Εκατό πασχαλινές μαντινάδες για ευχές

Εκατό πασχαλινές ευχετήριες μαντινάδες του Χάρη Στρατιδάκη

Ανάστασ’ είναι σα θα ’ρθεις, μικρή μου, στο πλευρό μου

τότες θα κατεβώ κι εγώ και πάλ’ απ’ το σταυρό μου.

 

Ανάσταση θα κάμομε με τα κρομμύδια πάλι

γιατί το σουβλιστό αρνί το ’φάγαν οι μεγάλοι.

 

Ανάσταση σου εύχομαι να έρθει στη μ-ψυχή σου

ό,τι και να ’νειρεύγεσαι να τό ’βρεις στη ζωή σου.

 

Ανάσταση στα πάθη μου δε γνώρισα ποτέ μου

γι’ αυτό τον Επιτάφιο πάντα γιορτάζω, Θε μου.

 

Ανάσταση χαρμόσυνα σαν παίξει η καμπάνα

πώς να χαρώ σα λείπουνε αδέρφι, κύρης, μάνα;

 

Ανήφορος ο Γολγοθάς και ο σταυρός γομάρι

και μια ζωή ως τη γ-κορφή να φτάσω θα μου πάρει.

 

Άνοιξη, Πάσχα, ομορφιά, η πιο μεγάλη σκόλη

σαν την ημέρα τση Λαμπρής νά’ ν’ η ζωή σου όλη.

 

Άσπρη λαμπάδα άναψα τσ’ Ανάστασης το βράδυ

κι έκαμα ευχή στο δρόμο σου να μη βρεθεί σκοτάδι.

 

Άσπρο κερί τσ’ Ανάστασης ήθελα νά ’μαι μόνο

να με κρατάς στη χέρα σου να φέγγεις και ας λιώνω.

 

Αφού αναστήθηκ’ ο Χριστός τσ’ ελπίδες μου δε χάνω

ίσως να κατεβώ κι εγώ απ’ το σταυρό επάνω.

 

Βάλε με μες στη σκέψη σου αφού δε ζω μαζί σου

τ’ άγιο το φως τσ’ Ανάστασης ν’ ανάψει το κερί σου.

 

Γιάντα, Χριστέ μου, τ’ άφηκες το θεϊκό παλάτι

κι ήρθες να κυνηγάς στοιχειά και το βαστάς ινάτι;

 

Γονατιστός στο Γολγοθά βράδυ πρωί ανεβαίνω

και κουβαλώ βαρύ σταυρό στσοι ώμους μου και πιαίνω.

 

Δεν άξιζε να σταυρωθείς, Χριστέ μου, για κιανένα

αφού στου κόσμου τη γ-καρδιά θεριά ’ ναι φωλεμένα.

 

Δώσ’ μου φιλί τσ’ Ανάστασης ετσά για να πασχάσω

γιατί-όσο μού ‘μεινε μυαλό κοντεύω να το χάσω.

 

Δώσ’ μου φιλί τσ’ Ανάστασης Πάσχα κι εγώ να νιώσω

σα ν-το κεράκι τση Λαμπρής κοντεύω μπλιο να λιώσω.

 

Είν’ η καρδιά μου ολοχρονίς μια Μεγαλοβδομάδα

και δε γ-κατέχει ίντα θα πει τσ’ Ανάστασης λαμπάδα.

 

Ένα κερί τσ’ Ανάστασης ανάβω κι ανημένω

ελπίδας λάμψη να γενεί για κάθε πονεμένο.

 

Έπλεξε την αγάπη μου η σκέψη μου δαντέλα

να τηνε δέσει στο κερί Ανάστασης κορδέλα.

 

Ήθελα ’γώ λόγω τιμής ψώματα να πεθάνω

και κάθε χρόνο Ανάσταση σα ν-το Χριστό να κάνω.

 

Ήθελα νά ’μουνα ληστής, Χριστέ, στο Γολγοθά σου

να τα περάσω αντί για σε τα πάθη τα δικά σου.

 

Ήλιος, Χριστέ μου, γένηκες στου κόσμου το σκοτίδι

κι ήπιες εσύ στη δίψα σου σαφί χολή και ξύδι.

 

Η φλόγα της Ανάστασης ν’ ανάψει στην καρδιά σου

για να κρατήσει ζωντανά όλα τα όνειρά σου.

 

Θα κλέψω την Ανάσταση και θα σου τη χαρίσω

αφού για μένα κράτησα τη Σταύρωση να ζήσω.

