυσκολία να αναταχθεί και το δικό μας «ΕΣΥ». Στην περίπτωση της Ελλάδας, εκτός από την προφανή οικονομική ένδεια (οι παραπάνω χώρες έχουν 3-5 φορές παραπάνω ΑΕΠ κατά κεφαλήν), ο κύριος ανασταλτικός λόγος για οποιαδήποτε τροποποίηση / καινοτομία είναι η βαθιά ενδογενής διαφωνία και αντίσταση από ομάδες, συντεχνίες, κομματικούς στρατούς κλπ, οι οποίοι αντιστρατεύονται κάθε αλλαγή. Το πολιτικο- κοινωνικό μας σύστημα βρίσκεται σε ακόμα εφηβική ηλικία, και δεν έχει την απαιτούμενη ωριμότητα και τη θεσμική δυνατότητα να δαμάσει αυτό τον ορυμαγδό αλληλοσυγκρουομένων οικονομικών/ιδεολογικών/κομματικών/συνδικαλιστικών συμφερόντων, καθότι και το ίδιο το σύστημα μας διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό και συντηρείται από αυτές τις ανωτέρω τάσεις» και κατέληξε:
«Εν κατακλείδι, το Ελληνικό ΕΣΥ απαιτεί (εκτός από χρηματοδότηση) και βαθιά θεσμική ανασυγκρότηση. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα σε ένα ισχυρά θεσμικά λειτουργόν κράτος, διότι όπως είναι ιστορικά παραδεκτό ο πλούτος στα έθνη (μαζί με την ελεύθερη και δίκαιη κατανομή του) εμφανίζεται μόνο στα κράτη που έχουν δυνατούς θεσμούς».