Δυσοίωνες προβλέψεις για το ελαιόλαδο

Προοπτικές που δεν εμπνέουν αισιοδοξία, ούτε για τα αποθέματα ελαιολάδου της προηγούμενης χρονιάς, ούτε για τη νέα σοδειά είναι αυτές που υπάρχουν αυτήν την περίοδο στην Κρήτη αλλά και γενικότερα στην αγορά της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Oι τιμές του ελαιολάδου αυτήν την περίοδο κυμαίνονται από 7,20 ως 7,60 ευρώ το κιλό με τα αποθέματα της χρονιάς του 2023-2024 σε όλη την Ελλάδα να καταγράφονται στους 25.000 ως 30.000 τόνους.

Μιλώντας στην «Π» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελαιουργών Νομού Ηρακλείου Βαγγέλης Πρωτογεράκης τονίζει ότι προφανώς τα αποθέματα στην Κρήτη είναι πολύ λιγότερα, με αρκετούς ωστόσο παραγωγούς να έχουν κρατήσει απούλητο λάδι, ελπίζοντας σε καλύτερες τιμές.

Πάντως οι τιμές που δίνουν αυτή τη στιγμή τα ελαιουργεία του νησιού στο λάδι περσινής εσοδείας ανά περίπτωση κυμαίνεται από 7,20 ως 7,50 ευρώ το κιλό.

Αυτό φυσικά στην περίπτωση που το ελαιόλαδο έμεινε αποθηκευμένο στο ελαιουργείο και τώρα οι ιδιοκτήτες του πάνε να το «κόψουν», δηλαδή να δώσουν την εντολή για την πώληση του.

Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Πρωτογεράκης αυτό ισχύει τώρα, γιατί κανείς δεν ξέρει αν οι συνθήκες αλλάξουν τις επόμενες μέρες ή ως το τέλος του μήνα και αν οι παραγωγοί θα μπορούν να πουλήσουν το λάδι τους και σε ποια τιμή.

Η κατάσταση είναι εξαιρετικά ρευστή και δεν μπορεί να υπάρξει πρόβλεψη, ωστόσο η μείωση της τιμής θα πρέπει να θεωρείται πιθανότερη από μια αύξηση.

Άλλωστε η τιμή που κάποια στιγμή προσέγγισε τα 10 ευρώ και όλοι γνώριζαν ότι επρόκειτο ουσιαστικά για μια υπερτίμηση, από τα τέλη του Φεβρουαρίου του 2024 ήταν κάτω από τα 9 ευρώ και έπεφτε συνεχώς. Με δεδομένη τη διεθνή μάλιστα κατάσταση η τιμή που σήμερα δίνουν τα ελαιουργεία θα πρέπει να θεωρείται καλή.

Υποβαθμισμένη ποιότητα

Όσον αφορά στην ποιότητα του ελαιολάδου που αυτήν τη στιγμή πωλείται από τους παραγωγούς, όπως επισημαίνει ο κ. Πρωτογεράκης, είναι πολύ καλή με την προϋπόθεση ότι το λάδι έχει παραμείνει στα ελαιουργεία, όπου υπάρχουν ανοξείδωτες δεξαμενές όπου γίνεται μετάγγιση και επεξεργασία με άζωτο ενώ για να διατηρηθεί σε καλή κατάσταση το λάδι, τα κλιματιστικά δούλευαν όλο το καλοκαίρι.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο των ελαιουργών, από τον ίδιο και τους συναδέλφους του έχει γίνει επενδύσεις που διασφαλίζουν την ποιότητα των προϊόντων. Στην περίπτωση που το ελαιόλαδο φυλάσσεται σε σπίτια και κάτω από ακατάλληλες συνθήκες, αυτό υποβαθμίζεται ποιοτικά και από ένα σημείο και μετά δεν είναι δυνατόν να πωληθεί προς βρώσιν καθώς θεωρείται βιομηχανικό.