 

Θέλω να κάμ’ Ανάσταση μόνο στην αγκαλιά σου

να μ’ ανασταίνουν σα Χριστό τη νύχτα τα φιλιά σου.

 

Ίντα σημαίνει άνθρωπος μόν’ ο Χριστός κατέχει

γιατί ακόμ’ απ’ το σταυρό στα χέρια τρύπες έχει.

 

Καθένας την Ανάσταση μέσα ν-του τη βιώνει

ανάλογα με το σταυρό που στσ’ ώμους του σηκώνει.

 

Κάνε τα χέρια σου σταυρό να σταυρωθώ απάνω

και δε με νοιάζει Ανάσταση ποτές μου να μη γ-κάμω.

 

Καρφιά η σκέψη και σταυρούς, η μοναξιά για μένα

πώς ν’ αναστήσω όνειρα που μού ’χεις σταυρωμένα;

 

Κουράστηκα να πορπατώ στου Γολγοθά το δρόμο

να κουβαλώ και το σταυρό τσ’ αγάπης σου στον ώμο.

 

Λαμπρή κι ηλιοπερίχυτη κι ηλιόχαρ’ είν’ η μέρα

κι ούλο το φως τσ’ Ανάστασης πλανάται στον αέρα.

 

Μ’ ένα κερί αναστάσιμο τ’ άγιο φως θα λάβω

μ’ απ’ το ποτήρι του σεβντά μόνο θα μεταλάβω.

 

Μες στο σκοτίδι τση ψυχής μια σπίθα διανηρίζω

έρχεται η Ανάσταση, μέσα μου ψιθυρίζω.

 

Με το δικό σου Γολγοθά μοιάζει, Χριστέ, η ζωή μου

γιατί περνώ τα Πάθη σου τη γ-κάθα μια στιγμή μου.

 

Μη θέλεις να σε προσκυνά όποιος αγάπη δίδει

μα κι ο Ιούδας προσκυνά και ύστερα προδίδει.

 

Νά ’μουν εγώ το άγιο φως στη φλόγα του κεριού σου

να κάμω Ανάστασης σταυρό στη μ-πόρτα του σπιθιού σου.

 

Όλα τση γης τα λούλουδα και γιασεμιά και κρίνα

σα τζοι πασχαλινές χαρές μυρίζουνε και κείνα.

 

Ούλ’ η ζωή μου Γολγοθάς και κουβαλώ στον ώμο

σ’ ένα σταυρό τσοι στεναγμούς, τη μ-πίκρα και το μ-πόνο.

 

Οντε θα ’ρθεις στον ύπνο μου και μπεις στα όνειρά μου

Λαμπρή και Διπλανάσταση γίνεται στην καρδιά μου.

 

Όποιος πιστεύγει στο Χριστό και στην Ανάστασή ν-του

ό,τι σταυρό κι αν κουβαλεί θα δει και τη δική ν-του.

 

Όποιος σηκώνει το σταυρό, αυτός καταλαβαίνει

στη γ-κορυφή του Γολγοθά ίντα τον περιμένει.

 

Όσες κροτίδες πέσουνε του Πάσχα την ημέρα

τόσες χαρές σου εύχομαι να έχεις κάθε μέρα.

 

Όσες λαμπάδες φώτισαν μ’ άγιο φως τη φύση

τόσες σου εύχομαι χαρές σε όλη σου τη ζήση.

 

Όσες στροφές θα πάρουνε τ’ αρνιά που θα ψηθούνε

τόσες χαρές σου εύχομαι να ’ρθουν και να σε βρούνε.

 

Όσο τα κάρβουνα φυσώ να ψήσω κοκορέτσι

προκάνω το να σου το πω ένα Χριστός Ανέστη.

 

Όταν με φως τσ’ Ανάστασης ανάψεις το κερί σου

κάθε αχτίνα μια χαρά να γίνει στη ζωή σου.

 

Οφέτος την Ανάσταση κερί να μην ανάψεις

εγώ θα κάνω το κορμί λαμπάδα να το κάψεις.

 

Παρηγορούμαι οντε σε δω, Χριστέ μου, σταυρωμένο

γιατί δε θα-ν-είμ’ αμοναχός στο Γολγοθά που βγαίνω.

 

Πασχαλινές δέξου ευχές, απ’ τη γ-καρδιά βγαρμένες,

όλες οι μέρες τση ζωής νά ’ναι αναστημένες.

