Στις 3 Ιουλίου 1908 ο ιταλός αρχαιολόγος Luigi Pernier (1874-1937) ανακαλύπτει σε ένα μικρό δωμάτιο του ανακτόρου της Μεσαράς τον περίφημο δίσκο της Φαιστού.
Πρόκειται για έναν πήλινο αμφιπρόσωπο ενεπίγραφο δίσκο (πιθανώς έργο της Μέσης Εποχής του Χαλκού, 17ος αιώνας π.Χ.), με ιερογλυφική μινωική γραφή αποτυπωμένη σπειροειδώς και στις δύο πλευρές του.
Βρέθηκε στο κύριο κελί ενός υπόγειου «αποθετηρίου ναού». Αυτά τα βασικά κελιά, προσβάσιμα μόνο από πάνω, καλύπτονταν τακτοποιημένα με ένα στρώμα λεπτού σοβά.
Το περιεχόμενό τους ήταν φτωχό σε πολύτιμα αντικείμενα, αλλά πλούσιο σε στάχτη, αναμεμειγμένα με καμένα οστά βοοειδών. Στο βόρειο τμήμα του κυρίου κελιού, στην ίδια μαύρη στρώση, λίγα εκατοστά νοτιοανατολικά του δίσκου και περίπου 20 εκατοστά (51 εκατοστά) πάνω από το δάπεδο, βρέθηκε επίσης ένα πλακίδιο σε Γραμμική Α’, το οποίο αριθμήθηκε ως PH 1. Ο χώρος προφανώς κατέρρευσε ως αποτέλεσμα σεισμού, ενδεχομένως συνδεόμενου με την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης που έπληξε μεγάλα τμήματα της περιοχής της Μεσογείου κατά τη διάρκεια της μέσης δεύτερης χιλιετίας π.Χ.
H διάμετρος του είναι 16 εκ. και το πάχος του 2.1 εκ. Η μυστηριώδης επιγραφή του αποτελείται από 242 σημεία γραφής, 123 στην πλευρά A και 119 στην πλευρά B, σε σπειροειδή διάταξη. Τα 45 διαφορετικά σημεία γραφής τυπώθηκαν στον πηλό και μετά Ο Δίσκος της Φαιστού ψήθηκε στη φωτιά.
Πρόκειται για πιθανότατα Κρητική συλλαβική γραφή, της οποίας το κείμενο (γλώσσα), παρά τις αναρίθμητες προσπάθειες που έχουν γίνει για την αποκρυπτογράφησή του και την μέτρηση τελείως διαφορετικών μεθόδων, παραμένει άγνωστο.
Οι ερευνητές καταλήγουν σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα για τον σκοπό, το περιεχόμενο και τους δημιουργούς του. Ο Δίσκος της Φαιστού, σαγηνεύει 115 χρόνια την ανθρώπινη έρευνα με τα μυστικά του, αφού ο σκοπός της κατασκευής του και το νόημα των όσων αναγράφονται σε αυτόν παραμένουν άγνωστα, παρά τις πλείστες όσες ερμηνείες και προσεγγίσεις . .Σύμφωνα πάντως με την επικρατέστερη εκδοχή, πρόκειται για ένα θρησκευτικό κείμενο ή ύμνο.
Θεωρείται το αρχαιότερο τυπογραφικό μνημείο καθώς τα σημεία και στις δύο πλευρές του έχουν αποτυπωθεί με κινητά στοιχεία (σφραγίδες), τεχνική που ανακαλύφθηκε ξανά 2.200 χρόνια αργότερα από τον Γουτεμβέργιο.
Δήλωση του δημάρχου Γρηγόρη Νικολιδάκη
Με αφορμή την ανακάλυψη του Δίσκου της Φαιστού πριν από 115 χρόνια, ο δήμαρχος Φαιστού κ. Γρηγόρης Νικολιδάκης προχώρησε στην παρακάτω δήλωση:
«Ήταν 3 Ιουλίου του 1908 όταν ο Ιταλός αρχαιολόγος Λουίτζι Περνιέ ανακάλυψε το σπουδαίο εύρημα του Δίσκου της Φαιστού, ενώ βρίσκονταν στα υπόγεια του Ανακτόρου.
Το σημαντικό αυτό εύρημα, που σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, αποτελεί κομμάτι της ιστορίας και του τόπου μας.
Γι’ αυτό κι εμείς, τιμούμε την σημερινή ημέρα, τιμούμε, την ιστορία, τον πολιτισμό μας και τονίζουμε πως για εμάς το Πολιτιστικό μας απόθεμα είναι πολύ σημαντικό κι οφείλουμε να το προστατεύουμε και να το αναδεικνύουμε».