Στα τέλη του επόμενου μήνα αναμένεται να ξεκινήσει η αποκατάσταση των ρηγματώσεων που εδώ και χρόνια έχουν καταγραφεί στους εξωτερικούς κίονες της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου, με αποτέλεσμα να έχουν αποκολληθεί μεγάλα κομμάτια σοβάδων. Μετά από σχετικό διαγωνισμό που πραγματοποίησε ο Δήμος Ηρακλείου, αναδείχτηκε ο ανάδοχος του έργου που αναμένεται να πιάσει δουλειά στο τέλος του επόμενου μήνα, αφού συμβασιοποιηθεί η παρέμβαση.
Η πορεία αποκατάστασης του μνημείου δρομολογείται, αφού πέρασε τις συμπληγάδες της γραφειοκρατίας, που προκάλεσαν χαρακτηριστική χρονοκαθυστέρηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έργα θα ξεκινήσουν στις αρχές του χρόνου και ο ανάδοχος μόλις τώρα αναδείχτηκε. Στον αέρα ωστόσο παραμένει η τύχη της πρότασης που κατέθεσε ο Δήμος Ηρακλείου σε σχέση με εσωτερικές παρεμβάσεις περιορισμένης κλίμακας που θα πρέπει να γίνουν στο μνημείο.
Συγκεκριμένα, η πρόταση του Δήμου προβλέπει να γίνει ένα συνολικότερο φρεσκάρισμα στο μνημείο, ώστε να θωρακιστεί ο εσωτερικός του χώρος με κλιματισμό, πυρασφάλεια και με ειδικό φωτισμό που θα δίνει τη δυνατότητα ανάδειξης των εκθέσεων που θα ακολουθήσουν. Ωστόσο, όπως τονίζει ο κ. Αναστασάκης, το Υπουργείο Πολιτισμού μέχρι σήμερα δεν έχει δώσει καμία απάντηση στο σημαντικό αυτό θέμα, το οποίο εξακολουθεί να παραμένει σε εκκρεμότητα.
Η αποκατάσταση των ρηγματώσεων
Οι εξωτερικές ρηγματώσεις που έχουν σημειωθεί στους κίονες της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου προκάλεσαν την αποκόλληση μεγάλων κομματιών σοβάδων με αποτέλεσμα να αναδειχτεί ο οξυδωμένος σιδερένιος οπλισμός στο μνημείο-σύμβολο της πόλης.Πιο συγκεκριμένα, στον βαρύτερα τραυματισμένο κίονα από τη φθορά του χρόνου έχει πλέον αποκαλυφθεί μεγάλο τμήμα του σιδερένιου οπλισμού, καθώς η διάβρωση που έχει υποστεί έχει αναπτυχθεί σε μεγαλύτερη έκταση. Αντίστοιχα στον άλλο κίονα φαίνεται ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των ρηγματώσεων σε όλο το μήκος του.
Όλα τα ζητήματα αυτά θα λυθούν με την παρέμβαση που δρμολογείται όπως τονίζει ο αντιδήμαρχος Τεχνικών Εργων Γ. Αναστασάκης, ο οποίος σημειώνει ότι θα γίνουν και κάποιες εργασίες αποκατάστασης στα σκαλοπάτια του μνημείου.
Όπως εξηγεί, οι παρεμβάσεις αυτές θα είναι σημειακές και συγκεκριμένα στα τμήματα του μνημείου όπου έχουν εντοπιστεί φθορές που σε καμία περίπτωση δεν εγείρουν ζήτημα στατικής επάρκειας.
Ειδικότερα στους δύο εξωτερικούς κίονες, οι οποίοι δεν είναι αυθεντικοί αλλά κατασκευάστηκαν από μπετόν και σιδερένιο οπλισμό το 1956, όταν το μνημείο αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή από την Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, η μελέτη προβλέπει ότι θα γίνουν όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για την αποκατάσταση τους. Αντίστοιχα θα γίνουν παρεμβάσεις αποκατάστασης και στα δάπεδα του μνημείου και σε διάφορα άλλα σημεία όπου έχουν εντοπιστεί στοιχεία διάβρωσης από τη φθορά του χρόνου, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπισθούν.
Η ιστορία του μνημείου
Όπως είναι γνωστό, η ιστορία του σπουδαίου μνημείου της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ήταν ένα από τα σημαντικά κτίσματα που κατασκεύασαν οι Ενετοί λίγες δεκαετίες μετά την κατάκτηση της Κρήτης. Ειδικότερα σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, οι Ενετοί θέλοντας να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην καινούρια τους αποικία (Χάνδακα – Ηράκλειο) και παράλληλα να εκδηλώσουν την ευγνωμοσύνη και την αγάπη τους προς την πατρίδα τους έχτισαν στο κέντρο της πόλης το ναό της Βασιλικής αφιερωμένο στον προστάτη της Βενετίας, τον Αγιο Μάρκο.
Ήταν τρίκλιτη βασιλική και το μεσαίο της κλίτος στεγαζόταν ψηλότερα. Ο ναός, που οικοδομήθηκε απέναντι από το δουκικό ανάκτορο, κατείχε σημαντική θέση στην κοινωνία της εποχής της ενετικής κυριαρχίας. Εδώ αναλάμβαναν με κάθε επισημότητα τα καθήκοντά τους όλοι οι άρχοντες και αξιωματούχοι κι εδώ ζητούσε την προστασία του Αγίου ο απλός λαός. Στον ίδιο χώρο ενταφιάζονταν μέσα σε σαρκοφάγους με ανάγλυφες παραστάσεις οι δούκες καθώς και μέλη της επίσημης αριστοκρατίας. Δύο από τους τάφους αυτούς είναι ορατοί σήμερα στην ανατολική πλευρά του ναού.
Την περίοδο της τουρκοκρατίας έγινε τζαμί και το περιβόητο κωδωνοστάσιο, το οποίο είχαν χτίσει οι Βενετοί μιμούμενοι αυτό του Αγίου Μάρκου της Βενετίας, κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους. Την περίοδο εκείνη ανήκε στον αρχηγό των οικονομικών Δεφτερδάρ Αχμέτ Πασά, γι’ αυτό κι ήταν γνωστό ως Δεφτερδάρ τζαμί, ονομασία με την οποία συναντάται στις εφημερίδες των αρχών του αιώνα (ως Τεφτερντάρ τζαμί).
Το 1923 περιήλθε στην περιουσία του Δημοσίου και στη συνέχεια του Δήμου, με σκοπό να χτιστεί στη θέση του δημοτικό θέατρο. Ο σχεδιασμός αυτός δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά χρησιμοποιήθηκε ως κινηματογράφος με το όνομα «Μινώα». Την περίοδο της γερμανικής κατοχής έγινε αποθήκη τροφίμων. Το 1956 άρχισε η αναστήλωση από την Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών και το 1961 η Βασιλική του Αγίου Μάρκου εγκαινιάστηκε από το Α’ Κρητολογικό Συνέδριο. Σήμερα το μνημείο χρησιμοποιείται ως δημοτική πινακοθήκη.