 

Πάσχα, μα πες μου πώς μπορώ τέτοια γιορτή να νιώσω

α δε σου στείλω μήνυμα ευχές για να σου δώσω.

 

Πέμπω τη σκέψη να σε βρει, μαζί σου να τσουγκρίσει

Χριστός Ανέστη να σου πει κι οπίσω να γυρίσει.

 

Ποιος θα πετάξει το σταυρό απ’ τσ’ ώμους μου απάνω

να πάψω τ’ αναβόλεμα του Γολγοθά να βγάνω;

 

Πότες θα ιδώ Ανάσταση στο Γολγοθά που σέρνω,

απ’ οντεν εγεννήθηκα βάσανα παρασέρνω.

 

Σαν ξημερώσει η Λαμπρή κι ο ήλιος ανατείλει

πάρε ευχές αμέτρητες απ’ τα δικά μου χείλη.

 

Σα ν-τη γλυκιά Ανάσταση να ’ρθεις σε περιμένω

μα στο Μεγάλο Σάββατο χρόνια εδά ξωμένω.

 

Σα ν-τη Λαμπρή ’σαι όμορφη και λαμπροφορεμένη

μα μένα τη γ-καρδούλα μου την έχεις κεντημένη.

 

Σαφίς η μοίρα με κερνά ξύδι να πιω δραπέτι

κι απής με λόγχη με κεντά σα ν-το Χριστό στο μπέτη.

Σήμερα είναι Πασχαλιά κι αν η ευχή μου πιάνει

το τέλος κάθε Γολγοθά εύχομαι να σημάνει.

 

Σιγά σιγά το Γολγοθά τσ’ αγάπης ανεβαίνω

και με το βάρος του σταυρού στον ώμο φορτωμένο.

 

Σ’ όσους σηκώνουν το σταυρό και δεν το μαρτυρούνε

σε λίγες μέρες εύχομαι Ανάσταση να δούνε.

 

Στ’ άσπρο κερί τσ’ Ανάστασης, στ’ άγιο φως απάνω

χρυσοκεντώ χίλιες ευχές δώρο να σου τσοι κάνω.

 

Στέλνω τη σκέψη μου μακριά, μαζί σου να τσουγκρίσει

Χριστός Ανέστη να σου πει κι ύστερα να γυρίσει.

 

Στο άσπρο τση Ανάστασης τ’ άγιο φως απάνω

χρυσοκεντώ χίλιες ευχές δώρο να σου τις κάμω.

 

Στο Γολγοθά μου πορπατώ και στη γ-κορφή σιμώνω

κι ούλοι μου λένε του Χριστού τα πάθη αποζυγώνω.

 

Συμπαρδουλίζω τη φωτιά και το αρνί σουβλίζω

ώστε να γίν’ η μαγεριά με κοκορέτσ’ αρχίζω!

 

Τ’ άγιο φως τσ’ Ανάστασης στο σπίτι σας να λάμψει

και στου Ιούδα τη φωτιά τα πάθη σας να κάψει.

 

Τ’ άγιο φως τσ’ Ανάστασης να έχεις στην καρδιά σου

και την αγάπη που σκορπά μόνιμη συντροφιά σου.

 

Τη Γέννηση, τη Σταύρωση και τη Θανάτωσή σου

Χριστέ μου, κάθε χρόνο ζω με την Ανάστασή σου.

 

Τη μέρα της Ανάστασης άσπρα πουλιά θα στείλω

να παν να πουν χρόνια πολλά σ’ έναν καλό μου φίλο.

 

Τη μέρα της Ανάστασης δε θα βρεθώ μαζί σας

ας γίν’ η σκέψη μου φωτιά ν’ ανάψει το κερί σας.

 

Τη μέρα της Ανάστασης θα στέκομαι με τρόπο,

ο στεναγμός μου τα κεριά μη σβήνει των αθρώπω.

 

Την ώρα της Ανάστασης α δε βρεθώ μαζί σου

θα γίν’ η σκέψη μ’ άνεμος να σβήσει το κερί σου.

 

Τη σκέψη έκανα κερί τσ’ Ανάστασης την ώρα

για να σου φέγγει στη ζωή, σε ήλιο και σε μπόρα.

 

Το αναστάσιμο το φως να φέγγει στη γ-καρδιά σου

να δίν’ υγεία και χαρά στην οικογένειά σου.

 

Το βράδυ της Ανάστασης βάλε στη μ-προσευχή σου

κι εμένα όταν μ’ άγιο φως θ’ ανάβεις το κερί σου.

