Ένας χρόνος συμπληρωθηκε από τη δολοφονία του 23χρονου κτηνοτρόφου από τα Ανώγεια Εμμανουήλ Στρατάκη (Ψιρή).
Ο 23χρονος στις 9 Απρίλη του 2017 έπεσε νεκρός από τις σφαίρες του πρώτου ξαδέρφου του πατέρα του με αφορμή τις κτηματικές διαφορές. Είχε διαμπερές τραύμα από σφαίρα στο στήθος και εξέπνευσε κατά τη μεταφορά του στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο.
Χθες στη γενέτειρά του πραγματοποιήθηκε παρουσία πλήθους κόσμου το ετήσιο μνημόσυνο στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη.
Με αφορμή το μνημόσυνο του Μανόλη η μητέρα του Ειρήνη Στρατάκη, “κατέθεσε” σε ένα χαρτί λόγια ψυχής, για τον αγαπημένο της γιο, μαντινάδες και μοιρολόγια για τον λατρεμένο της γιο: «Εμμανουήλ Βασιλείου Στρατάκης (Ψιρής)
Πέρασε ένας ΜΑΥΡΟΣ χρόνος από τον άδικο χαμό του αγαπημένου μας παιδιού, αδερφού και θείου. Ήταν Κυριακή των Βαΐων 9 Απριλίου 2017. Ημέρα των Παθών του Κυρίου και των δικών μας. Η Μεγάλη Εβδομάδα που προμηνύει κρίση, πίκρα, πόνο, τεράστια θλίψη, οδύνη και σπαραγμό…Πού να φανταστούμε πως με το ξεκίνημά της, θα είχε την απόλυτη εναπόθεση όλων των συναισθημάτων αυτών, στις καρδιές όλων μας..
“Έφυγε ο Μανόλης μας στα 23 του”. Ξαφνικό, θλιβερό και αναπάντεχο. Γιατί; Γιατί τέτοια κακή ώρα; Γιατί κόπηκε το νήμα της ζωής του, της νιότης του, των ονείρων του, της συνύπαρξης μας, της ευτυχίας μας, δίχως να είναι Θέλημα Θεού;
Προσπαθούμε να βρούμε δυνάμεις και αντοχές, να αντισταθούμε σε όλο αυτό το ξαφνικό, το θλιβερό, το αναπάντεχο. Μα αφού από μόνο του είναι Αναπάντεχο, πώς θα τα καταφέρουμε; Το ίδιο και χειρότερο, δυσβάστακτο, αναπάντεχο, ανοιχτή πληγή που καταντά συρίγγιο, σε όλους μας μετά από ένα χρόνο.. Προσπαθούμε να κρατήσουμε ζωντανά τα αισθήματα, τις αξίες και τα ιδανικά του παιδιού μας.
Μανόλη μας, προσπαθούμε να σε κρατήσουμε ζωντανό ανάμεσα μας, με ένα διαφορετικό εξωπραγματικό τρόπο. Σε σκεφτόμαστε κάθε στιγμή παρέα με τους υπόλοιπους Αγγέλους.
Είμαι ένας άνθρωπος που τα βάζω όλα στο μυαλό μου. Πάντα μου έλεγα: Πατέρα δεν εγνώρισα. Μεγάλωσα δίχως τη στοργή του πατέρα. Πέθανε όταν ήμουν 3 ετών. Πάντα με τη θλίψη, πάντα με τη στέρηση και πάντα με τη σκέψη. Έλεγα όμως έχω τη μάνα μου και στήριγμα τον αδερφό μου.
Μεγάλωσα, παντρεύτηκα, μπήκα στην οικογένεια των Στρατάκηδων, έκανα οικογένεια. Ήμουνα και είμαι περήφανη. Παρακαλούσα το Χριστό, τη μητέρα Παναγία, να βλέπει του κόσμου τα παιδιά και τα παιδιά μου. Πάντα μου έλεγα: Αν μου μέλλεται να περάσω Γολγοθά καλύτερα στον άντρα μου ή στο κορμί μου και όχι στα παιδιά μου. Κι όμως το ένστικτο της Μάνας ποτέ δεν πέφτει έξω. Ήθελα πολλά παιδιά γιατί πάντα θαύμαζα την μεγάλη οικογένεια. Έκανα τέσσερα παιδιά με αγάπη, με μεράκι, με στοργή, με οίκτο τα ανάθρεψα με υπερπροστασία και τα καμάρωνα.