Δυστυχώς όμως και για το λάδι νέας εσοδείας, όπως επισημαίνει ο κ. Πρωτογεράκης, «δεν περιμένουμε ούτε ιδιαίτερα μεγάλη, ούτε εξαιρετικής ποιότητας παραγωγή. Οι καλοκαιρινοί καύσωνες και η έλλειψη νερού έχουν συντελέσει ώστε να «βράσουν» οι ελιές κι έτσι αναμένεται υποβαθμισμένη η ποιότητα ελαιολάδου.

Το μόνο ίσως θετικό είναι ότι εξαιτίας της ζέστης δεν αναπτύχθηκε ο δάκος. Ωστόσο δεν πρέπει να επαγρυπνούμε και να γίνονται κανονικά οι ψεκασμοί και όλα όσα απαιτούνται γιατί ο καιρός που μένει ως την συγκομιδή είναι αρκετός».

Πάντως η παραγωγή στην Κρήτη δεν είναι ομοιογενής και εξαρτάται κατά πολύ από τις καιρικές συνθήκες που επικράτησαν. Για παράδειγμα στο ορεινό Μονοφάτσι είναι γνωστό τι συνέβη με τις ελιές όπου τις «ράβδισε» το χαλάζι, σε σημείο που σε κάποιες περιοχές μιλάμε για ολοκληρωτική καταστροφή.

Σε άλλες περιοχές που είναι ξηρικές ή δεν υπήρξε νερό για να ποτιστούν τα δέντρα τους καλοκαιρινούς μήνες, τα δέντρα κοντεύουν να ξεραθούν και οι καρποί έχουν συρρικνωθεί δραματικά, οπότε αναμένεται όταν οδηγηθούν προς έκθλιψη να μην διαθέτουν καθόλου «ψίχα».

Άρα, όπως επισημαίνεται, σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για ομοιογενή παραγωγή, με τη λειψυδρία όμως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής θεωρείται βέβαιο ότι κάποιες επιπτώσεις θα υπάρξουν στο σύνολο των ελαιοδέντρων.

Μείωση τιμής και κατανάλωσης

Τα ελαιουργεία για τη νέα σαιζόν, όπως κάθε χρόνο άλλωστε, αναμένεται να λειτουργήσουν στις αρχές του Νοέμβρη, ενώ οι γενικότερες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί οδηγούν σε απαισιόδοξες προβλέψεις που συνηγορούν στο παρακάτω τρίπτυχο: Μείωση παραγωγής, υποβαθμισμένη ποιότητα και μείωση τιμών.

Σύμφωνα με τον κ. Πρωτογεράκη, μια λογική τιμή, όχι για την πραγματική αξία του κρητικού ελαιολάδου, αλλά για τις παρούσες συνθήκες της αγοράς την νέα σαιζόν θα ήταν τα 6 ευρώ για τον παραγωγό.

Φυσικά μέχρι να φθάσει το λάδι στο ράφι και στον καταναλωτή η τιμή «καλπάζει», αφού αυτή τη στιγμή που ο παραγωγός απολαμβάνει 7,20 ευρώ ανά κιλό υπάρχει τυποποιημένο ελαιόλαδο στα ράφια που φθάνει ως και 15 ευρώ το κιλό!

Πάντως ο κ. Πρωτογεράκης επισημαίνει ότι ακόμα κι αν ο Έλληνας καταναλωτής αγόραζε το ελαιόλαδο 15 ευρώ το κιλό δεν θα ήταν τεράστια η δαπάνη, αφού τα περισσότερα ελληνικά νοικοκυριά πλέον είναι των τριών ατόμων και δεν καταναλώνουν πάνω από 50 κιλά ελαιόλαδο ετησίως, καθώς δεν χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες λαδιού και δεν μαγειρεύουν καθημερινά.

Άρα με αυτό ως δεδομένο η ετήσια δαπάνη ανέρχεται στα 750 ευρώ και όπως τονίζει ο πρόεδρος των ελαιουργών δεν είναι μια δυσβάσταχτη δαπάνη.