 

Το Γολγοθά μου ζω κι εγώ κι είναι βουνό τα πάθη

φταίχτης δεν είσαι μοίρα μου, είν’ τα δικά μου λάθη.

 

Το θείο φως τσ’ Ανάστασης να λάμψει στη ζωή σου

κι όλου του κόσμου οι χαρές νά ’ναι πάντα μαζί σου.

 

Το θείο φως τσ’ Ανάστασης νά ’χεις για συντροφιά σου

κι αγγέλοι νά ’ναι δίπλα σου σ’ όλα τα βήματά σου.

 

Το Πάσχα την Ανάσταση χίλιες ευχές χαρίζω

σε φίλους απου τσ’ αγαπώ και τσοι υπολογίζω.

 

Του Ιησού η Ανάσταση εύχομαι να μπορέσει

ούλου του κόσμου τσοι χαρές μόνιμα να σου πέψει.

 

Του πασχαλιάτικου κεριού η φλόγα στο τραπέζι

για κείνους που μας λείπουνε θλιμμένα τρεμοπαίζει.

 

Τση προδοσίας το φιλί στα χείλια έκαψέ με

και Γολγοθά αβάσταχτο να σύρω εδίκασέ με.

 

Τώρα στα πάθη του Χριστού όλά ’ναι λυπημένα

μα σα θα γίνει Ανάσταση, λαμπρά κι ευτυχισμένα.

 

Φωθιές, πολέμοι, συφορές, δάκρυα, φρίκη, τρόμος

ο Γολγοθάς αγέραστος κι ατέλειωτος ο τρόμος.

 

Χαρμόσυνα τσ’ Ανάστασης σα μ-παίξει η καμπάνα

κι αυτοί οι αγγέλοι χαίρουνται και του Χριστού η μάνα.

 

Χριστέ και νά ’ταν η Λαμπρή πολλές φορές το χρόνο

κι η εβδομάδα τω μ-Παθώ να διώχνει κάθε πόνο.

 

Χριστέ μου, απου σταυρώθηκες τσ’ αθρώπους για να σώσεις

για ν’ αναστήσεις τσοι καρδιές και θείο φως να δώσεις!

 

 

Χριστέ μου, ’ντά τα πάθη σου μπρος στα δικά μου πάθη

που αγαπώ και προσπαθώ κιανείς να μη ν-το μάθει.

 

Χριστέ μου, που ανέβηκες στου Γολγοθά το δρόμο

σήκωσες τσ’ αμαρτίες μου σ’ ένα σταυρό στον ώμο.

 

Χριστέ μου, στη θυσία σου να βρεις καινούριους τρόπους

γιατ’ η δική σου σταύρωση δε συγκινεί τσ’ αθρώπους.

 

Χριστέ μου, τ’ άγια πάθη σου πάλι θα προσκυνήσω

και πλάι σου στο Γολγοθά κι εγώ θ’ ανηφορίσω.

 

Χριστέ μου, τ’ άγια πάθη σου σκύβω και προσκυνώ τα

μα ίντα περνώ στη ζήση μου α θες κι εμένα ρώτα.

 

Χριστός Ανέστη αληθώς και δίδαξε τσ’ ανθρώπους

πως ζουν εφήμερες χαρές σε δανεισμένους τόπους.

 

Χριστός Ανέστη κι αληθώς όλος ο κόσμος κράζει

μα ’γώ ’μαι πάνω στο σταυρό και ποιος με κατεβάζει.

 

Χριστός Ανέστη λέγοντας σκύψε να φιληθούμε

και μ’ αγωνία καρτερώ πότε θ’ ανταμωθούμε.

 

Χριστός Ανέστη σήμερο κι αν η ευχή μου πιάνει

το τέλος κάθε Γολγοθά εύχομαι να σημάνει.

 

Χριστός Ανέστη, φίλε μου, και χάρο μη φοβάσαι

υγεία νά ’χεις και χαρά ώστε να ζεις και νά ’σαι.

 

Χριστός Ανέστη χριστιανοί με ωσανά και βάγια

μα ’μείς δεν έχουμε θεό, δεν προσκυνούμε τ’ άγια.

 

Χρόνια πολλά σου εύχομαι, νύχτα γεμάτη άστρα

νά ’χεις Ανάσταση λαμπρή κι ευτυχισμένο Πάσχα.

 

Ως αναστήθηκ’ ο Χριστός, του ζήτησα χατήρι

να σού ’χει πάντα τη χαρά μόνιμο μουσαφίρη.

ΠΗΓΗ: goodnet.gr