Πτυχές δύο εκ των σοβαρότερων υποθέσεων που έχουν απασχολήσει τις ελληνικές αρχές σε επίπεδο διεθνών εγκληματικών δικτύων διακίνησης μεταναστών αναμένεται να ξεδιπλωθούν στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης τις επόμενες ημέρες. Και για τις δύο υποθέσεις, τις οποίες χειρίστηκε το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον από Ευρωπαίους αξιωματούχους και υπηρεσίες άλλων χωρών που δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην καταπολέμηση τέτοιων διεθνών κυκλωμάτων.
Η ίδια η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι είχε απονείμει τα εύσημα στον Αλέξη Τσίπρα ενώπιον της καγκελαρίου Μέρκελ στο περιθώριο Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες. Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι λίγες ημέρες μετά την «απελευθέρωση» 113 μεταναστών, ανάμεσά τους και γυναικόπαιδα, οι οποίοι κρατούνταν υπό απάνθρωπες συνθήκες σε σπηλιές και τρώγλες στα νότια του νομού Ηρακλείου, αλλά και τη σύλληψη 19 διακινητών, μεταξύ των οποίων και ηγετικά στελέχη της οργάνωσης, κατέφθασε στην Κρήτη ο περιφερειακός διευθυντής του National Crime Agency του Ηνωμένου Βασιλείου για τη Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική, Miles Bonfield.
Η συνεργασία με το NCA αφορούσε περισσότερο ανταλλαγή πληροφοριών, αφού οι έρευνες για την υπόθεση εκτείνονταν και εκτός ελληνικών συνόρων, με επίκεντρο την Αίγυπτο απ’ όπου ξεκινούσαν καραβιές μεταναστών διασχίζοντας τη Μεσόγειο.
Η πρώτη από τις δύο υποθέσεις αναμένεται να εκδικαστεί τη Δευτέρα με 12 συνολικά κατηγορούμενους, ανάμεσα στους οποίους και δύο εργαζόμενοι στα αεροδρόμια της Αθήνας και του Ηρακλείου αντίστοιχα. Μέσα από τις πολύμηνες έρευνες των διωκτικών αρχών αποκαλύφθηκε ένα τεράστιο διεθνές κύκλωμα με συνεργαζόμενους εγκληματικούς «πυρήνες» ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι προωθούσαν μετανάστες στο Ηράκλειο μεθοδεύοντας τη φυγή τους μέσω του αεροδρομίου «Ν. Καζαντζάκης». Υψηλής δυναμικής στο διεθνές δίκτυο ήταν ο «πυρήνας» της Κρήτης, που αποτελούνταν από τρεις Σύρους διαχειριστές και λειτουργούσε κατά βάση με «μυστικούς συνδέσμους».
Ίσως για πρώτη φορά μέσω της συγκεκριμένης δικογραφίας προκύπτουν σοβαρά στοιχεία για τη γιγάντωση ενός παμπάλαιου αλλά δαιδαλώδους συστήματος άτυπης διακίνησης κεφαλαίων, το οποίο στην παγκόσμια παραοικονομία είναι γνωστό ως Hawala. Ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, όμως με την προσφυγική κρίση και το μεταναστευτικό επεκτάθηκε ραγδαία με τη λειτουργία δεκάδων «συνδέσμων» (broker) και σε χώρες της Ευρώπης και των Βαλκανίων. Στην Ελλάδα μέτρησαν και τα capital control. Η ελκυστικότητα του δικτύου έγκειται στο ότι έχει πολύ χαμηλότερες προμήθειες από τις τράπεζες (ανάλογα με το καταβληθέν ποσό από 5 έως 10%), διαφεύγει από κάθε φορολογικό και ελεγκτικό μηχανισμό και οι μεταφορές των χρημάτων γίνονται με μυστικότητα και ταχύτητα. Έτσι διακινούνται εκατομμύρια, τα οποία βέβαια δεν φαίνονται!
Εξευτελισμός, ξύλο και το πιστόλι στον κρόταφο
Η δεύτερη και σοβαρότερη υπόθεση με 19 συνολικά κατηγορούμενους ανάμεσά τους και Κρητικοί (αλλά και ένας αστυνομικός, αναμένεται να φθάσει στο ακροατήριο στις 26 Φεβρουαρίου. Είναι μία υπόθεση που απασχόλησε διεξοδικά διεθνή μέσα ενημέρωσης. Οι ελληνικές διωκτικές αρχές κάνουν λόγο για ένα από τα μεγαλύτερα εγκληματικά δίκτυα διακίνησης μεταναστών στην ανατολική Μεσόγειο.
Η Κρήτη λόγω γεωγραφικής θέσης διαδραμάτιζε κομβικό ρόλο στη δράση του διεθνούς κυκλώματος. Καραβιές μεταναστών έφθαναν από την Αίγυπτο στα νότια παράλια, όπως και καραβιές μεταναστών έφευγαν από τα ίδια παράλια με προορισμό τις ιταλικές ακτές.
Είναι συγκλονιστικές οι μαρτυρίες μεταναστών που βίωσαν τον απόλυτο εξευτελισμό όσο ένοπλοι διακινητές τούς είχαν αιχμαλώτους σε σπηλιές και στάνες μέχρι να τους επιβιβάσουν στα πλοιάρια με προορισμό την Ιταλία. Συγκλονιστικές είναι και οι μαρτυρίες των ίδιων των αστυνομικών κατά την υψηλού κινδύνου επιχείρηση απελευθέρωσης των μεταναστών.
Όσο ο Αιγύπτιος «εγκέφαλος» καθυστερούσε να στείλει το πολυπόθητο σκάφος για να τους παραλάβει, όπως είχε προσυμφωνηθεί, τόσο κορυφωνόταν το δράμα τους και άλλο τόσο καταρρακωνόταν η ανθρώπινη υπόσταση. Τους εξευτέλιζαν, τους απειλούσαν, τους ξυλοκοπούσαν και τους έβαζαν συνεχώς το πιστόλι στον κρόταφο. Κατά τη διάρκεια της ομηρείας τους προέκυψε κίνδυνος για την ζωή ενός παιδιού, το οποίο χρειάστηκε να μεταφερθεί σε νοσοκομείο.