Μεγάλωσαν και μπήκαν με αξιοπρέπεια στην Ανωγειανή κοινωνία. Ο Θεός μου έδωσε την ευλογία να δω τη χαρά τους στο γάμο τους, στο πρώτο και στο τέταρτο. Για το τρίτο μου παιδί η μοίρα μου φύλαγε σκληρό , μαρτυρικό, απελπιστικό, εφιαλτικό, βασανιστικό παιχνίδι. Άνοιξη μου έτυχε το Πασχαλινό λαχείο. Μέρα των Βαΐων, μεγάλη γιορτή για την Χριστιανοσύνη.
Στη γειτονιά μαζί με τα παιδιά μου μεγάλωναν και τα υπόλοιπα. Αδέρφια, πρώτα ξαδέρφια, στη γειτονιά επικρατούσε χαρά Θεού! Μαζί στο σπίτι, μαζί στο σχολείο, μαζί στη δουλειά, όλοι μαζί σε μια αυλή περνούσαμε καλά. Μαζί στις χαρές, μαζί στις δύσκολες στιγμές, μαζί στο καλό, μαζί και στο κακό. Ήμασταν αυτοκόλλητοι. Γιατί Θεούλη μου δεν συνεχίσαμε έτσι: Η ζωή άλλαξε ακολούθησε μίσος και έχθρα. Γιατί: Γιατί Χριστούλη μου μπήκε στη μέση η ζηλοφθονία; Τα ζήλεψαν; Τα μίσησαν: Για αυτό συνέβη το χειρότερο που μπορούσα να φανταστώ; Μας καταδίκασαν εις Θάνατον. Μας ρήμαξαν το σπίτι μας, γκρέμισαν τα όνειρα μας.. Μας έκαναν το γέλιο κλάμα, τη χαρά λύπη, την αισιοδοξία απαισιοδοξία. Πήραμε το χειρότερο τίμημα από τους συγγενείς μας.
Έφυγε για τη δουλειά και γύρισε στο σπίτι Χριστέ μου, γαμπρός χωρίς τη νύφη μέσα στο φέρετρο. Τι να πω; Τι να λέω; Τι να σκέφτομαι; Ήμουν στο κρεβάτι χειρουργημένη. Είχα μηδαμινές αντοχές, υποβασταζόμουνα, χτυπούσα το κεφάλι μου στον τοίχο. Το δέχτηκα Χριστέ μου το δώρο σου: Το Σταυρό του Μαρτυρίου. Το έκλαιγα, το χάιδευα, το φιλούσα.
Οι ώρες πέρασαν, μου το πήραν απ’ το σπίτι για την εκκλησία. Ζούσα στον κόσμο μου, βρισκόμουν σε κενό αέρος. Δεν το πίστευα, δεν το πιστεύω αυτό που μου συμβαίνει. Είναι ψέμματα ειλικρινά ΟΧΙ για τον Μανόλη μου. ΟΧΙ σε μένα, μα και σε καμία μάνα να μην συμβαίνει το τραγικό και μάλιστα από συγγενείς σου. Το παιδί μου ήταν ένας Άγγελος. Παιδί χωρίς ελαττώματα, άψογο, υπερήφανο, αντρόπιαστο, Χαρισματικό, ήταν και είναι εκεί που βρίσκονται οι Άγγελοι και οι Αρχάγγελοι.
Χάθηκε άδικα. Μάταια. Τι κρίμα Χριστέ μου. Είναι πολύ άδικο αυτό που συμβαίνει στην οικογένεια μου. Πικρό ποτήρι να χάνεις παιδί, σκληρό παιχνίδι να παίζεις με τα άλλα σου παιδιά. Μεγάλη αμαρτία να αφαιρείς μια αθώα ψυχή στον ανθό της νιότης του.
Έφυγες απροειδοποίητα παιδί μου
και δε μ’αποχαιρέτησες ψυχή μου.
Πέρασε ένας χρόνος ακριβό μου
και λείπεις απ’το σπίτι μας μικρό μου.
Μήνες, μέρες και ώρες καντιφέ μου
περνούν μα δεν περνούνε εγλετζέ μου.
Αητός ήσουν και πέταξες στους ουρανούς παιδί μου
κι άφησες αποτύπωμα στα αδέρφια σου ψυχή μου.
Στολίδι μου ψυχή μου αναπνοή μου,
αναπνέω με την ελπίδα γιασεμί μου,
πως κάπου είσαι και θα ‘ρθεις χαρά μου
και ζω και περιμένω μάλαμα μου».