Η φωτιά στο πλοίο της ΑΝΕΚ θύμισε σε πολλούς ένα αντίστοιχο πύρινο εφιάλτη που είχαν ζήσει πριν 15 χρόνια οι επιβάτες του “Κνωσός Παλάς”, όπου κι εκεί είχε εκδηλωθεί φωτιά στο γκαράζ.

Ήταν Νοέμβριος του 2003 όταν τον ίδιο πύρινο εφιάλτη με  το «Ελευθέριος Βενιζέλος» είχαν ζήσει οι εκατοντάδες επιβάτες και τα μέλη του πληρώματος του πλοίου των Μινωικών Γραμμών «Κνωσός Παλάς», το οποίο καιγόταν εν πλω, ενώ υπήρχε φόβος αναζωπύρωσης  και γι’ αρκετές ώρες μετά που έδεσε στο λιμάνι του Ηρακλείου.

Τότε, χάρη στις ενέργειες της εταιρείας, του πληρώματος  και στην ψυχραιμία που είχαν επιδείξει οι εργαζόμενοι του «Κ.Π» είχε αποφευχθεί  μια πολύνεκρη τραγωδία, είχε αποκαλυφθεί όμως η ανικανότητα της κρατικής μηχανής να κατεβάσει τον κόσμο ο οποίος αγωνιούσε και φοβόταν για τη ζωή του.

Ήταν 3.40 το πρωί της 19/11/2003  κι ενώ το πλοίο των «Mινωικών Γραμμών» βρισκόταν 40 ναυτικά μίλια βορειοδυτικά του λιμανιού του Hρακλείου ακούστηκαν οι πρώτες εκρήξεις και οι καπνοί έζωσαν τα υπόγεια διαμερίσματα.

Οι πρώτες ανακοινώσεις έκαναν λόγο για πυρκαγιά που προκλήθηκε από άγνωστο λόγο σε φορτηγό πλοίο το οποίο βρισκόταν στο γκαράζ νούμερο 3 και μετέφερε είδη οικιακής χρήσης, αποσμητικά και αφρούς. Λίγη ώρα μετά ο πλοίαρχος του πλοίου καθησύχασε τους επιβάτες επισημαίνοντάς τους να τηρήσουν τις οδηγίες που θα δοθούν.

«Παρακαλείσθε να δείξετε ψυχραιμία και να ακούτε τις οδηγίες του πληρώματος. H πυρκαγιά έχει περιορισθεί και σύντομα θα τεθεί υπό πλήρη έλεγχο» είχε ακουστεί  στα μεγάφωνα του πλοίου, ανακουφίζοντας τους 1.040 επιβάτες, αλλά και τα 116 άτομα του πληρώματος.

Η φωτιά περιορίστηκε  σε σύντομο χρόνο από το αυτόματο σύστημα κατάσβεσης που διέθετε το «Kνωσός Παλλάς», αλλά και με τη βοήθεια του πληρώματος το οποίο λειτούργησε ψύχραιμα και με επαγγελματισμό.

Η «οδύσσεια» όμως των επιβατών ξεκίνησε όταν στις 6.15 π.μ της ίδιας ημέρας το πλοίο μπήκε στο λιμάνι του Ηρακλείου.

Ήταν η ώρα που ξεκίνησε η ταλαιπωρία των επιβατών, αλλά και των συγγενών τους που πληροφορήθηκαν για το περιστατικό και βρέθηκαν στο λιμάνι του Hρακλείου για να μάθουν για την υγεία των δικών τους προσώπων.

Η διαδικασία αποβίβασης γινόταν  μετ’ εμποδίων και διήρκεσε περισσότερο από τέσσερις ώρες!

Δημοσίευμα "Π": Η φωτιά στο πλοίο της ΑΝΕΚ θύμισε σε πολλούς ένα αντίστοιχο πύρινο εφιάλτη που είχαν ζήσει πριν 15 χρόνια οι επιβάτες του “Κνωσός Παλάς”, όπου κι εκεί είχε εκδηλωθεί φωτιά στο γκαράζ.

Ο καταπέλτης του πλοίου δεν άνοιξε αμέσως μετά τον κατάπλου στο λιμάνι και αυτό γιατί το πλήρωμα δεν μπορούσε να κατέβει στο γκαράζ που ήταν γεμάτο καπνούς και δεν χρησιμοποιήθηκε το σύστημα εξαερισμού από το φόβο αναζωπύρωσης της φωτιάς.

Κάπως έτσι εκτυλίχθηκαν  τριτοκοσμικές σκηνές που μας είχαν εκθέσει  διεθνώς, καθώς δεν υπήρχε σκάλα του ύψους στο οποίο βρισκόταν οι πλαϊνές πόρτες για να κατέβουν οι επιβάτες.

Είχε χρειαστεί τότε να μεταφερθούν σκάλες της Ολυμπιακής για τον απεγκλωβισμό του κόσμου.

Άτομα μεγάλης ηλικίας είχε χρειαστεί  να σκαρφαλώσουν τα κάγκελα του πλοίου και να βρεθούν στις δύο σκάλες, βοηθούμενοι από άνδρες του Λιμεναρχείου, της Πυροσβεστικής, της EMAK και διασώστες του EKAB.

Σύμφωνα με το δημοσεύμα εκείνης της ημέρας, οι επιβάτες που βρίσκονταν στα καταστρώματα και έβλεπαν τον ανορθόδοξο τρόπο αποβίβασης αποδοκίμαζαν τους… συντονιστές της επιχείρησης.

Φωνές αγανάκτησης ακούγονταν τόσο στο κατάστρωμα του πλοίου όσο και στην προβλήτα, όπου αγανακτισμένοι συγγενείς επιβατών αναζητούσαν τους δικούς τους.

Τα αίτια της πυρκαγιάς

Σύμφωνα με δημοσιεύματα εκείνων των ημερών, η φωτιά είχε ξεκινήσει από μια καρότσα μεταφορικής εταιρείας όπου υπήρχε εύφλεκτο  υγρό. Η  πυρκαγιά είχε προκληθεί  από την ανάφλεξη  ακετόνης, μιας άκρως εύφλεκτης ουσίας.

Σύμφωνα με τον πραγματογνώμονα της Πυροσβεστικής, αρχικά υπήρξε διαρροή ακετόνης και ακολούθησε ανάφλεξη η οποία προκλήθηκε από σπινθήρα λόγω βραχυκυκλώματος σε μπαταρίες ή λόγω τριβής μεταλλικών εξαρτημάτων καρέκλας.

Ως πιθανότερη μάλιστα εκδοχή θεωρήθηκε η δεύτερη, καθώς σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες η ακετόνη διέρρευσε, γιατί έπεσε πάνω στη συσκευασία της ένα ογκώδες ξύλινο έπιπλο.

O πραγματογνώμονας αξιολογεί πολύ θετικά τις ενέργειες του πληρώματος και καταλήγει ότι από τη φωτιά και τα παράγωγά της και κάτω από τις ειδικές συνθήκες που εκδηλώθηκε-νύχτα και εν πλω- θα μπορούσε να προκύψει κοινός κίνδυνος κατά της ζωής των επιβατών και της περιουσίας τρίτων.